Σαράντα μέρες πέρασαν καλέ μου από το μισεμό σου. Νωπές οι μνήμες, αβάσταχτη η απουσία σου, δυσαναπλήρωτο το κενό μου. Ομως θα ήταν αχαριστία να αναφερθώ στη μοναξιά, αφού την καλύπτουν, π0ληθωρικά μάλιστα, οι πολυαγαπημένοι επίγονοί μας. Τέσσερα παιδιά, έξι εγγόνια και δύο αφτέρουγα αγγελούδια.

Αλλωστε είναι παρήγορο να αναπολώ το γαλήνιο ηλιοβασίλεμά σου. ‘Ενα τέλος ανώδυνο, ανεπαίσχυντο, ειρηνικό και αναμάρτητο.

Εφυγες, με την ψυχή σου γεμάτη θεόμορφες εικόνες και πλημμυρισμένη από από μια θάλασσα αγάπης.

Έφυγες, με εξοφλημένα όλα τα γραμμάτια της ανεπίληπτης ζωής σου.

Με το λαμπερό σου το μυαλό, που ο χρόνος σεβάστηκε τη διαύγειά του και το κράτησε αλώβητο ως την ύστερη ώρα, είχες σοφά προβλέψει, από χρόνια και για τα πιο απίθανα πράγματα, που μας αφορούσαν.

Κι είναι το σπίτι μας ολόγεμο από σένα.

Τριάντα φάκελοι – ντοσιέ, με καταγραμμένα λεπτομερώς όλα εκείνα τα στοιχεία, που συνέθεσαν τη μακρά πορεία της αχώριστης ζωής μας. Αμέτρητα χειρόγραφα, κοσμημένα με τη μοναδική τελειότητα της προσωπικής σου γραφής και πάντα με θρησκευτική προσήλωση στα ιδανικά σου.

Παρ’ ολ’ αυτά, η έλλειψή σου μου ματώνει την ψυχή.

Όμως και πάλι, ένας ήχος γλυκός – αγγελικός απαλύνει την οξύτητα του πόνου μου: Ακούω πεντακάθαρα τη φωνή σου, να μου απευθύνει καθημερινά αμέτρητες κι ολόθερμες ευχές και για την ελάχιστη φροντίδα μου σε σένα!

Απόψε σε ξενύχτισα καλέ μου. Κι ολονυχτίς σου σιγοψιθύριζα το συγκλονιστικό ποίημα του Κωστή Παλαμά “Στέλλα Βιολάντη” αφιερωμένο στην ομώνυμη νουβέλα του Γρ. Ξενόπουλου, που ήταν η αιτία της γνωριμίας μας.

Εσύ μια γνήσια ποιητική ψυχή, αναζητούσες από καιρό και δεν το ‘βρισκες το παραπάνω ποίημα, (άγνωστα τότε τα διαδίκτυα και τα κινητά).

Κι εγώ, που μόλις είχα αποφοιτήσει από την Παιδαγωγική Ακαδημία, να έχω κάνει την πτυχιακή μου πραγματεία με θέμα τη “Στέλλα Βιολάντη”. Τυχαία, σε μια φιλική συντροφιά, μας έγινε γνωστή η σύμπτωση. Η προσέγγιση ήταν πραγματικά καρμική και σηματοδότησε την υπόλοιπη ζωή μας. Γι αυτό και η αγάπη μας είχε τόσο ευγενή στηρίγματα. Ονειρικό το ξεκίνημα…

Δεν τελειώσαμε όμως εδώ. Εσύ τουλάχιστο δεν τέλειωσες ακόμα. Τα εκατοντάδες ποιήματά σου, αγλαός καρπός πολλών δεκαετιών, καθαρογραμμένα, φωτοτυπημένα με το συμβολικό τίτλο έτοιμο και την εικόνα του εξωφύλλου επίσης, περίμεναν το τυπογραφείο. Ομως, μετά το τελευταίο ατύχημά σου, αρνήθηκες να προχωρήσεις στην έκδοση του βιβλίου. Παρά τις θερμές παρακλήσεις μου και τη συχνά ενοχλητική επιμονή μου, ήσουν ανυποχώρητος και πρόβαλες χίλιες δύο δικαιολογίες όπως: “Δεν διαβάζει κανείς ποίηση σήμερα”, “Δεν χρειάζομαι πια προβολή”, κ.α.

Εδώ όμως θα σου χαλάσω το χατίρι Απολλόδωρε.

Αυτός ο πνευματικός πακτωλός με την απίστευτη ομορφιά, την εικονιστική δύναμη, τον πλόυτο των συναισθημάτων και την έντονη στοχαστική διάθεση, με την τέλεια στιχουργική αρμονία, υπόσχομαι πως δε θα μείνει στα συρτάρια.

Άσε μόνο να γαληνέψω λίγο από τον άφατο πόνο του παντοτινού μας αποχωρισμού.

Ελένη Πλαγιωτάκη-Σαατσάκη