Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό μια αγορά στην πόλη του Ηρακλείου που έβρισκες να αγοράσεις μεταξωτά υφάσματα και χίλια δύο καλούδια. Κι είχε ένα όνομα παράξενο, αλλιώτικο, μα όλοι το θυμούνταν. “Αραστά” τη λέγανε που σήμαινε πλήθος ομοειδών εμπορευμάτων ή στοά. Τούτο το όνομα τής δόθηκε στα χρόνια του Τουρκοκρατούμενου Κάστρου εκεί γύρω στα 1900 κι ο λόγος ήταν ότι εκεί ήταν κάποτε μια εκκλησιά, που έγινε μεγάλο τζαμί, το Αραστέ ή Αραστά Τζαμισή.

Άφησα το ποδήλατο λίγο έξω από τη Βικελαία Βιβλιοθήκη Ηρακλείου κι άρχισα να ανηφορίζω σιγά – σιγά προς την οδό 1821. Χαράματα ήταν σχεδόν, την ώρα που η πόλη κοιμάται και μπορείς με ησυχία και χωρίς αδιάκριτα βλέμματα να παρατηρήσεις καλύτερα τα σημάδια, να αφουγκραστείς την ιστορία, το παρελθόν, παρέα πια μόνο με το φύσημα του αέρα που τούτες τις μέρες λυσσομανά και σηκώνει ψηλά ό,τι βρει στο διάβα του. Κι εκεί στην αρχή – αρχή της σημερινής οδού ξαφνικά σαν να γύρισε πίσω ο χρόνος. Την είδα μπροστά μου εκείνη την υπέροχη κρήνη του Αραστά ή Ρεϊς Εφένδη.

Σκεπασμένη με τρούλο μικρό με τοξωτά καγκελόφραχτα παράθυρα. Σαν να άκουσα το νερό να τρέχει γάργαρο κι άρχισαν χίλιες δυο εικόνες να ξεπηδούν στη φαντασία μου. Κτισμένη στον τοίχο του ομώνυμου τζαμιού της άλλοτε ενετικής μεγάλης εκκλησιάς Ορθόδοξης και Καθολικής μαζί, της Παναγίας του Φόρου ή Madonnina.

Υπήρχε στην πόλη από τα 1482 και είχε και άλλα ονόματα, όπως Παναγία της Πλατείας ή της Αγοράς ή Piazza delle Erbe, που σήμαινε πλατεία των δημητριακών. Σαν να άκουσα τους Ιερείς να ψάλουν πίσω από την Άγια Τράπεζα για τους εμπόρους της Αγοράς, σαν κάθε μέρα, εκεί προς το ανατολικό της μέρος. Και λίγο πιο πίσω ήταν οι άλλοι ιερείς οι Καθολικοί, που έψελναν για τους δικούς τους, παράλληλα… Κι ήρθαν οι Τούρκοι κι άλλαξαν όλα, κι έγινε η εκκλησιά τζαμί, τέμενος αφιερωμένο στον Ρεϊσούλ Κιουτάμπ Χατζή Χουσεΐν Εφέντη. Κι ύστερα σαν φύγανε όλοι το ΄παν «Αραστάς».

Ένα περιστέρι με ξάφνιασε από τις θύμησες και σαν να ξύπνησα από έναν άλλο κόσμο. Το ξενοδοχείο El Greco ήταν μπροστά μου. Κι όχι η έξοδος της στοάς. Σάστισα, δεν μπορεί είπα κάτι θα σώζεται, μια πέτρα, μια κολόνα, κι όμως … τίποτα. Συνέχισα να περπατώ, να καταλάβω ίσαμε πού έφτανε όχι μόνο η εκκλησιά αλλά ολόκληρη η συνοικία που ΄χε το ίδιο όνομα κι έστριψα από τη Μονή Οδηγήτριας. Έμπαινα στην καρδιά της συνοικίας και ένιωθα πάλι να χάνομαι στις δικές μου εικόνες.

Είδα ένα … «παλιό μεγάλο κονάκι που εδώ και χρόνια αντηχούσαν στους οντάδες του οι χαρές και τα γέλια. Σ’ αυτό ακούγονταν οι ανατολίτικοι αμανέδες μαζί με τα τσαρσιά και τα ντέφια που βαρούσανε και τα λαούτα κάθε νύχτα ραμαζανιού και κάθε γιορτής του μπαϊράμι…», όπως έγραψε κάποτε ο Δερμιτζάκης.

