Το αποτρόπαιο έγκλημα με τη δολοφονία της εικοσάχρονης Καρολάιν στα Γλυκά Νερά, που συντάραξε το πανελλήνιο, καθώς και όλα τα άλλα εγκλήματα κατά της ζωής και της περιουσίας που έχουν λάβει χώρα τον τελευταίο καιρό στην πατρίδα μας, όχι μόνο έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα ανασφάλειας στους κόλπους της κοινωνίας αλλά και έχουν αφήσει να διαφανεί η σκοτεινιά που είναι κρυμμένη στα κατάβαθα της ανθρώπινης ψυχής.

Εκεί, στο σκοτεινό υπόγειο της ψυχής, φαίνεται να είναι κρυμμένες οι δαιμονικές δυνάμεις του παραλογισμού που ελέγχουν τον άνθρωπο και τον κατευθύνουν να προβεί σε πράξεις κτηνώδεις, σε πράξεις που ούτε στα ζώα δεν ταιριάζουν. Ο «φωταδιστικός» πολιτισμός του δυτικού κόσμου μοιάζει να έχει απωθήσει αυτή την πλευρά της ανθρώπινης ψυχής, καθώς πίστεψε ότι όλα θα τα έλυνε ο ορθός λόγος.

Πρέπει, βέβαια, να δεχτούμε ότι ορθός λόγος συνέβαλε τα μέγιστα στην επιστημονική πρόοδο και στο πέρασμα του ανθρώπου σε μια νέα κατάσταση, όπου η ανθρώπινη ζωή καθορίζεται εν πολλοίς από την επιστήμη και τη γνώση, ωστόσο αυτή η σκοτεινή πλευρά της ψυχής δεν φωτίστηκε, αλλά παρέμεινε ερεβώδης, μια σκοτεινή άβυσσος.

Ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι έγραψε το 1864 το πρώτο σημαντικό του μυθιστόρημα με τίτλο «Το Υπόγειο». Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε πρώτο ενικό πρόσωπο, με τόνο εξομολογητικό, σαν να ήθελε ο συγγραφέας να εκφράσει την τραγικότητα της προσωπικής του ζωής. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ανάγνωση δείχνει πως το «Υπόγειο» εκφράζει πανανθρώπινες και πιο καθολικές αλήθειες.

Το μυθιστόρημα είναι ένα χτύπημα εναντίον όλων εκείνων των θεωριών και των ρευμάτων σκέψης που προσπαθούν να δώσουν μαζικές λύσεις στα ανθρώπινα προβλήματα και αγνοούν το ανθρώπινο πρόσωπο, αγνοούν δηλαδή το άγνωστο βάθος της ανθρώπινης ψυχής. Έτσι, την αμείλικτη κριτική του συγγραφέα δέχονται η αιτιοκρατία (ντετερμινισμός), ο ορθολογισμός, η εξελικτική θεωρία, ο κομμουνισμός, ο επιστημονισμός.

Ταυτόχρονα, κριτικάρονται από τον κεντρικό ήρωα όλες οι βεβαιότητες και καθετί που οι άνθρωποι θεωρούν ως «κανονικότητα».

Από αυτό το «εκρηκτικό» βιβλίο θα αντλήσω κάποια στοιχεία, προσπαθώντας να εισέλθω στο υπόγειο της ανθρώπινης ψυχής, μέσα στην  οποία, όπως γράφει ο Φ.Ν., βράζουν ένας σωρός αντίθετα στοιχεία. Κι αυτά τα στοιχεία «ζητούσαν να πεταχτούν έξω. Μα δεν το επέτρεπα αυτό», συνεχίζει, «δεν άφηνα να το κάνουν, δεν ήθελα να φανερωθούν!  Με βασάνιζαν έτσι που μ’  έκαναν να ντρέπομαι, θα μπορούσαν να μου φέρουν σπασμούς κι έλεγα, φτάνει πια!».

Η ψυχή του ανθρώπου είναι ένα ηφαίστειο που είναι έτοιμο να εκραγεί κάθε στιγμή, με απρόβλεπτες συνέπειες για τον ίδιο και τους γύρω του. Μάλιστα, όπως παρατηρεί ο συγγραφέας, όσο περισσότερο θαύμαζε «το Καλό, το Ωραίο και το Υψηλό», όλα δηλαδή όσα οι άνθρωποι θεωρούμε σοβαρά και σπουδαία, τόσο πιο βαθιά βυθιζόταν στο βούρκο και τόσο επιθυμούσε να βυθιστεί περισσότερο, θεωρώντας μάλιστα ότι αυτό ήταν επιλογή του και δεν γινόταν τυχαία:  ήταν, όπως εξομολογείται, «η φυσιολογική του κατάσταση».

Λίγο παρακάτω  αναφέρεται στη «λύσσα να κάνει κανείς το κακό για το κακό», μια παρατήρηση που δείχνει πόσο βαθιά μπορεί να είναι η διαστροφή της ανθρώπινης ψυχής. Πρόκειται για ένα «βρωμερό καταφύγιο», στο οποίο βυθίζεται ο άνθρωπος, ένα υπόγειο «αδιάκοπης μνησικακίας».

