Θα ήθελα πολύ να συμφωνήσω με τη φράση που αποδίδεται στον Karl Marx ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, αλλά τη δεύτερη φορά ως φάρσα. Η πραγματικότητα, όμως, που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες με την επίθεση του Πούτιν στην Ουκρανία με οδηγεί σε άλλες σκέψεις και προβληματισμούς.

Αν η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα οι πόλεμοι μόνο φάρσα, δεν μπορούν να θεωρηθούν. Γιατί όλοι οι πόλεμοι στην ανθρώπινη διαδρομή είχαν ένα πανομοιότυπο χαρακτηριστικό, τις απώλειες. Υλικές, οικονομικές, πολιτικές, εδαφικές που δυστυχώς δημιουργούν εκτοπισμούς ανθρώπων, αλλά κυρίως απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Και στο σημείο αυτό η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία.

Υπηρετώντας στον Τομέα Αλλοδαπών της Δ/νσης Αστυνομίας Ηρακλείου σχεδόν τριάντα χρόνια, τα περισσότερα ως προϊστάμενος, παρακολούθησα πολλές φορές και συμμετείχα, επίσης, στην υποδοχή προσφύγων πολέμου και μεταναστών. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στη δεκαετία του ’90 υποδεχτήκαμε χιλιάδες μετανάστες από την Αλβανία και την Πρώην Σοβιετική Ένωση. Τις δυο πρώτες δεκαετίες του αιώνια που διανύουμε χιλιάδες πρόσφυγες από τις εμπόλεμες χώρες Ιράκ και Συρία μαζί με παράνομους οικονομικούς μετανάστες, οι περισσότεροι από Πακιστάν και Αφγανιστάν, πέρασαν τα σύνορα της Ευρώπης με σημείο εισόδου την Ελλάδα.

Η Ελληνική Αστυνομία βρέθηκε στην πρώτη γραμμή μαζί με το Λιμενικό Σώμα και τους έδωσε τις πρώτες βοήθειες στα νησιά του Αιγαίου που ήταν η κύρια πύλη εισόδου. Ενδεικτικά αναφέρω εδώ ότι το πρώτο οκτάμηνο του 2015 εισήλθαν στην Ελλάδα 793.370 άνθρωποι. Αριθμός μεγαλύτερος από τον πληθυσμό της Κρήτης που είναι 62.3065 κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ο οποίος, αν διαιρεθεί δια του 8 μας δίδει 99.171 περίπου μετανάστες. Μια πόλη, δηλαδή, μετανάστευε ή κατέφευγε στην Ελλάδα κάθε μήνα.

Ήρθε τότε στην επικαιρότητα το θέμα  τι είναι μετανάστης και τι πρόσφυγας και πώς ορίζεται η ιδιότητα του πρόσφυγα στο άρθρο 1Α της σύμβασης της Γενεύης του 1951. Πραγματικά, έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά η οικονομική μετανάστευση και διαφορετικά η προσφυγιά, παρόλο που η χώρα υποδοχής αντιμετωπίζει πολλά όμοια προβλήματα είτε φιλοξενεί πρόσφυγες είτε μετανάστες ως προς την διασφάλιση των βασικών αγαθών που δικαιούται κάθε άνθρωπος.

«Πρόσφυγας ορίζεται ότι είναι κάθε άνθρωπος που εξαιτίας δικαιολογημένου φόβου, δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την υπηκοότητα και δεν δύναται ή λόγω του φόβου τούτου δεν επιθυμεί να απολαμβάνει της προστασίας της χώρας αυτής…». Μετανάστης είναι αυτός που μετακινείται σε μια χώρα για να εγκατασταθεί ως μόνιμος κάτοικος αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.

Ο Καζαντζάκης, ωστόσο, δεν θα συμφωνούσε μαζί μας. Για τον μεγάλο Κρητικό συγγραφέα δεν υπήρξαν ποτέ μετανάστες, θεωρούσε ότι όλοι είναι πρόσφυγες, όλοι έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, είναι ξεριζωμένοι από τις πατρίδες τους άνθρωποι. Πέρα από τον βαθύ καζαντζακικό στοχασμό υπάρχει, δυστυχώς, η αντικειμενική λογική και είναι, ίσως, απαραίτητος ο διαχωρισμός.

Πόσο ισχύει, όμως, αυτός ο διαχωρισμός στον συνειδησιακό κόσμο του πολίτη μιας δυτικής ευημερούσας χώρας; Η μετανάστευση και η προσφυγιά είναι ένας πίνακας πραγματικοτήτων. Δοκιμάζεται, συνεχώς, στον πίνακα αυτό η δυνατότητα σύγκλισης δυο διαφορετικών δεδομένων, αφενός η ανοχή και η δεκτικότητα μιας κοινωνίας στον «ξένο» και αφετέρου η δυνατότητα ενός «ξένου» να σεβαστεί τα όρια και τον τρόπο ζωής μιας κοινωνίας στην οποία έρχεται να ζήσει ηθελημένα ή αθέλητα.

