Έρχεται σαν τον πυρετό. Απρόσκλητος κι ανεπιθύμητος. Δεν ξέρουμε πότε ακριβώς θα ‘ρθει, αλλά είμαστε σίγουροι πως δεν θα μας ξεχάσει! Είναι ο οργισμένος Εγκέλαδος, ο αρχηγός των Γιγάντων, που σύμφωνα με τη μυθολογία είναι θαμμένος βαθιά μέσα στη μάνα του τη Γη, κάτω από τις τεκτονικές πλάκες, που τις χτυπά δυνατά με μανία, μετατοπίζοντάς τις κάθε φορά που θυμώνει, κάθε φορά που εξοργίζεται. Κι εμείς, οι θνητοί, φθαρτοί, ανήμποροι κι αδύναμοι «ένοικοι» της επιφάνειας, αφουγκραζόμαστε τρομαγμένοι και σιωπηλοί την «ταραχή» στα «σωθικά» της Γης και κάνουμε την προσευχή μας να μη συμβεί το κακό. Είναι, άλλωστε, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εκείνη τη δύσκολη στιγμή.
Ο σεισμός, αν και είναι ένα φυσικό φαινόμενο, μπορεί να προκαλέσει μεγάλες καταστροφές. Καταφέρνει να είναι πάντα επίκαιρος και δικαίως γίνεται πρώτο θέμα στην ειδησεογραφία, κάθε φορά που κάνει την εμφάνισή του. Όταν δεν έχει ανθρώπινα θύματα, αποτυπώνεται απλά ως δόνηση, με εστία και ένταση, στα καταγραφικά όργανα των σεισμολόγων, που γρήγορα ξεχνιέται και η απειλή του έχει ανασταλτικό χαρακτήρα.
Όταν όμως έχει ανθρώπινα θύματα, καταγράφεται συνήθως ως τραγωδία. Ως μια σύγχρονη τραγωδία, που μας επιβεβαιώνει το πόσο αδύναμος είναι τελικά ο άνθρωπος μπροστά στη μανία της φύσης, που η ματαιοδοξία και η απληστία του τον κάνει να πιστεύει και να ξεγελιέται κάποιες φορές πως την έχει δαμάσει… Σε μια τέτοια τραγωδία μετατράπηκε η επέλαση του Εγκέλαδου, πριν από λίγες μέρες, στη γειτονική μας Αλβανία. Οι πρωταγωνιστές αυτής της τραγωδίας είναι οι 52 νεκροί που ανασύρθηκαν από τα ερείπια, οι 3.000 τραυματίες που κατάφεραν όμως να επιζήσουν και οι 6.000 άστεγοι που βρέθηκαν στο δρόμο. Συντρίμμια παντού στον τόπο της καταστροφής. Μα πιο πολλά τ’ ανθρώπινα! Είναι εκείνοι που καταδικάστηκαν «ερήμην» να…θυμούνται!
Όλοι εμείς οι υπόλοιποι, που κάθε φορά γινόμαστε «μάρτυρες εξ αποστάσεως», μιας σεισμικής καταστροφής, χωρίς δικές μας αρνητικές συνέπειες, θα πρέπει να αντλούμε δύναμη, γνώση, εμπειρία και ετοιμότητα, «δια παν ενδεχόμενο»!
H χώρα μας έχει, δυστυχώς, το θλιβερό προνόμιο να παρουσιάζει υψηλή σεισμικότητα. Σχεδόν το 50% της σεισμικής ενέργειας της Ευρώπης εκλύεται στην Ελλάδα. Σε παγκόσμια κλίμακα βρίσκεται στην 6η θέση. Αν και κατέχει μόλις το 0,02% της επιφάνειας της Γης, απελευθερώνει το 2% της παγκόσμιας σεισμικής ενέργειας κάθε χρόνο.
«Η Ελλάδα, αν και είναι μια χώρα με υψηλή σεισμικότητα, έχει χαμηλή σεισμική επικινδυνότητα», μας λένε οι ειδικοί. Δύο κύριοι παράγοντες συμβάλλουν στο να έχουμε χαμηλή επικινδυνότητα: Κατά πρώτον, οι εστίες των μεγάλων σεισμών βρίσκονται κατά κανόνα στον υποθαλάσσιο χώρο και αυτό μας σώζει και κατά δεύτερον, μετά τους σεισμούς του 1953, η Πολιτεία θέσπισε αντισεισμικούς κανονισμούς στις κατασκευές των κτηρίων, που σταδιακά ενισχύθηκαν με περισσότερη γνώση αλλά και εμπειρία.
Παλαιότερα αντιμετωπίζαμε την κινδυνολογία περί σεισμών στη χώρα μας, ως θέμα ταμπού εν καιρώ «σεισμικής ειρήνης». Τώρα πια, γνωρίζουμε πολύ καλά πως χειρότερο και από την κινδυνολογία είναι ο εφησυχασμός! Έχοντας συνειδητοποιήσει πλέον ότι ζούμε σε μια εξόχως «ύποπτη» σεισμογενή περιοχή, οφείλουμε και να έχουμε διαμορφώσει την ανάλογη «κουλτούρα», για την αντιμετώπιση μιας οποιασδήποτε μελλοντικής «απειλής». Τον πρώτο λόγο για τη διαμόρφωση αυτής της «κουλτούρας» τον έχει η Πολιτεία μαζί με τις αρμόδιες για το θέμα υπηρεσίες της. Εκείνες τις υπηρεσίες που αναλαμβάνουν και την ευθύνη, της όλης επιχειρησιακής ετοιμότητας και δράσης σε τέτοιες περιπτώσεις.
Η Πολιτεία όμως δεν θα πρέπει να σκέφτεται τον σεισμό μόνο μετά την εκδήλωσή του, αλλά κυρίως να προετοιμάζεται και να θωρακίζεται πριν να συμβεί αυτός. Οφείλει να ενημερώνει διαρκώς τους πολίτες και να τους προτρέπει να συζητάνε με τις οικογένειές τους τρόπους αντιμετώπισης ενός φυσικού φαινομένου, που αναμφίβολα αποτελεί μέρος της καθημερινότητάς μας. Στις ασκήσεις είμαστε όλοι καλοί, αλλά τα χαλάμε λίγο στην πράξη. Το διαπιστώσαμε σε πραγματικό χρόνο μάλιστα, στο «τεστ ετοιμότητας» που μας επιφύλαξε κι εμάς ο Εγκέλαδος την περασμένη Τετάρτη, με την διόλου ευκαταφρόνητη ένταση των 6 ρίχτερ!
Δεν φάνηκαν όμως και τόσο έτοιμες οι τοπικές μας υπηρεσίες να αναλάβουν δράση!
Στα σχολικά συγκροτήματα της πόλης μας, χιλιάδες μαθητές που είχαν συγκεντρωθεί στις αυλές των σχολείων εκείνη τη μέρα, χρειάστηκε να περιμένουν για περισσότερη από μια ώρα, μέχρι να καταφέρουν τελικά να συνεννοηθούν οι δαιδαλώδεις εμπλεκόμενες μεταξύ τους υπηρεσίες και να ανακοινώσουν αργότερα την τελική τους απόφαση.
Η ευθύνη, βλέπεται, είναι ένα δυσβάσταχτο «βάρος» που κανένας δεν επιθυμεί να το σηκώσει μόνος του. Με ρυθμούς «υπηρεσιακής χελώνας» και με βραχυκυκλωμένα τα γραφειοκρατικά αντανακλαστικά αντίδρασης, δεν περιμένεις να διαμορφώσεις εκείνη την «κουλτούρα» που λέγαμε, όταν μάλιστα αναφέρεσαι στην κατ’ εξοχήν «κρίσιμη μάζα» της κοινωνίας μας, όπως είναι τα παιδιά μας.
Οι ασκήσεις σεισμού στα σχολεία της επικράτειας, που εθιμοτυπικά πλέον επιβάλει το Υπουργεί Παιδείας να γίνονται σταθερά στις αρχές κάθε Οκτώβρη και τις οποίες οι μαθητές αντιμετωπίζουν ως ευκαιρία χαλάρωσης και εκτόνωσης, δεν αποτελούν σίγουρα ολοκληρωμένο μάθημα ετοιμότητας, αλλά απλώς μια «υποχρέωση» του κράτους απέναντι στους πολίτες του, που πρέπει να «βγει» όπως-όπως.
Σε μια υποθετική περίπτωση ισχυρού σεισμού στην περιοχή μας, τα εν δυνάμει θύματα δεν θα βρεθούν κατ’ ανάγκη καταπλακωμένα στα ερείπια που αυτός θα έχει προκαλέσει. Ένας σοβάς, ένα κομμάτι από την οροφή ενός κτιρίου, μια πέτρα που προεξέχει σε κάποιο στηθαίο ή μπαλκόνι, είναι αρκετά για να σκοτώσουν ή να τραυματίσουν άνθρωπο κατά την πτώση τους. Τότε θα μιλάμε άραγε για πληγέντες από τον σεισμό ή από την αδιαφορία;
Πολλά από τα σχολικά μας συγκροτήματα βρίσκονται σήμερα, δυστυχώς, σε τραγική κατάσταση, με πλημμελή την συντήρησή τους και με απρόθυμες τις αρμόδιες υπηρεσίες να ανταποκριθούν άμεσα, επικαλούμενες διαρκώς «φόρτο εργασίας».
Έχει περάσει τουλάχιστον μια δεκαετία από τότε που ελέχθησαν τα σχολικά κτήρια για την στατικότητά τους. Πόσα χρόνια άραγε θα πρέπει να περάσουν ακόμα για να ελεγχθούν ξανά; Ενδεχομένως και άλλα γερασμένα δημόσια κτήρια χρήζουν ελέγχου. Θα πρέπει ταυτόχρονα να καταβάλλεται συνεχής προσπάθεια για τη βελτίωση και αναπροσαρμογή των σχεδίων εκτάκτου ανάγκης, ανάλογα με την ιδιαιτερότητα της κάθε περιοχής.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η απότομη ελάττωση του όγκου των πετρωμάτων σε κάποιες περιοχές στα έγκατα της Γης, στα οποία επικρατούν μεγάλες πιέσεις, έχει ως συνέπεια τη μετατόπιση ύλης για να γεμίσει το κενό που δημιουργείται και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη «γέννηση» του σεισμού.
Μια λατινική παροιμία λέει ότι «η φύση απεχθάνεται το κενό». Θα πρέπει να τη λάβουμε όλοι μας σοβαρά υπόψη και κυρίως εκείνοι που έχουν την πολιτική ευθύνη για την ασφάλεια των πολιτών, καλύπτοντας όλα εκείνα τα «κενά», κυριολεκτικά και μεταφορικά, που θα μπορούσαν να αποδειχθούν επικίνδυνα, αλλά και μοιραία!