Κι εκεί στην οδό Κατεχάκη, τη σημερινή, είδα την μεγαλόπρεπη είσοδο της εκκλησιάς ή μάλλον του τζαμιού με δυο βαρελάδικα δεξά και ζερβά της αντίστοιχα. Ίσαμε δέκα μικρομάγαζα μέτρησα… στο Μπεζεστέν μέσα, στην πέτρινη κλειστή αγορά. Υφάσματα μεταξωτά, χρώματα που ζαλίζανε του νου και την ψυχή κι άνθρωποι με χαμόγελα που προσπαθούσαν να πουλήσουν τα πολύτιμα υφάσματά τους.

Σε μια στενή δίοδο προς τον Βορρά, την έξοδο, μύρισα άρωμα καφέ ξακουστό χαρμάνι από το τεράστιο χαβάνι του Αρμένη Μιχάλακα. Πιο πέρα προς τα δυτικά είδα τους ναργιλέδες να ετοιμάζονται στο καφενείο του Παύλου κι ο κυρ Νίκος ο Σαριδάκης να φτιάχνει τους μεζέδες του στο μικρό ουζερί του με την τραγιάσκα και την ποδιά την υφαντή! Με μια δραχμή έπινες το ουζάκι σου κι είχες εκλεκτό μεζέ να το συνοδεύει…

Πριν και μετά τις εργασίες κατεδάφισης του Αραστά  (φωτογραφία Λιάνα Σταρίδα)

Γράφει ο Δημήτρης ο Σάββας σε παλαιότερο άρθρο του στην “Πατρίς” από αφήγηση του Μανόλη Μαρκάκη:
«Η ταβέρνα του Αρίστου, γνωστή για τις νοστιμιές της, τις απλές και ωραίες: ελιές, βρεχτοκούκια, καλό παξιμάδι, όσπρια, κοιλιά κοκκινιστή και ομορφοτηγανισμένη συκωταριά. Πάντα όλα αυτά συνοδευόμενα από καλή ρακή αλλά και εξαιρετικό πεδιαδίτικο συνήθως κρασί!

Στη στοά του Αραστά ήταν κι ένα άλλο καφενείο, του Αντώνη του Κουμαντάκη, όπου εκεί σύχναζαν Τσιγγάνοι οι οποίοι ήταν αρκετοί στην πόλη μας. Λέγεται ότι εκεί σύχναζε και μια Τσιγγάνα, Ερασμία στο όνομα, μητέρα του τραγουδιστή Μανόλη Αγγελόπουλου. Επίσης στον Αραστά είχε το ραφείο του κάποιος ονόματι Καρύπης και ότι απέναντι από τη μια είσοδο της στοάς στην οδό 1821, εκεί που σήμερα φτιάχνουν λουκουμάδες ήταν το κατάστημα του καφέμπορου και αντιπροσώπου των τσιγάρων μάρκας Έθνους, του Βατίστα.

Μέσα στη στοά υπήρχαν και καρβουνιάρικα που πουλούσαν κάρβουνο στα νοικοκυριά και στα καταστήματα, υπήρχε έμβολο για μικροεπισκευές παπουτσιών κι εγώ πήγαινα τακτικά, αφού ως πιτσιρικάς δούλευα στο κατάστημα τροφίμων Κωστόπουλου – Τσιτόπουλου στο μέσον της κεντρικής αγοράς όπως ανεβαίνουμε. Εκεί πήγαινα σαρδέλες ή ρέγγες ή λακέρδα, στην ταβέρνα του Αρίστου. Πάντα το παστό ψάρι ήταν και είναι ο “ρουφιάνος” για τα όσπρια, κάνει καλή παρέα στη γεύση, βοηθάει στο φαγητό!

Ολόκληρη ιεροτελεστία γινόταν στην αγορά όταν άνοιγε ο υπάλληλος το βαρέλι ή το κουτί με τις σαρδέλες. Άλλες εκείνες οι εποχές”. Τέλος, μού αναφέρει ότι πολλές φορές θαμώνας του Αραστά ήταν ο Ανδρέας ο Σκουλικάρης*. Κάποιοι τον έφερναν εκεί, τον τάιζαν, τον πότιζαν και ο Ανδρέας με το δικό του μοναδικό τρόπο ξεδίπλωνε το πλούσιο ταλέντο του!