Σε ποιο βαθμό, παραδείγματος χάριν, θα αντιμετωπίζαμε χωρίς φοβικά συναισθήματα, χωρίς να μας κυριεύει η υποψία της πληθυσμιακής μας αλλοτρίωσης,  αν στα κατάμεστα από ηρακλειώτικο κοινό Κηποθέατρα βλέπαμε, ένα καλοκαίρι, δεκάδες θεατές από το Πακιστάν, τις αφρικανικές χώρες και από αλλού να παρακολουθούν μια θεατρική παράσταση και να ξέρουμε ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που έρχονται από εντελώς διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα δεν είναι περαστικοί, αλλά, διαμένουν στην πατρίδα μας; Δεν ξέρω, αν ο φόβος του «ξένου» είναι δικαιολογημένος και σε ποιο βαθμό ή αν σταδιακά ο φόβος αυτός οδηγεί σε προκαταλήψεις και τελικά σε ρατσιστικές συμπεριφορές κι αν οι μετανάστες ή οι πρόσφυγες κάνουν την δική τους προσπάθεια να ενταχθούν στο νέο τους περιβάλλον.  Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες.

Γνωρίζοντας αυτές τις αποκλίσεις και παρόλο που γινόμαστε «στο ίδιο έργο θεατές», όταν τα καραβάνια των Ουκρανών μανάδων με τα βρέφη τους περνούν τα σύνορα της πατρίδας τους και ζητούν φιλοξενία  από τις όμορες χώρες της Ευρώπης,      αισθανθή- καμε ευχάριστα με την «υποδοχή» που τους επεφύλαξαν.

Ήταν πολύ διαφορετική από τον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν οι πρόσφυγες από τη Συρία.  Ήταν μια διαφορετική πολιτική η οποία υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση που φάνηκε περισσότερο αποφασισμένη και πιο ενωμένη στην παρούσα στιγμή, απ’ ό,τι στις προηγούμενες προσφυγικές κρίσεις.

Είναι δύσκολο να πειστούμε ότι η μοίρα των προσφύγων έγινε ξαφνικά ρόδινη. Αλλά, όταν βρίσκεις μια στέγη και τροφή εκεί που πας, κυνηγημένος από τον πόλεμο και ίσως μια απασχόληση για να κερδίζεις οικονομικά τη ζωή σου, έως ότου μπορέσεις να επιστρέψεις στην πατρίδα σου, είναι διαφορετικό από το να ζεις ολόκληρους μήνες στα λασπόνερα της Μόρια ή σε δομές φιλοξενίας που δίνουν, θα πρέπει να δεχτούμε, μια λύση στο πρόβλημα της διαμονής  κυρίως των μεταναστών, αλλά και των προσφύγων, εάν οι ροές είναι πολύ πυκνές.

Στην πατρίδα μας  μέχρι τις 16 Μαΐου 2022, με βάση τα στοιχεία του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, από την αρχή του πολέμου, 28.041 Ουκρανοί υπήκοοι πέρασαν τα ελληνικά σύνορα, από τους οποίους 7306 είναι ανήλικοι. Άνθρωποι οι περισσότεροι από τους οποίους θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους κάποτε. Το ερώτημα είναι σε ποια πατρίδα και πότε θα μπορέσουν να γυρίσουν πίσω; Τι θα έχει απομείνει από την Ουκρανία, μετά το τέλος του πολέμου;

Θα χρειαστεί, ίσως, να φιλοξενηθούν για πολύ. Ελπίζω αυτές οι νέες γυναίκες που έρχονται κατά χιλιάδες στην Ευρώπη να μην γίνουν τα επόμενα θύματα σωματεμπορίας, διότι ζήσαμε όλοι μας την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και του ανατολικού μπλοκ και αντιμετωπίσαμε το απαράδεκτο φαινόμενο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης πολύ μεγάλου αριθμού  γυναικών, στην πλειοψηφία τους νέων κοριτσιών, που ήρθαν από εκεί.

Σε κάθε περίπτωση και για όσο χρειαστεί να μείνουν στην πατρίδα μας ή στις ευρωπαϊκές χώρες οι πρόσφυγες, ας προσπαθήσουμε, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, να μην τους αντιμετωπίσουμε ως «ξένους» ή «ανεπιθύμητους», αλλά να συνεχίσουμε την ίδια ανθρώπινη συμπεριφορά που δείξαμε όταν έφτασαν στα σύνορα. Πάλι ο στοχασμός του Καζαντζάκη θα μας μιλήσει εδώ «Πολλές είναι», θα πει, «οι αρετές του ανθρώπου. Μα μια από τις μεγαλύτερες είναι ν’ αγαπάς τους ξένους που έρχονται στον τόπο σου».

Όσο για τα ισχυρά κράτη της Γης θα πρέπει να ασκούν πολιτικές, όχι με γνώμονα την κατάκτηση γεωστρατηγικών στόχων ή την επίδειξη ισχύος, αλλά με στόχο την ειρήνη και την ευημερία των λαών. Να ασκούν πολιτικές στήριξης των αδύναμων κρατών, ώστε μακροπρόθεσμα να περιοριστεί η μετανάστευση εξαθλιωμένων οικονομικά ανθρώπων.

*Ο Μανόλης Ζαχαριουδάκης  είναι Α’ αντιπρόεδρος Ελληνικού Εθνικού Τμήματος  και  πρόεδρος της Τοπικής  Διοίκησης Ηρακλείου της Διεθνούς Ένωσης Αστυνομικών