Λόγοι ανώτεροι της θέλησής μου με κράτησαν μακριά και δεν μπόρεσα να ξεπροβοδίσω τον παιδικό φίλο και συνάδελφο Δημήτρη Σηφάκη.
Την Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017 τελέστηκε, στην Παναγίτσα στον Μασταμπά Ηρακλείου, το 40νθήμερο μνημόσυνό του. Βλέποντας τη φωτογραφία του και ασπαζόμενος τα αγαπημένα του πρόσωπα, πέρασε μπροστά μου μια νοητή κινηματογραφική ταινία και αναπολώντας τα περασμένα ένα καυτό δάκρυ κύλισε στα γέρικα μαγουλά μου.
Πρώτη πέρασε η πρωταγωνίστρια. Μια μαυροτσεμπερωμένη λεβεντογέννα μαυροφορεμένη ΜΑΝΑ με γοργά κρητικά ζάλα να διαβαίνει τον δρόμο της οδού ΚΡΟΚΙΔΑ Αμπεριάς Χανίων, που στο πάτημά τους αναντράνιζεν η γης και έκανε υπόκλιση στη ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΜΑΝΑ. Πόσο τη θαύμαζα!
Ύστερα ΕΣΥ με τα γρήγορα, μα σταθερά βήματά σου, για να προλάβεις πριν κτυπήσει το κουδούνι του 2ου Γυμνασίου Χανίων να είσαι παρών και πρώτος όπως και στα μαθήματα, που ήσουν πάντα άριστος.
Καθώς η κινηματογραφική ταινία περνά από τη ρυτιδιασμένη, από τον χρόνο, οθόνη του μυαλού μου, ρίγη συγκίνησης μα και λεβεντιάς με διακατέχουν για όλα εκείνα που μπορώ ύστερα από τόσα χρόνια να θυμούμαι. Γιατί παρά τις όποιες αντιξοότητες, δυσκολίες και συμφορές της εποχής εκείνης μας βρήκαν, δεν λυγήσαμε. Και όπως έλεγες, θα αντιμετωπίσουμε όλα αυτά, ανατρανιστά, αντρίκια, τίμια και με κρητική λεβεντιά.
Μικρό παιδί εγώ, μικρό παιδί κι εσύ, αλλά άριστος μαθητής του 2ου Γυμνασίου Χανίων, έδωσες στον «υπό των φίλων(!) κατακτητών» φονευθέντα πατέρα σου έναν όρκο: “Παρά τις δυσκολίες μας θα μάθω γράμματα, ΠΑΤΕΡΑ, και θα γίνω αυτό που ήθελες!”.Έτσι και έγινε.
Η λεβεντοκρητικιά ΜΑΝΑ ΣΟΥ με καμάρι πάντα έβλεπε στα μάτια σου εκείνον το σεληνιώτη που τηρεί πάντα την υπόσχεση που δίδει. Και τελείωσες το Γυμνάσιο με άριστα και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών επίσης με άριστα. Και έγινες ένας επιστήμονας με βαθιές γνώσεις φυσιολογίας, γεωργικής παραγωγής, φυτοπροστασίας σε κάθε λογής καλλιέργειες, αλλά και ένας καλός φίλος των αγροτών, οι οποίοι με τις γνώσεις, τις συμβουλές σου και την καθοδήγησή σου κατάφεραν, τις εποχές εκείνες, να φέρουν την ανάπτυξη στη γεωργία και την υπερπαραγωγή προϊόντων ποιότητας. Ομοίαζες, αγαπημένε μου φίλε Δημήτρη, μιας αιωνόβιας ελιάς, που ποτέ δεν αφήνει ένα κλαδί της χωρίς να το γεμίσει καρπούς, που όσοι άνεμοι κι αν την κτυπούν, εκείνη αντιστέκεται, εις πείσμα του ανέμου και γεμίζει τους κλώνους της ευλογημένο καρπό.