Για τον άνθρωπο αυτό που η ζωή του έχει σκεπαστεί από το παράλογο, όλοι εκείνοι οι ανθρώπινοι νόμοι του «δυο και δυο κάνουν τέσσερα» δεν ισχύουν. Γι’  αυτό οι άνθρωποι δεν ενεργούν πάντα για το καλώς εννοούμενο συμφέρον τους, ενώ γνωρίζουν ποια είναι τα πραγματικά τους συμφέροντα. Έτσι όμως παύει να ισχύει το σωκρατικό «ουδείς εκών κακός», καθώς οι άνθρωποι αφήνουν τα πραγματικά συμφέροντά τους κατά μέρος «και ρίχνονται στην τύχη, αδιάφορο σε ποιο δρόμο, όπου πάνε να ριψοκινδυνέψουν χωρίς τίποτα και κανένας να τους αναγκάζει σ’  αυτό, σαν νά  ΄θελαν ακριβώς ν’  αποφύγουν τον καλό δρόμο, για να χαράξουν εκ προθέσεως και πεισματικά κάποιον άλλο πολύ δύσκολο, πολύ απίθανο, που θέλουν να τον βρουν ψηλαφώντας».

καρολαιν γλυκά νερά
Νομίζω πως από αυτή την πολύ σύντομη αναφορά στον παγκόσμιας εμβέλειας Ρώσο συγγραφέα, μπορεί κανείς να καταλάβει πως το πρόβλημα που λέγεται έγκλημα και εγκληματικότητα έχει βαθιές ρίζες στην ίδια την ανθρώπινη ψυχή και στις αντιφάσεις που κρύβει μέσα της. Φως και σκοτάδι συνυπάρχουν εντός μας. Ένα φωτεινό μπαλκόνι ανοιχτό στον κόσμο κι ένα σκοτεινό υπόγειο που το κρατούμε κρυφό και δεν τολμούμε καν να κοιτάξουμε εντός του, γιατί φοβούμαστε αυτό που θα δούμε, αυτό είναι η ψυχή μας.

Φοβούμαστε να δεχτούμε πως αυτός ο σκοτεινός χώρος είναι κομμάτι του εαυτού μας, πως είμαστε εμείς. Κι όμως δεν είναι λίγες οι φορές που τον βλέπουμε να ανοίγει και να βγαίνουν από μέσα τερατόμορφα θηρία και φίδια ιοβόλα και διερωτώμαστε τότε πώς ένας νομοταγής, φιλήσυχος και ήρεμος άνθρωπος μπόρεσε να προβεί σε πράξεις που δεν χωράει το ανθρώπινο μυαλό. Προπάντων αυτό συμβαίνει, όταν ο άνθρωπος πειστεί ότι είναι μόνο σκοτάδι, όταν, εκουσίως ή ακουσίως, δεν ανοίγει την  ψυχή του απέναντι στο φως του ήλιου της αγάπης, της δικαιοσύνης και της λογικής.

Το γεγονός πάντως ότι έτσι είναι ο άνθρωπος δεν μας επιτρέπει να μείνουμε αδρανείς. Η ανθρωπότητα, βέβαια, έχει κάνει βήματα όχι για να εξαλείψει και να αφαιρέσει από την ψυχή τη σκοτεινή της πλευρά, πράγμα αδύνατο, αφού η πλευρά αυτή είναι μέρος της (το δείχνουν με τον πιο τρανταχτό τρόπο οι πόλεμοι που δεν λένε να σταματήσουν), αλλά για να ρίξει περισσότερο φως μέσα της, ώστε το σκοτάδι να υποχωρήσει και το υπόγειο της ψυχής να φωτιστεί όσο γίνεται περισσότερο. Η ψυχή μας είναι σαν τη σελήνη:  η στραμμένη προς τον ήλιο πλευρά της είναι φωτεινή, ενώ συμβαίνει το αντίθετο με την άλλη πλευρά.

Κι εμείς για να είμαστε φωτεινοί, πρέπει να στρεφόμαστε προς το φως. Αυτό, βέβαια, δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με εντολές και με νόμους ή με αστυνομικά μέτρα και πολύ λιγότερο με κλειστά ιδεολογικά ή πολιτικά συστήματα (δυστυχώς εκεί το κακό έλαβε συλλογικό χαρακτήρα, όπως π.χ. έγινε στο ναζισμό). Απαιτείται η αντιμετώπιση του ανθρώπου ως προσώπου, ως μοναδικής και ανεπανάληπτης υπάρξεως, με τα δικά της μοναδικά χαρακτηριστικά και τη δική της αξία.

Έτσι είδε τον άνθρωπο ο χριστιανισμός, ανεβάζοντάς τον τόσο ψηλά, ώστε να τον αποκαλέσει «ζώον θεούμενον» , δηλαδή ζωντανή ύπαρξη που τείνει προς τη θέωση, και «θεόν κεκελευσμένον», δηλαδή ον που έχει λάβει την εντολή να γίνει θεός, ζώντας τη ζωή της αγάπης, της δικαιοσύνης και της αρετής.

Αν έτσι αντιμετωπιστεί ο άνθρωπος από το σχολείο και όλους τους παιδευτικούς φορείς, τότε τα πράγματα θα οδηγηθούν προς το καλύτερο, χωρίς ωστόσο να περιμένουμε ποτέ ότι το σκοτεινό υπόγειο της ανθρώπινης ψυχής θα φωτιστεί ολοκληρωτικά και άρα το κακό θα υπάρχει «έως της συντελείας των αιώνων». Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Χριστός αποκάλεσε το διάβολο «άρχοντα του κόσμου τούτου».

Γι’  αυτό, πρέπει να κοιτάξουμε μέσα στην ψυχή μας και να τολμήσουμε να δούμε και τις δυο της πλευρές:  και τη φωτεινή και τη σκοτεινή.  Τότε θα καταλάβουμε ότι τείνουμε προς το φως, πορευόμενοι όμως ναγκαστικά μέσα στα σκοτάδια του κόσμου και αγωνιζόμενοι να ρίξουμε φως στη σκοτεινή πλευρά της ψυχής μας. Αλλά τελικός σκοπός μας είναι το φως.

 

* Ο Γιάννης Γ. Τσερεβελάκης είναι φιλόλογος- θεολόγος