Είναι θετικό το γεγονός, που κάνει υπερήφανους τους Νεοέλληνες, το ότι αρκετά χρόνια τώρα η διεθνής επιστημονική κοινότητα χρησιμοποιεί πληθώρα ονομάτων με ελληνικές ρίζες, για την ονοματοδοσία πολλών επιστημονικών όρων και επιτευγμάτων.

Είναι, επίσης, ενθαρρυντικό, μέσα στη γενική πενία που περνά η χώρα μας, η ανάκαμψη, ως λέγεται, του εθνικού εμπορικού ισοζυγίου, με την αύξηση των εμπορικών εξαγωγών μας.

Επειδή, όμως, δεν μπορούμε να έχουμε εξαγωγή βιομηχανικής τεχνογνωσίας, κάνουμε έστω, κατά τα φαινόμενα, εξαγωγή πολιτικής τεχνογνωσίας.

Αψευδής μάρτυρας του τελευταίου είναι το πρόσφατο δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας El Pais, περί της εξαγωγής της πολιτικής τεχνογνωσίας «kolotumba», σχετικά με τη στάση του πρωθυπουργού Puigdemont της Καταλονίας, μετά από το δημοψήφισμά της για ανεξαρτησία από την Ισπανία, που σάλπισε πρύμνα.

Γράφει, λοιπόν, η El Pais ότι η «kolotumba» είναι «un concepto politico grieco», θα λέγαμε, με άλλα λόγια, ελληνική πολιτική εφεύρεση, «qui significa voltereta o giro de 180 grados», που σηματοδοτεί στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών. Δεν φτάνει αυτό, αλλά αποδίδει την πολιτική αυτή τεχνογνωσία ονομαστικά, δυστυχώς, στον Έλληνα πρωθυπουργό: «El Primer ministro de Grecia Alexis Tsipras».

Είναι γεγονός ότι το θέμα πέρασε στα ψιλά των ελληνικών εφημερίδων, με κάποια δόση χιούμορ και γελοιογραφίας, καθώς είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο, διεθνώς. Μετά την Ελλάδα του 2015 και το σχετικό δημοψήφισμα, εξήχθηκε στη Βρετανία του Brexit και στην Καταλονία της αυτονομίας.

Έχουμε, συνεπώς, την πατέντα της πρωτοπορίας, γιατί εξοικειωθήκαμε με την αλλοτρίωση των πάντων, όχι μόνο της γλώσσας αλλά και των αξιών και ως εκ τούτου κάνουμε και εξαγωγή τους.

Είναι γνωστό ότι οι πολιτικές φράσεις των κρατούντων σήμερα στη χώρα δεν περιέχουν κυριολεκτικά νοήματα, αλλά αποτελούν αποδόμηση των εννοιών, που διαχρονικά εξέφραζαν. Έτσι, με την «μετα-αλήθεια», τον εμβαπτισμό των λέξεων στην κολυμβήθρα της «δημιουργικής ασάφειας» και αοριστίας, βαδίζουμε εξουσιαστικά, όπως είχε χαρακτηριστεί στο παρελθόν, σε μία «ηλιθιοποίηση του ελληνικού λόγου».

Οι λέξεις στη γλώσσα της πολιτικής μας δεν φωτίζουν, αλλά αντιθέτως συσκοτίζουν, δημιουργούν ένα «γλωσσικό διμορφισμό», που οδηγεί σε ιδεολογική σύγχυση και απροσδιοριστία, σε μία γλωσσική, πραγματολογική και πολιτική ταχυδακτυλουργία.

Είναι, συνεπώς, στους καιρούς μας, δύσκολο να γνωρίσουμε όχι μόνο την ακρίβεια των λέξεων αλλά και την ίδια την αλήθεια.

Και, δυστυχώς, στις μέρες μας φαίνεται πως υπάρχουν πολίτες που ορέγονται ακόμα, τους αρέσει, όχι μόνο να ακούν τη «δημιουργική ασάφεια», την εξαπάτηση και διαστρέβλωση των εννοιών και των αξιών, αλλά είναι, επιπλέον, πρόθυμοι και να τη δεχθούν. Τοιουτοτρόπως, διαπιστώνεται ότι το ψέμα έχει μεγάλη πέραση.

Η τεχνολογία της γλωσσικής εξαπάτησης και ως εκ τούτου και της όμοιας πολιτικής έχει αναχθεί στις μέρες μας σε επιστήμη, με τα μεγάλα «διεγερτικά» λόγια του λαϊκισμού, που εξυπηρετούν πολιτικά μικροσυμφέροντα, βλαπτικά, όμως, για τα μεγάλα ηθικά και εθνικά συμφέροντα.

Δεν έχει σχέση ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος με το «έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου» (Ματθαίος, 3 6-37), γιατί σήμερα το «όχι» γίνεται με ευκολία «ναι» και αντιστρόφως. Και αυτό, γιατί η περισσή ερμηνεία, ο «διμορφισμός» των λέξεων, «εκ του πονηρού εστίν», κατά το ίδιο εδάφιο.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα του σήμερα δεν ισχύει η ακρίβεια των λέξεων και ως εκ τούτου και η συνέπεια των πράξεων, όχι μόνο των εξουσιαστών πολιτικών μας αλλά και των ανθρώπων του λαού. Γιατί, η πολιτική διδάσκει, έτσι ή αλλιώς, θετικά ή αρνητικά.

Ο κυρίαρχος ελληνικός λόγος μας ξεκινά από τον Ταλλεϋράνδο που λέει ότι «ο Θεός μας έδωσε τη γλώσσα, για να μπορούμε να κρύβουμε την αλήθεια» και συνεχίζεται, όπως είχαμε αναφέρει σε παλαιότερο δημοσίευμά μας, με τους πτυχιούχους πολιτικούς μας υπουργούς, αποδομιστές, της Σχολής του Έσσεξ («Μετά-μαρξισμός και λαϊκισμός», εφ. Πατρίς, 31/8/ 2015).

Δεν έχουν οι εξουσιαστές μας, δηλαδή, εκείνο που έλεγε ο λαός μας “μπέσα”, δεν είναι “ντόμπροι” της πολιτικής αλήθειας αλλά του προσωπικού συμφέροντος, της προσωρινής πολιτικής θέσης και του θώκου. Έτσι, η διπλογλωσσία δεν είναι ίδιον της πολιτικής αλλά της πανουργίας. Οι υποσχέσεις οι πολιτικές δεν εκφράζουν «καθαρές κουβέντες» και ο «λόγος», η υπόσχεση και διαβεβαίωση που δίδεται δεν είναι «συμβόλαιο τιμής».

Είμαστε, δυστυχώς, γλωσσικά και πολιτικά μακριά από το αρχαιοελληνικό «σοφόν το σαφές». Γιατί ο πολιτικός, κυβερνητικός λόγος των εξουσιαστών μας δημιουργεί συσκότιση και απροσδιοριστία όχι μόνο στη χώρα μας. Κάνει, ως φαίνεται, εξαγωγή και στην αλλοδαπή.

*Ο κ. Αντώνης  Σανουδάκης-Σανούδος είναι επίτ. καθηγητής  Ιστορίας της Π.Α.Ε.Α.Κ.,  συγγραφέας