Η «Ολυμπιακή Εκεχειρία» είναι μια άγνωστη έννοια σήμερα. Όμως, ο θεσμός της «Ιερής Εκεχειρίας» καθιερώθηκε τον 8ο αιώνα π.Χ..
Οι εμπνευστές και δημιουργοί της, οι αρχαίοι Έλληνες βασιλιάδες, Ίφιτος, Κλεοσθένης και Λυκούργος, υπέγραψαν τη μεγαλύτερη σε διάρκεια συμφωνία ειρήνης στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ήταν η «Ολυμπιακή Εκεχειρία», η οποία αργότερα επικυρώθηκε ως συνθήκη και από τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις-κράτη.
Η διεθνής αυτή συμφωνία προέβλεπε ότι, όλες οι εχθροπραξίες αναβάλλονται κατά τη διάρκεια της «Ιερής Εκεχειρίας», η οποία άρχιζε επτά ημέρες πριν την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων και έληγε την έβδομη ημέρα μετά τη λήξη των Αγώνων.
Η Εκεχειρία αυτή εξασφάλιζε ότι όλοι οι αθλητές, οι συμμετέχοντες αποστολές, αλλά και οι θεατές των Ολυμπιακών Αγώνων, μπορούσαν να ταξιδέψουν με ασφάλεια στην αρχαία Ολυμπία και να επιστρέψουν μετά στις πατρίδες τους.
Μπορεί αυτό να ήταν απαραίτητο στην αρχαία Ελλάδα για την ομαλή διεξαγωγή των Αγώνων, αλλά στον σύγχρονο κόσμο η εκεχειρία έχει επανέλθει ως συμβολισμός του ειρηνικού ανταγωνισμού μέσω του αθλητισμού, και συνιστά περισσότερο ευχή παρά δέσμευση.
Μέσα σε ένα ταραχώδες έτος, με δύο σοβαρά πολεμικά μέτωπα ανοιχτά, στην Ουκρανία και στη Γάζα, οι διακηρύξεις για εκεχειρία κατά τη διάρκεια των φετινών Ολυμπιακών Αγώνων, ακούγονται περισσότερο ουτοπικές από ποτέ. Πόσο μάλιστα, μετά και από τη δολοφονία του ηγέτη της «Χαμάς» από το Ισραήλ…
Είναι λυπηρό το γεγονός ότι η Ολυμπιακή Εκεχειρία, που για δώδεκα αιώνες αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο των Ολυμπιακών Αγώνων, δεν εφαρμόζεται πια στις μέρες μας.
Η «συμφωνία» για Εκεχειρία έχει τεθεί εκτός λειτουργίας και στους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού και δεν είναι φυσικά η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό.
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) υιοθέτησε το ψήφισμα για την Ολυμπιακή Εκεχειρία τον περασμένο Νοέμβριο, με την εκτίμηση πως αυτή είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
Ο πρόεδρος της ΔΟΕ επίσης τόνισε – με περίσσια υποκρισία – ότι «οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι η μόνη διοργάνωση που φέρνει κοντά ολόκληρο τον κόσμο και είναι η ευκαιρία μας να στείλουμε το μήνυμα στον κόσμο ότι μπορούμε να έρθουμε κοντά, ακόμη και σε καιρούς πολέμου και κρίσεων, ότι μπορούμε να συνεργαστούμε για ένα καλύτερο μέλλον».
Η ταραχώδης όμως διεθνής συγκυρία, συνιστά περισσότερο πρόκληση, παρά ευκαιρία.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, όπως συνηθίζει να κάνει πάντα, έτσι και τώρα ακολούθησε πιστά την πολιτική της ουδετερότητας και υπεραμύνθηκε μάλιστα αυτής της πολιτικής, με το σκεπτικό ότι με αυτήν την στάση αντιτάσσεται στις διακρίσεις και υπηρετεί τα ολυμπιακά ιδεώδη που επιδιώκουν να ενώσουν τον κόσμο.