( *Ο Ανδρέας Σκουλικάρης, γραφικός τύπος του Μεγάλου Κάστρου, ήταν χαρακτηριστική φιγούρα του Αραστά, μετρίου αναστήματος, που εξέπληττε τους πάντες με τη διαύγειά του και την ευστροφία του).
Όλος ο παλμός της πόλης ήταν εδώ γύρω από τον Αραστά, το πέτρινο κτίριο, τα κρεοπωλεία, τα γιατράδικα, τα ντερμιτζίδικα….
Κι έστρεψα το βλέμμα μου ξανά κι είδα το βιβλιοχαρτοπωλείο του Στυλιανού Μ. Αλεξίου, παππού του αείμνηστου καθηγητή Πανεπιστημίου Στυλιανού Αλεξίου “Το Βιβλιοχαρτοπωλείον Στυλ. Μ. Αλεξίου κείμενον εν οδώ Αραστά είναι ήδη εφοδιασμένον από πάντα τα διδακτικά βιβλία, τα εφέτος εγκριθέντα, Γυμνασίων, Ελληνικών σχολείων, Παρθεναγωγείων και Δημοτικών σχολείων. Επίσης εις το αυτό κατάστημα ευρίσκονται εν αφθονία άπαντα τα γραφικά είδη και λοιπά χρειώδη των σχολείων. Παρακαλούνται δε οι πελάται του καταστήματος τούτου να διευθύνωσι σαφώς τας επιστολάς και παραγγελίας των…».**

Στην περιοχή του Αραστά βρισκόταν και το σπίτι των Αλεξίου. Εκεί βρισκόταν και το λεγόμενο « Στούντιο » το γραφείο του Λευτέρη Αλεξίου, πόλος έλξης φίλων, γνωστών και λογίων επισκεπτών της Κρήτης κατά τον Μεσοπόλεμο.
Τον κύκλο έκανα κι ήρθα πάλι στην σημερινή πλατεία του Νικηφόρου Φωκά. Όλα άλλαξαν, τίποτα το παλιό, τίποτα, μόνο αναμνήσεις, γραφόμενα και εικόνες φαντασίας ή πραγματικές λιγοστές, όσες έμειναν. Προχώρησα ίσαμε τα «Αχτάρικα», τα αρωματοπωλεία. Έψαχνα εκείνο το άρωμα που φέρνει νοσταλγία και δεν ξεχνιέτα. Όμως κι εκείνα δεν υπάρχουν πια, θύμηση είναι και γραφή …Mια άλλη ιστορία!

Ο Ναός του Φόρου ή Αραστά Τζαμησί ή Κλειστή Αγορά, ο Αραστάς, είχε χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο με διάταγμα της 18-3-1947.Επειδή όμως είχε κάπως ερειπωθεί, αποχαρακτηρίστηκε στις 25-8-1961 και κατεδαφίστηκε το 1963. Στη θέση του κτίστηκε το ξενοδοχείο Ελ Γκρέκο. Στις ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν κατά την κατεδάφιση, κάτω από το μνημείο αποκαλύφθηκε ναός της Β΄ Βυζαντινής περιόδου. Έτσι χάθηκε άλλο ένα μέρος της ιστορίας μας, άλλο ένα κομμάτι τη πόλης του Χάνδακα, του Μεγάλου Κάστρου, του Ηράκλειου με τον πιο απίστευτο τρόπο… οριστικά!

Πήρα πάλι το ποδήλατό μου, τις αναμνήσεις μου, τις σημειώσεις μου και …κατηφόρισα προς το λιμάνι, στην οδό Πλάνης, την πολύπαθη κι αγαπημένη. Να διώξω τον θυμό μου ήθελα για όλα εκείνα τα παράδοξα που συμβήκανε κάποτε.
Μια “καλημέρα” είπα στη Δούκισσα, τη γάτα των ερειπωμένων ενετικών μνημείων του Κέντρου… Εκεί ήταν. Πού να πάει και αυτή; Ίσαμε να γκρεμιστούν όλα!

ΠΗΓΕΣ:
Χωρογραφία της Κρήτης, Ζαχαρία Πρακτικίδη, ΤΕΕΚ, 1983
Οι σπουργίτες των πεζοδρομίων, Δημήτριος Σάββας, εκδ. Δοκιμάκης, 2009
Από όσα θυμούμαι το παλιό Κάστρο, Μανόλης Δερμιτζάκης, εκδ.Δοκιμάκης, 2008
Υπήρχε μια πόλη, Λιάνα Σταρίδα, εκδ. Ιτανος, 2013
Λευτέρης Αλεξίου, ο ποιητής, επιμέλεια Δημήτρης Δασκαλόπουλος, σειρά οι Λησμονημένοι του τόπου, εκδ. Δοκιμάκης, 2011
Εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ
Λες και ήταν Χθες, Δημ. Σάββας,
εκδ. Βικελαία
Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη
Ηρακλείου
Άγνωστες γωνιές στο Δήμο Ηρακλείου www.facebook.com/pages
http://history.heraklion.gr
** Εφημερίδα “Νέα Ελευθερία” στο φύλλο της 5ης Οκτωβρίου 1903
http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr/