Είναι αναμφισβήτητη η πρωτοπορία της επαρχίας Βιάννου στην Εθνική Αντίσταση, γιατί η Οργάνωση Ραπτόπουλου, «Εθνική Επαναστατική Επιτροπή», ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1941, όπως αποδεικνύεται από τις πηγές και από το άρτιο Πρωτόκολλό της, που υπογράφηκε στο χωριό Φιλίππω των Αστερουσίων στις τρεις του Σεπτέμβρη (3-9-1941).

Η συμμετοχή των πολιτών της στην Εθνική Αντίσταση είναι παλλαϊκή. Και μετά την εξάρθρωση της ΚΕΕ, οι Βιαννίτες οργανώθηκαν στο ΕΑΜ και το στήριξαν, τροφοδοτώντας με άνδρες, τρόφιμα, πληροφορίες, κτλ, το ενωμένο εαμικό αντάρτικο της Δίκτης ως το καλοκαίρι του 1943.

Μετά το ολοκαύτωμά της η επαρχία Βιάννου, παρά την ερήμωσή της από άντρες, προϊόντα, σπίτια κ.λπ., δημιουργεί και στηρίζει τον ΕΛΑΣ της ανατολικής Κρήτης και αντιστέκεται στις επιδρομές Γερμανών και σουμπεριτών. Και όταν οι Γερμανοί φεύγουν (Οκτώβριο του ’44), οι αντάρτες τούς κυνηγούν ως το Ηράκλειο, ενώ αρκετοί Βιαννίτες συμμετέχουν στις μάχες του Μαραθίτη και της Φορτέτσας αλλά και της Παναγιάς Χανίων.

Ο πανεαμισμός της επαρχίας Βιάννου, που βεβαιώνουν τα αρχεία και όσοι σοβαροί μελετητές (Γ. Χρηστάκης) και απομνημονευματογράφοι (Ν. Κατσαράκης) ασχολήθηκαν, οφείλεται και στον διαφωτισμό της κατά τον Μεσοπόλεμο αλλά και στις μεγάλες ηγετικές προσωπικότητες που γέννησε. Ανάμεσά τους ο πρωτοπόρος και πρωτομάρτυρας της Αντίστασης, ανάπηρος του μικρασιατικού πολέμου, ο αξιωματικός Αλέξανδρος Ραπτόπουλος.

Η δολοφονία των δύο πατατάδων της Σύμης ήταν η αφορμή της σφαγής των 401 κατοίκων της επαρχίας Βιάννου τον Σεπτέμβριο του 1943. Τα βαθύτερα αίτια όμως ήταν το μίσος, ο φόβος και η εκδικητικότητα των ναζί προς τους κατοίκους της Βιάννου, κατά το πλείστον εαμίτες, γιατί υποστήριζαν τους αντάρτες. Επίσης, η λύσσα τους να συντρίψουν τον μπολσεβικισμό – γνωστό το αντισοβιετικό μένος του διοικητή της αποδεκατισμένης στη Ρωσία 22ης στρατιάς, Μύλλερ. Κι ακόμη η άμεση ανάγκη των Γερμανών να ελέγξουν τότε τα ιταλικά στρατεύματα στο Λασίθι, όπου ανήκε η Βιάννος, καθώς και το σοβαρό αρχείο του Χάρτμαν, γεμάτο από τους φακέλους των παρτιζάνων της Βιάννου.

Όλα τούτα ήταν διογκωμένα σ’ αυτή τη συγκυρία που ο πόλεμος έχει τελειώσει και κριθεί μαζί με τις εφεδρείες των Γερμανών, που κινούνταν σπασμωδικά όπως τα πληγωμένα θηρία.

Η 79η επέτειος του Ολοκαυτώματος της επαρχίας Βιάννου και οι φετινές εκδηλώσεις της Ένωσης Θυμάτων του Ολοκαυτώματος Δήμου Βιάννου, στο Σελί, με οδήγησαν στον Φάκελο της Βιάννου.

Μπαίνω ξανά με σεβασμό στον ιερό χώρο των αγώνων και του μαρτυρίου της. Η ομιλία του Αλέξανδρου Ραπτόπουλου, φαλαγγάρχη της ΕΟΝ (στη θέση του στρατευμένου γυμνασιάρχη και συγγραφέα Κ. Στεργιόπουλου) προς τους νέους της Βιάννου, δίδει την απάντηση στο ερώτημα «πώς και γιατί η επαρχία Βιάννου μπήκε στον αντιφασιστικό αγώνα, και ξεκληρίστηκε».

Αυτοί οι νέοι της Φάλαγγας, στους οποίους ομιλεί ο αρχηγός τους Αλέξανδρος Ραπτόπουλος στις 21 Φεβρουαρίου 1941, όταν οι μάχες μαίνονται στο αλβανικό μέτωπο, ζουν τα γεγονότα του κόσμου και του μετώπου και ετοιμάζονται για την Αντίσταση, η οποία βεβαίως δεν ήταν προϊόν παρθενογένεσης.

Όλοι αυτοί οι νέοι της Βιάννου μπαίνουν λίγο αργότερα στην Αντίσταση. Έγιναν αντάρτες και βοηθοί, πληροφοριοδότες, αγωγιάτες και οδηγοί και πολλοί «ετελεύτησαν εν στόματι μαχαίρας» για την ελευθερία της πατρίδας και τη δική τους αξιοπρέπεια.

Το απόσπασμα της ομιλίας του φαλαγγάρχη ανάπηρου αξιωματικού Αλέξανδρου Ραπτόπουλου που ακολουθεί, αντιγραμμένο από τον βιαννίτη αντιστασιακό Γιάννη Κασαπάκη (1924-2005) στις 23/2/1948, δείχνει πράγματι την προετοιμασία των ψυχών για Αντίσταση:

«…Αι στιγμαί που διερχόμεθα είναι κρίσιμοι και πρέπει να νιώσομε ότι παίζεται εκεί επάνω στα αλβανικά βουνά όχι μόνον η ελευθερία μας αλλά και η υπόστασή μας ως ατόμων. Οι στρατιώται μας χύνουν άφθονο το αίμα των, για να μας εξασφαλίσουν την ελευθερίαν, την ησυχίαν, την τιμήν, την περιουσίαν και γενικά τον εθνισμόν μας. Αλλά έχουν, και δικαιούνται να έχουν, απαιτήσεις και από όλους ημάς και εις ημάς στηρίζουν πολλά. Και τας απαιτήσεις των αυτάς τας ανελάβομεν ημείς, διότι εις ημάς ανετέθη η ανακούφισις των οικογενειών των, η περίθαλψις των παιδιών των, η φύλαξις των περιουσιών των και η παντοιοτρόπως ενίσχυσις αυτών τούτων των μαχητών. […]

Ας νιώσομεν όλοι, μικροί και μεγάλοι, ότι ένα πρέπει να σκεπτόμεθα, την νίκην. Και αύτη δι’ αενάου εργασίας όλων μας θα πραγματοποιηθεί. Διότι άνευ αυτής θα γίνομεν δούλοι, εργάται της απαισίας φασιστικής φατρίας, κατά το υπόδειγμα της Αβησσυνίας και της Δωδεκανήσου».

* Η Άννα Μανουκάκη-Μεταξάκη είναι Φιλόλογος