Αγνοεί όμως η ΔΟΕ ή κάνει ότι δεν καταλαβαίνει πως η πολιτική ουδετερότητα εν καιρώ πολέμου γίνεται η ίδια στόχος. Το είδαμε να συμβαίνει πρόσφατα στην φετινή διοργάνωση του μουσικού διαγωνισμού της Eurovision, όπου η ατμόσφαιρα ήταν περισσότερο πολιτικά φορτισμένη, παρά μουσικά…
Πριν την έναρξη των φετινών Ολυμπιακών Αγώνων, αρκετοί διαδηλωτές υπέρ της Παλαιστίνης ζητούσαν να επιβληθούν περιορισμοί στην ολυμπιακή αποστολή του Ισραήλ, κάτι που ίσχυε ήδη για τους αθλητές από τη Ρωσία, οι οποίοι αγωνίζονται σε όλες τις διεθνείς διοργανώσεις χωρίς τη σημαία τους, ύστερα από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με το τέλος των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου.
Δεν έγινε όμως αποδεκτό το αίτημα των διαδηλωτών, καθώς θεωρήθηκε ότι υπάρχει μια ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στα δύο πολεμικά μέτωπα: «Το Ισραήλ, όσο κι αν επικρίνεται διεθνώς για τις πολεμικές του τακτικές, δεν επιτέθηκε πρώτο αλλά απάντησε ως αμυνόμενο κράτος σε μια τρομοκρατική επίθεση που δέχθηκε εντός του εδάφους του, με θύματα αθώους πολίτες», λέει το σχετικό αφήγημα.
Η παλαιστινιακή αθλητική κοινότητα όμως, υπολόγιζε στην δύναμή της και τα 170 μέλη της που θυσιάστηκαν στο βωμό του πολέμου, ενώ οι εναπομείναντες αθλητές της αντιμετώπιζαν σημαντικά εμπόδια κατά την προετοιμασία τους για την πρόκριση. Ακόμα και η πείνα ήταν ένα από αυτά τα εμπόδια.
Έτσι, η ολυμπιακή αποστολή των Παλαιστινίων, όχι μόνο αποδεκατίστηκε, αλλά και δεν λειτούργησε καν για εκείνη η ιδέα του «Ευ Αγωνίζεσθαι»…
Σύμφωνα με τον μύθο, ουσιαστικά η Ολυμπιακή Εκεχειρία δημιούργησε την ιδέα της τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων. Επρόκειτο για μια ειρηνευτική συμφωνία η οποία διήρκεσε για περισσότερα από 1.200 χρόνια στη διάρκεια της ιστορίας. Μια εκεχειρία που αναβίωσε για να προσφέρει ελπίδα και ευκαιρία για διάλογο. Να ενθαρρύνει και να εμπνεύσει την ανθρωπότητα να ενστερνιστεί περισσότερο την ειρήνη.
Αυτή ήταν και η επιδίωξη του βασιλιά Ίφιτου της Ήλιδoς, όταν απευθύνθηκε στο μαντείο των Δελφών, αναζητώντας τρόπο για τον τερματισμό των ατελείωτων τότε εχθροπραξιών ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις-κράτη.
Σύμφωνα πάντα με τον μύθο, το μαντείο των Δελφών συμβούλευσε τον Ίφιτο να διοργανώνει κάθε τέσσερα χρόνια αθλητικούς αγώνες στην Αρχαία Ολυμπία για να «σπάσει» ο κύκλος της σύγκρουσης και να αντικατασταθεί ο πόλεμος με φιλικό αθλητικό ανταγωνισμό.
Μετά και από τον χρησμό των Δελφών, ο Ίφιτος ζήτησε τη συνεργασία του βασιλιά της Σπάρτης Λυκούργου και του βασιλιά της Πίσσας, Κλεοσθένη. Μαζί συμφώνησαν να υπογράψουν το μακροβιότερο σύμφωνο ειρήνης, την Ολυμπιακή Εκεχειρία και αναβίωσαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ολυμπία, το 776 π.Χ..
