Μεγαλύτερη χαρά και ευτυχία δεν υπάρχει από το να είσαι ελεύθερος άνθρωπος μπροστά στην εξουσία και να κάνεις ό,τι σου αρέσει, ό,τι απωθημένα έχεις συσσωρευμένα μέσα σου, να τα κάνεις πράξη. Να κάνεις το όνειρο σου πραγματικότητα. Να είσαι αναρχικός, αντιεξουσιαστής και να μπορείς να δρας ελεύθερα! Να σπας τζαμαρίες, να καύσεις αυτοκίνητα, σπίτια, δημόσια και ιδιωτική περιουσία, να λεηλατείς, να καταστρέφεις ό,τι βρεις μπροστά σου με όλη σου την οργή, με όλο σου το μίσος και το πάθος.
Να νιώθεις ότι είσαι αντιεξουσιαστής και αυτή τη στιγμή να καταλύεις την εξουσία και να είσαι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Να έχεις απέναντί σου τη δύναμη του κράτους, οπλισμένη, κι εσύ να κάνεις το κέφι σου, να την κοροϊδεύεις, να την βρίζεις, να της πετάς πέτρες, ξύλα, μολότοφ, να της καις τα περιπολικά, να την κάνεις να υποχωρεί, κι εσύ να αισθάνεσαι νικητής και να συνεχίζεις να καταστρέφεις ό,τι σε ευχαριστεί! Αυτή την ευτυχία των Αθηναίων αντιεξουσιαστών δεν την άφησαν να πάει χαμένη οι συνάδελφοι τους στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας. Αυτομάτως άρπαξαν την ευκαιρία να την κάνουν ευτυχία.
Κανείς Έλληνας δεν μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρχε στη νεολαία μας τέτοια μεγάλη επιθετικότητα, τέτοιο μεγάλο μίσος, οργή και μανία μέσα της. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει τα όσα έγιναν ότι θα μπορούσαν να γίνουν. Η δολοφονία του κάθε Αλέξη δε δικαιολογεί τέτοια καταστροφική μανία, τέτοιο… Αμόκ, εάν δεν προϋπήρχε στα κατάβαθα της ψυχής τους. Ο θάνατος ήτανε μόνο μια δικαιολογία. Η σπίθα που περίμεναν για να ρίξουν το λάδι. Όλοι αναρωτιόμαστε σήμερα για το πώς άλλαξε η κοινωνία, πώς άλλαξαν τα παιδιά, οι νέοι, πόσο πολύ μεγάλωσε το χάσμα των γενεών.
Πόσο ήτανε παλιά που είμαστε εμείς παιδιά και ποσο είναι σήμερα. Καμία σύγκριση, καμιά ομοιότητα. Φόβος, σεβασμός, υπακοή τότε ° Αφοβία, ασέβεια, ανυπακοή, αδιαφορία σήμερα. Και μας τρώει το γιατί και δεν ξέρουμε γιατί. Δεν ξέρουμε ότι οι μεγάλοι διαμορφώνουν τους μικρούς. Δεν ξέρουμε ότι εμείς εχαλάσαμε και τα χαλάσαμε κι αυτά. Εμείς εγίναμε αλαζόνες, άπληστοι. Εμείς γίναμε άνθρωποι του χρήματος, του καταναλωτισμού και όχι σκεπτόμενοι άνθρωποι. Εμείς που μας έχει φάει το άγχος και το τρέξιμο να κυνηγάμε το χρήμα και ξεχάσαμε τις ηθικές αξίες. Δεν μας αφήνουν τα υλικά αγαθά να σκεφτούμε για τις πνευματικές και ηθικές αξίες, για την αγάπη, το συναίσθημα, την κατανόηση, το διάλογο.
Αυτά τα οποία έχουνε ανάγκη τα παιδιά. Ο νους των μεγάλων είναι στο χρήμα, ο νους των παιδιών είναι στην αγάπη, στο συναίσθημα στη στοργή. Από μικρός άκουγα, ότι τα λεφτά χαλούνε τους ανθρώπους αλλά δεν καταλάβαινα το γιατί. Πέρασαν πολλά χρόνια για να το καταλάβω. Τι κατάλαβα; Κατάλαβα ότι το χάλασμα αρχίζει από την παιδική ηλικία. Οι μεγάλοι αποκτούνε λεφτά και με την καλή διαχείριση χαλάνε τους μικρούς. Να μην λείψει τίποτε στα παιδιά, να μην στερηθούνε τίποτε τα παιδιά, λες και η στέρηση είναι το χειρότερο κακό. Αυτή η στέρηση έκανε σε μας ευτυχισμένα τα παιδικά μας χρόνια, γιατί ότι στερείσαι έχει αξία. Στη στέρηση μέσα το κάθε τι που αποκτούσες με δυσκολία, σου’δινε χαρά.
