Μια από τις σκοτεινές πλευρές του αθηναϊκού δημοκρατικού πολιτεύματος στην αρχαία Ελλάδα ήταν η ευκολία με την οποία κάποιοι μπορούσαν μέσω της συκοφαντίας να εξυπηρετήσουν δόλιους σκοπούς αλλά και να εξασφαλίσουν ακόμα και τα προς το ζην.
Η συκοφαντία διαπράττεται και σήμερα όλο και πιο συχνά. Αποτελεί φαινόμενο της πολιτικής παρακμής που βιώνει η πατρίδα μας. Το τελευταίο διάστημα στη δημόσια πολιτική αντιπαράθεση, σε τοπικό επίπεδο αλλά και σε κεντρικό ακούγεται συχνά η λέξη συκοφαντία και συκοφάντης.
Σε αρκετές περιπτώσεις οι κατηγορίες είναι ανυπόστατες και αποδίδονται κυρίως μεταξύ προσώπων που εκπροσωπούν θεσμικά τους πολίτες σε διάφορα συλλογικά όργανα, με σκοπό να αλληλο-υπονομεύσουν το κύρος, την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία τους. Η πολιτική αντιπαράθεση πολλές φορές γίνεται με αμετροέπεια, λαϊκίστικες προσεγγίσεις που δεν εμπεριέχουν συνετό και τεκμηριωμένο λόγο, με αποτέλεσμα να ενισχύεται ο μηδενισμός και η κοινωνική αποπολιτικοποίηση.
Δεν ξέρω πώς μπορεί να προστατευθεί κανείς αποτελεσματικά από τους συκοφάντες. Η δικαιοσύνη μπορεί να φωτίζει την αλήθεια. Την ηθική και ψυχική ζημία όμως ποιος την αποκαθιστά;
Έχει ενδιαφέρον νομίζω να θυμηθούμε την ιστορία που αναφέρεται στο ζωγράφο Αντίφιλο. Αυτός ενοχλούνταν γιατί ο βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος Α’, έδειχνε ιδιαίτερη εκτίμηση στον ομότεχνό του, Απελλή, ζωγράφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Έτσι για να τον αποδυναμώσει, τον κατηγόρησε άδικα. Στην πορεία αφού ο Απελλής δικαιώθηκε, για να περιγράψει τα συναισθήματα θλίψης και οργής που ένιωσε λόγω της συκοφαντίας του Αντίφιλου δημιούργησε ένα αλληγορικό πίνακα ζωγραφικής με θέμα τη συκοφαντία.
Αυτός δεν διασώθηκε, αντίγραφο του όμως υπάρχει σήμερα στο Μουσείο Ουφίτσι της Φλωρεντίας, δημιούργημα του Ιταλού ζωγράφου Μποτιτσέλι την περίοδο της Αναγέννησης.
Στον πίνακα αυτό απεικονίζεται σε μια διακοσμημένη αίθουσα ένας άρχοντας καθισμένος σε περίοπτη θέση. Βρίσκεται περιστοιχισμένος από πρόσωπα που αλληγορικά απεικονίζουν την άγνοια, την υποψία, τη μοχθηρία, την απάτη, το φθόνο, τη συκοφαντία, τη μετάνοια και την αλήθεια.
Ο φθόνος, ένας άνδρας με διαπεραστικά μάτια, μα χλωμός και παραμορφωμένος, ενθαρρύνει τη συκοφαντία που απλώνει το χέρι της πλησιάζοντας τον άρχοντα. Λίγο πιο πέρα βρίσκεται η μετάνοια με τριμμένα ρούχα, γερασμένη και χτυπημένη από τη θλίψη, με έκφραση ντροπής να πλησιάζει την πανέμορφη αλήθεια που είναι γυμνή και επικαλείται τη δικαιοσύνη.
Κυρίως όσοι κατέχουν υψηλές θέσεις ευθύνης ας μην αφήνουν να επηρεάζουν το λόγο και τις πράξεις τους αυτές οι απαξίες. Ας μη δίνουν το χέρι τους στο ψέμα και τη συκοφαντία. Δίνοντας το στο δίκιο και την αλήθεια ίσως αποκτήσoυν τα λόγια περιεχόμενο και αξία.
* Ο Δημήτρης Αγαπάκης είναι εκπαιδευτικός και δημοτικός σύμβουλος Ηρακλείου