Λήγοντος του 2017 και συγκεκριμένα στις 20 Δεκεμβρίου, ο Σύλλογος των Ηρακλειωτών της Αθήνας “ΚΝΩΣΟΣ” παρουσίασε το δεύτερο βιβλίο του συμπατριώτη, συμμαθητή αλλά κυρίως φίλου του, κ. Στέλιου Καστρινάκη, με τίτλο “Η ΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ”.
Η παρουσίαση έγινε στην αίθουσα του Συλλόγου και είχε εξαιρετική επιτυχία, στην οποία συνέβαλαν οι παρουσιαστές του έργου μεταξύ των οποίων ο κ. Αντώνης Ρουπακιώτης, τέως υπουργός και τέως πρόεδρος του Δικηγορικού συλλόγου Αθηνών, η κα Μαίρη Βερδιάκη φιλόλογος, και η κα Αλεξάνδρα Σταυρακάκη νομικός, αλλά και Καστρινοί, φίλοι και μέλη του Συλλόγου και του συγγραφέα.
Φυσικά είχα το βιβλίο στα χέρια μου και παρακολούθησα με προσοχή τα λεχθέντα από τους παρουσιαστές και τις παρουσιάστριες, που με πολύ ευσυνειδησία μετέφεραν το περιεχόμενο και τα νοήματα του συγγραφέα, στα οποία δεν έχω τίποτα να προσθέσω, αν το δούμε από αυτή– και γιατί όχι -την όψη. Αν δούμε δηλαδή το έργο σαν μεμονωμένο, ολοκληρωμένο, βιβλίο που καλύπτει και απεικονίζει το θέμα του. Όμως υπάρχει και μια άλλη θεώρηση που πρέπει νομίζω να επισημανθεί:
Το έργο αυτό του Στέλιου Καστρινάκη δεν είναι το πρώτο του. Έχει προηγηθεί αυτό που φέρει το τίτλο “Η ΠΑΡΕΑ ΤΩΝ ΦΥΓΑΔΩΝ” που κυκλοφόρησε το 2010 και είχε την ευκαιρία η “ΚΝΩΣΟΣ” να παρουσιάσει στην Αθήνα στον ίδιο τόπο και στο ίδιο κοινό, με τότε κύριο παρουσιαστή τον καθηγητή κ. Γρηγόρη Σηφάκη, και με την ίδια επιτυχία που συνοδεύτηκε μετά, με σημαντικές πωλήσεις όπως ευχαρίστως παρακολούθησα…
Εδώ υπάρχει η “Σημαντική επισήμανση”: Τα δύο βιβλία, αν και πραγματεύονται δύο διαφορετικά θέματα, εντελώς άσχετα μεταξύ τους, χωρίς καμία επικάλυψη ή συσχέτιση έμμεση ή άμεση, έχουν εντούτοις ένα κοινό χαρακτηριστικό, που φαίνεται να διαχέεται από την πένα του συγγραφέα, μ’ εξαιρετική τέχνη, και μοναδική – τολμώ να γράψω – ικανότητα. Εξηγούμαι για να μην σας ταλαιπωρήσω περισσότερο: και τα δύο έργα έχουν θέματα εντελώς ρεαλιστικά και περιγράφουν τις καταστάσεις, τα πρόσωπα, τα γεγονότα με ακριβή τρόπο, χωρίς ελλείψεις, με έμφαση σε συναισθήματα, εντελώς ανθρώπινα, εν τούτοις καθώς προχωρεί η αφήγηση, ο συγγραφέας εισάγει σιγά σιγά μια εντελώς εξωπραγματική λύση, μια λύση που μόνο μια εξαιρετική φαντασία μπορεί να επινοήσει – και σε αυτό δεν υστερεί καθόλου ο Καστρινάκης – μια επαναλαμβάνω φανταστική λύση που όμως καθώς εισάγεται με εξαιρετική τέχνη, γίνεται σιγά – σιγά αποδεκτή από τον αναγνώστη ο οποίος την αποδέχεται παραβλέποντας τον εξωπραγματικό της χαρακτήρα και με την ολοκλήρωση της ανάγνωσης έχει πλήρως προσχωρήσει στην δοθείσα με ιδιαίτερη τέχνη λύση, εξωπραγματική-φανταστική πρωτότυπη αλλά και λυτρωτική που ηρεμεί και δίνει ικανοποίηση στο δράμα…
Και όλα αυτά σε τελείως διαφορετικά θέματα των δύο βιβλίων, και με τελείως διαφορετική λύση για το καθένα.
Είναι εντελώς απαραίτητο, όσοι διαβάσουν το παρόν και τους γεννηθούν απορίες να πάρουν και τα δύο βιβλία του Καστρινάκη. Όσοι έχουν πάρει το ένα να πάρουν οπωσδήποτε και το δεύτερο. Όσοι δεν έχουν πάρει κανένα δεν ωφελεί να πάρουν μόνο το ένα, πρέπει να πάρουν και τα δύο για να μπορέσουν να κάνουν τη σύγκριση…
Δεν είμαι λογοτέχνης, φιλόλογος, ή κριτικός λογοτεχνίας, έχω διαβάσει βέβαια αρκετά έργα της ελληνικής λογοτεχνίας, αλλά και κάποιες “Ιστορίες της ελληνικής λογοτεχνίας” όπως του Αρίστου Καμπάνη και κάποιες άλλες παρουσιάσεις κ.τ.λ.
Δεν δικαιούμαι κατά συνέπεια να αξιολογήσω το έργο του Στέλιου Καστρινάκη λογοτεχνικά ή από κάποια άλλη άποψη. Δικαιούμαι όμως να προχωρήσω στη συγκεκριμένη επισήμανση, και να τονίσω την ιδιαίτερη ικανότητα με την οποία εισάγεται η πρωτότυπη, φανταστική, εξωπραγματική λύση που την κάνει εντελώς αποδεκτή από τον αναγνώστη, λόγω ακριβώς αυτού του έντεχνου τρόπου προώθησΉς της.
Δεν με βοηθά η μνήμη μου να αναφέρω κάτι παρόμοιο ή ανάλογο στα κείμενα της λογοτεχνίας που έχω υπ’ όψιν μου. Έτσι προτείνω να ερευνηθεί αν υπάρχουν ανάλογα έργα με τα ίδια ή παρόμοια χαρακτηριστικά…
Αν υπάρχουν έχει καλώς. Θα πρέπει οι ειδήμονες να κατατάξουν τον Καστρινάκη στην ειδική ανάλογη κατηγορία. Αν όμως, όπως διαισθάνομαι, δεν υπάρχει κάτι εντελώς ανάλογο, τότε βρισκόμαστε σε μια καινούργια κατηγορία λογοτεχνικών έργων όπου τίθεται το ερώτημα αν δικαιολογημένα μπορεί να ονομασθεί “ΚΑΣΤΡΙΝΑΚΕΙΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ”.
* Ο Μανώλης Παντουβάκης είναι πρόεδρος του Συλλόγου Ηρακλειωτών “ΚΝΩΣΟΣ”, Αθήνας