Πιο μεγάλη χαρά μας έδινε τότε όταν φτιάχναμε ένα τόπι με τα πανιά και το παίζαμε, παρά σήμερα που το κάθε παιδί δε ξέρει πόσες μπάλες έχει παρατημένες εδώ κι εκεί. Πριν να ζητήσει κάτι του το’χουνε ήδη προσφέρει. Έτσι το παιδί τα θεωρεί όλα ότι δεν έχουν καμία αξία και την ίδια μέρα ή την επόμενη το σπάζει και το καταστρέφει. Γιατί να μην κάνει το ίδιο και όταν θα γίνει έφηβος. Αν δεν υπήρχανε λοιπόν λεφτά, όπως παλιά, δε θα έδιναν οι γονείς στον έφηβο κάθε μέρα χαρτζιλίκι να πηγαίνει στα μπαράκια. Δε θα του έπαιρναν μηχανάκι να γυρνάει να ξενυχτάει και να μην είναι ποτέ στην ώρα του στο σπίτι, ν’ ακούσει μια κουβέντα την ώρα του φαγητού, να γίνει κάποιος διάλογος, να καταλάβει ο ένας τον άλλο, να έρθουν πιο κοντά. Ό,τι ώρα ανέβηκε το οικονομικό επίπεδο του Έλληνα, δεν ήξερε τι του γινότανε, δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει, γι’αυτό έγινε αλαζόνας, εγωιστής.
Ο νους ήτανε μόνο στα υλικά αγαθά, στη διασκέδαση και στην καλοπέραση. Οι ανθρώπινες αξίες δεν είχανε πια καμία αξία. Το μόνο που είχε αξία ήτανε αυτό που τρώγεται, και οι αξίες δεν τρώγονται. Τα παιδιά μέσα σε τέτοιες συνθήκες καταναλωτισμού περνάνε ωραία και άνετα. Από τα ωραία και ξένοιαστα παιδικά χρόνια όμως, όταν περάσεις στα δύσκολα, είναι τα άσχημα. Στην εφηβεία αρχίζουν τα δύσκολα. Παλιά τα φόρτωναν μανάρια και σκαπέτια στον ώμο, αλλά ήτανε σκληραγωγημένα από μικρά. Σήμερα τα φορτώνουν με γράμματα, που είναι πιο βαριά από τα σκαπέτια, και μπαίνουν στο σκληρό ανταγωνισμό. Οι γονείς, βάσει της κοινωνίας όπως έχει διαμορφωθεί, έχουν μεγάλες απαιτήσεις από τα παιδιά τους. Τα στέλνουνε παντού να τα μάθουμε όλα, πρώτη, δεύτερη γλώσσα, μουσική, χορό, φροντιστήρια, καράτε, μετά έχουν την απαίτηση να τους φέρνουνε κάθε μέρα καλούς βαθμούς να χαίρονται και να καμαρώνουν.
Διαφορετικά αρχίζει η καταπίεση, η τιμωρία και η δυσαρέσκεια. Το παιδί δε φτάνει που τρέχει να προλάβει και δε φτάνει, έχει τη στεναχώρια του που οι συμμαθητές του είναι πρώτοι και καλύτεροι και νιώθει μειονεκτηκότητα, ζήλια κλπ. Έχει και τους γονείς τους ίδιους να τον μαλώνουν και να τον υποτιμούν. Αυτό το παιδί θα προσπαθήσει να γίνει καλύτερο, αν όμως δεν το πετύχει, θα γεμίσει την καρδιά του μίσος, επιθετικότητα, κακία και στοργή. Το ίδιο μπορεί να συμβεί σε κάποιο άλλο παιδί, του οποίου οι γονείς δεν τα’χουνε βρει και τσακώνονται, κακολογούνται, χωρίζουνε κλπ. Είναι βέβαια και άλλα παιδιά που γεννιούνται αναρχικοί, σαδιστές,παρανοϊκοί, διεστραμμένοι κλπ. Είναι και αλλά επίσης που έχουνε ψυχολογικά προβλήματα τα οποία τους δημιουργούν την οργή, την επιθετικότητα, τη βία κλπ. Από’που και να προέρχονται όμως αυτά, τα παιδιά το μόνο που ζητάνε από τους μεγάλους είναι αγάπη και κατανόηση αλλά που. Πιο εύκολο είναι να χαλάσεις ένα βουνό. Αυτο που δεν ανέχονται οι νέοι απ’όλα πιο πολύ είναι η κόντρα. Αν θέλεις να χάσεις το νέο, πήγαινε του κόντρα. Την αρχή θα τά’χει με σένα, αργότερα με κάθε εξουσία!…