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αναβίωσαν στη σύγχρονη εποχή, στην Αθήνα το 1896, εξυμνώντας τις ανθρώπινες αξίες, την ευγενή άμιλλα και την ειρηνική συνύπαρξη, μέσα από τον αθλητισμό, τις αξίες και τις αρχές του Ολυμπισμού, όλων των ανθρώπων και όλων των πολιτισμών. Κατά τα τέλη της τελευταίας χιλιετίας, δημιουργήθηκε ένα ισχυρό κίνημα για την αναβίωση της Ολυμπιακής Εκεχειρίας.
Το σύνθημα που προέτασσε το κίνημα ήταν σαφές για την εποχή εκείνη, αλλά μάλλον πολύ φιλόδοξο και άκρως ουτοπικό για την δική μας εποχή: «Αν καταφέρουμε να έχουμε ειρήνη για 16 ημέρες, ίσως μια μέρα να μπορέσουμε να έχουμε ειρήνη για πάντα».
Ούτε καν για 16 ημέρες μπορούν να περιμένουν τα συμφέροντα των πολέμων σήμερα, γιατί το οικονομικό κόστος μιας τέτοιας «ανάπαυλας» είναι τεράστιο. Φανταστείτε πόσο τεράστια είναι τα κέρδη τους από τις μακροχρόνιες πολεμικές συγκρούσεις!
Αυτές τις 16 ημέρες, όλοι εμείς οι απαθείς θεατές, οι «εθισμένοι της οθόνης», θα εστιάζουμε το ενδιαφέρον μας στα κουτσομπολιά και στα «κραξίματα» των τελετών έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Πόλη του Φωτός, θα αναλισκόμαστε σε αισθητικές αντιπαραθέσεις και άδικες συγκρίσεις ανάμεσα στο «Αθήνα 2004» και το «Παρίσι 2024» και θα αναζητούμε να μάθουμε πόσα χρυσά, πόσα αργυρά και πόσα χάλκινα μετάλλια κατακτήθηκαν φέτος στο Παρίσι, από των «ευγενών Αγώνων την ορμή».
Δεν θα θέλουμε όμως να ξέρουμε, πόσα παιδιά ενός άλλου κατώτερου θεού, θανατώθηκαν τις ίδιες μέρες κάπου αλλού, από την καταστροφική ορμή του «βίαιου διδάσκαλου».
Οι σημερινές ανθρώπινες «αξίες» απέχουν παρασάγγας από τις αρχές του Ολυμπισμού.
Το «Αρχαίο Πνεύμα» του Ολυμπιακού ιδεώδους της ειρήνης και της συναδέλφωσης των λαών, αναλώνεται πια σε παγκόσμιες εμπορικές φιέστες μεγάλων χορηγών και τεράστιων πολυεθνικών. Το «ωραίο», το «μεγάλο» και τ’ «αληθινό», αντικαταστάθηκαν από τα άσχημα, τα μικρά και τα ψεύτικα, ενός κόσμου σκληρού, απάνθρωπου και αδιάφορου, που επιμένει όμως να αποκαλείται… «πολιτισμένος».
Αν υπήρξε – για μένα – μια μαγική στιγμή στους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, αυτή ήταν σίγουρα η στιγμή κατά την τελετή έναρξης, όπου ο δικός μας Γιάννης Αντετοκούνμπο, μέσα από το πλοιάριο της ελληνικής αποστολής που διέσχιζε τον Σηκουάνα, εντόπισε τη μάνα του σε σημείο της όχθης του ποταμού, κάπου ανάμεσα στους θεατές και την χαιρέτησε. Αυτή η στιγμή νομίζω πως άξιζε όλου του κόσμου τα… μετάλλια!