Όταν, δε, έρθει η ώρα της συγκομιδής, χαμογελά η γέρικη ελιά, κουνώντας τα κλαδιά της, σαν να λέει στον αποδέχτη του καρπού: «Μακαρίζω εκείνον που με φύτεψε γιατί μου πρόσφερε ζωή, για να σου δώσω και σένα ζωή». Γιατί όπως προσφέρει το ελαιόλαδο ζωή στον ανθρώπινο οργανισμό, έτσι ακριβώς πρόσφερες κι εσύ ζωντάνια, θάρρος και τόλμη, όχι μόνον στους ανθρώπους της υπαίθρου, αλλά και προς όλους τους συνανθρώπους μας. Έτσι εργάστηκες κι εσύ στη ζωή σου με προσφορά, ζήλο, αντικειμενικότητα, μα προπάντων με τιμιότητα και πολλές φορές με αυταπάρνηση στην ΑΤΕ αλλά και στην εκπλήρωση της επιθυμίας των συναδέλφων υπαλλήλων, με το να προβείς μαζί με άλλους συναδέλφους, στην ίδρυση και στη δομή του οικισμού υπαλλήλων ΑΤΕ στη Λυγαριά, έχοντας πάντα ήρεμη τη συνείδησή σου ότι έπραξες το καλό, το αγαθό και το δίκαιον.
Ανάλωσες τη ζωή σου για τη μόρφωση των παιδιών σου, της Καίτης και του Ευτύχη, τον οποίον είχα την αγαθή τύχη, ως πρόεδρος του Ροταριανού Ομίλου Ηρακλείου, να βραβεύσω ως αριστούχον εισαχθέντα σε ΑΕΙ το έτος 1998 και σήμερα να είναι ένας περιζήτητος επιστήμονας στις ΗΠΑ.
Μα πάνω από όλα υπήρξες υπόδειγμα συζύγου έχοντας τον χαρακτήρα, την εικόνα και την ομοίωση του παραδοσιακού συζύγου και πατέρα της Σελινιώτικης παραδοσιακής οικογένειας. Η σύζυγος σου, καθηγήτρια Μαθηματικών, κ. Ειρήνη Κουτσαντωνάκη, πραγματική αρχόντισσα στην ψυχή και στο πνεύμα, με ποίηση και λυρισμό στο λόγο της, με βαθειά πίστη στον Θεό, στον άνθρωπο, στη φύση, στην αγάπη, στάθηκε στον πόνο, στην ευτυχία και στη δυστυχία, στην καλοσύνη και στην κακία, στην άνοιξη και στο ανθρώπινο φθινόπωρο, βράχος σε όλη την πορεία της ζωής σου.
Έφυγες για το ταξίδι που δεν έχει γυρισμό. Στο διάβα σου θα συναντήσεις πολλούς, μα πάνω από όλους τον πατέρα σου για να του πεις την εκπλήρωση της υπόσχεσής σου προς αυτόν. Να του ομολογήσεις ότι έπραξες στο ακέραιον το ανθρώπινον καθήκον σου προς τον εαυτόν σου, την κοινωνία, την οικογένειά σου, την πατρίδα σου, τη θρησκεία σου, προς τον συνάνθρωπό σου. Κι όταν τελειώσεις την κατάματα συζήτηση, εκείνος θα σου απαντήσει: «Ας όψονται εκείνοι οι φονιάδες των λαών, που σκοτώνουν με τον άλφα ή βήτα τρόπο πατριώτες και λεβέντες στο σώμα και στην ψυχή, και δεν τους αφήνουν περιθώριο ζωής για να χαρούν τα, επί της γης, επιτεύγματα των αγαπημένων τους προσώπων και όλων των συνανθρώπων μας».
Βάδιζε τον δρόμο της αιωνιότητας με εκείνα τα παιδικά γοργά βήματά μας, και να είσαι βέβαιος πως κι εγώ, μέχρι να βαδίσω εκείνον το δρόμο, θα θυμούμαι πάντα τον αδαμάντινο χαρακτήρα, το ήθος, την ακεραιότητα, την εντιμότητα και την ανθρωπιά σου, Αγαπημένε μου ΔΗΜΗΤΡΗ.