Μετά από τα όσα περάσαμε τα τελευταία τρία χρόνια και τα όσα δραματικά έγιναν στο Συμβούλιο Κορυφής στις Βρυξέλλες τον Ιούλιο του 2015, είναι σκόπιμο να ξανα-αναρωτηθούμε το γιατί η χώρα μας πρέπει να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η εύλογη απάντηση είναι για να γίνει ευρωπαϊκή, δηλαδή για να αποτελέσει τμήμα μιας ένωσης που είναι σταθερή, δημοκρατική και ευημερεί, με ένα «κοινωνικό μοντέλο» που διαχωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα τις ΗΠΑ της εποχής Τραμπ.

Για να γίνουν όμως ευρωπαϊκές οι λιγότερο πλούσιες χώρες της Ε.Ε., θα πρέπει να εναρμονιστούν με τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά κεκτημένα και να πλησιάσουν το βιοτικό και κοινωνικό επίπεδο των πλουσιότερων περιοχών, χωρίς όμως κάτι τέτοιο, να προϋποθέτει βέβαια και την πλήρη ισότητα.

Το βιοτικό επίπεδο στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία ή στην Πολωνία δεν αναμένεται να εξισωθεί με αυτό της Γερμανίας, επειδή ο βιομηχανικός και οικονομικός πυρήνας της Ευρώπης δεν θα μετατοπισθεί ποτέ από το βορρά και τη Γερμανία προς αυτές τις χώρες.

Το σχέδιο για την Ε.Ε όμως, επιβάλλει να γεφυρώνεται σταδιακά το χάσμα ανάμεσα τους. Απαιτεί δηλαδή α γεφυρωθούν τα χάσματα που χωρίζουν τα επίπεδα των μισθών στην Εσθονία και τη Βουλγαρία από τους μισθούς της Ισπανίας και της Τσεχίας, όπως και επιβάλλει ότι οι Ισπανοί και οι Τσέχοι θα περιορίσουν με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις τα χάσματα που χωρίζουν τις χώρες τους από τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ.

Και δεν είναι μόνο τα θέματα των αμοιβών.

Είναι απαραίτητο να εφαρμόζονται πολιτικές για να εναρμονισθούν οι φορολογικές διαδικασίες των κρατών μελών, έτσι ώστε να συνάδουν με το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο και τους διεθνείς φορολογικούς κανόνες.

Αυτά θα πρέπει να συνθέτουν τη βασική επιδίωξη της κάθε κυβέρνησης στην Ευρωζώνη, προκειμένου να συμβάλει στη σύγκλιση των οικονομιών και κοινωνιών, απαραί- τητη προϋπόθεση και για την πολιτική ένωση.

Ας δούμε λοιπόν τι κάνουμε εμείς τα τελευταία τρία χρόνια:

Δημοσιεύθηκε προ ημερών στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ένας πίνακας, στον οποίο φαίνεται η σύγκριση της οικονομικής επιβάρυνσης (φόροι – ασφαλιστικές εισφορές) που επιβάλλεται  στους ελευθέρους επαγγελματίες (Μηχανικούς, Ιατρούς, Σύμβουλους επιχειρήσεων και  Λογιστές) της Ελλάδας και της Κύπρου, σύμφωνα με τον οποίο:

  • Σε Μηχανικό με ετήσιο εισόδημα 60.000 ευρώ στην Ελλάδα, μετά από την αφαίρεση φόρων και εισφορών, μένουν καθαρά 16.097 ευρώ, ενώ στην Κύπρο μένουν 50.278 ευρώ.
  • Σε ιατρό με ετήσιο εισόδημα 130.000 ευρώ στην Ελλάδα, μετά την από την αφαίρεση φόρων και εισφορών, μένουν καθαρά 43.141 ευρώ, ενώ στην Κύπρο μένουν 111.432 ευρώ.
  • Σε σύμβουλο επιχειρήσεων με ετήσιο εισόδημα 107.000 ευρώ στην Ελλάδα, μετά από την αφαίρεση φόρων και εισφορών, μένουν καθαρά 18.809 ευρώ, ενώ στην Κύπρο μένουν 91.403 ευρώ.
  • Σε λογιστή με ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ στην Ελλάδα, μετά την αφαίρεση φόρων και εισφορών, μένουν καθαρά 15.337 ευρώ, ενώ στην Κύπρο μένουν 41.528 ευρώ.

Αλλά και στις Επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα τα πράγματα δεν είναι καλλίτερα, αφού οι πρόσθετοι φόροι που τους επιβλήθηκαν την τελευταία τριετία είναι οι εξής:

  • Αυξήθηκαν οι συντελεστές της εισφοράς αλληλεγγύης, με τον ανώτατο συντελεστή να αυξάνεται από το 2,8% στο 10%.
  • Αυξήθηκαν οι συντελεστές της φορολογικής κλίμακας για όλους τους φορολογουμένους, με τον ανώτατο συντελεστή να αυξάνεται από το 42% στο 45%
  • Καταργήθηκε η αυτοτελής φορολόγηση του εισοδήματος από ελευθέριο επάγγελμα 26% έως 33%, και πλέον το εισόδημα αυτό φορολογείται με συντελεστές που φθάνουν ακόμη και το 45%.
  • Αυξήθηκε η προκαταβολή φόρου για όλους τους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το 55% στο 100%.
  • Αυξήθηκε ο φορολογικός συντελεστής των επιχειρηματικών κερδών από το 26% στο 29%.
  • Αυξήθηκε ο συντελεστής φορολόγησης των μερισμάτων από το 10% στο 15%.
  • Αυξήθηκαν οι συντελεστές για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ στα οικόπεδα.
  • Αυξήθηκε από 5 τοις χιλίοις σε 5,5 τοις χιλίοις ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ για τα νομικά πρόσωπα.
  • Αυξήθηκε το φορολογούμενο εισόδημα ως παροχή σε είδος για την παροχή εταιρικών ΙΧ από τις επιχειρήσεις στους εργαζομένους τους.

Δεν είναι τυχαίο ότι εξ αιτίας αυτής της «φορολογικής μεταχείρισης», πολλές ελληνικές επιχειρήσεις έχουν μεταφέρει την έδρα τους στην Κύπρο, στη Μάλτα και στη Βουλγαρία.

Την τελευταία λοιπόν τριετία στη χώρα μας και με βασική πολιτική (και ιδεολογική ίσως) επιλογή της κυβέρνησης, σφυρηλατήθηκε μία τεράστια υπεροφορολόγηση της μεσαίας τάξης αλλά και του ιδιωτικού τομέα με αποτέλεσμα την έντονη συρρίκνωσή του, ενώ παράλληλα, εφαρμόζονται πολιτικές διορισμών στο δημόσιο διογκώνοντας το κράτος.

Είναι όπως αφήνουν να εννοηθεί οι κυβερνώντες, η πρόταση της Αριστεράς, στην πορεία για την  Ενωμένη Ευρώπη.

Δηλαδή, για να το καταλάβουμε καλά, το να συνεχίζουμε να τροφοδοτούμε αυτό το τεράστιο κράτος που κατά το παρελθόν έπνιξε τα πάντα, υποθάλποντας τη διαφθορά, τη γραφειοκρατία, την ανυπαρξία αξιοκρατίας, την έλλειψη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, την επικράτηση των μετρίων εις βάρος των ικανών, αλλά και την ρουσφετολογία, την  ανοχή απέναντι στην ανομία και την έλλειψη υγιούς ανταγωνισμού, είναι … η «Αριστερή» πρόταση για το μέλλον μας;

Το ειρωνικό και συνάμα θλιβερό είναι ότι όλοι αυτοί οι παραπάνω λόγοι, είναι οι λόγοι για τους οποίους κατέρρευσαν όλες οι οικονομίες της ανατολικής πρώην κομμουνιστικής Ευρώπης(!)

Κανείς από τη δική μας την κυβερνώσα Αριστερά δεν πήρε το μάθημα;

Ας μην πάμε όμως μακρύτερα.

Ας σκεφθούμε το ποιοι είχαν την πραγματική δύναμη στη χώρα, μετά τη Μεταπολίτευση και ποια ήταν η ιδεολογία τους.

Ήταν οι συνδικαλιστές, που έκλειναν τα εργοστάσια, όταν έκριναν ότι οι αυξήσεις και άλλα παράλογα θεσμικά τους αιτήματα (βλέπε επιδόματα τύπου έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία κ.λπ.) δεν ήταν ικανοποιητικά, που οδηγούσαν τους επενδυτές στο να φύγουν κακήν κακώς από τη χώρα, οδηγώντας το σύνολο της οικονομίας στο να γίνει μη ανταγωνιστική.

Ήταν αυτοί που δημόσια «κουνούσαν το δάκτυλο» στους υπουργούς, οι οποίοι περιδεείς στέκονταν σε στάση προσοχής μπροστά τους (!). Ήταν αυτοί που πίεζαν για συνεχείς προσλήψεις στο Δημόσιο, με αποτέλεσμα να φτάσουμε σε αριθμό-ρεκόρ δημοσίων υπαλλήλων.

Μήπως τα Πανεπιστήμια δεν διοικήθηκαν τόσα χρόνια από τις αριστερές μειοψηφίες και με πρυτάνεις όπως π.χ. τον εκλεκτό του ΣΥΡΙΖΑ – τον κ. Πελεγρίνη – που διέλυσαν κάθε έννοια πειθαρχίας και πανεπιστημιακής αξιοπρέπειας, με αποτέλεσμα το απόλυτο ξεχαρβάλωμα της παιδείας;

Οι αριστερές νεολαίες, ποτισμένες από την νοοτροπία της μετριοκρατίας δεν έχουν για σύνθημα το «όχι στην εντατικοποίηση των σπουδών» και το «πρώτος στα μαθήματα – αφεντικό στο εργοστάσιο»;

Αντί να θεωρούνται οι άριστοι πρότυπα για την Αριστερά, θεωρούνται εχθροί της και εκπρόσωποι του καπιταλισμού. Παραγνωρίζοντας φυσικά, ότι η κατάρρευση της δημόσιας παιδείας είναι ό,τι πιο αντιδημοκρατικό υπάρχει, αφού είναι το μόνο μέσο ώστε ο γιος του γεωργού να γίνει «αφεντικό» στο εργοστάσιο, αλλά με την αξία του.

Μετά από όλα αυτά, δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς είναι δυνατόν η χώρα μας,  με αυτές τις νοοτροπίες και πολιτικές, να συγκλίνει στο μέλλον με τις χώρες της Ευρωζώνης.

Εσείς μπορείτε;