«Ήταν λεβεντιά ο φίλος μας, ο γιος του παπά…», όπως θα έλεγε και ο Σαββόπουλος, μέχρι που ξαφνικά μια μέρα μεσημέρι βρέθηκε στο δρόμο του, «αυτή που του πήρε τα μυαλά»!
Εκείνη όμως δεν ήταν η νταρντάνα η Ζωζώ, δεν ήταν ούτε η γοργόνα, η αδελφή του Μέγα Αλέξανδρου, δεν ήταν καν η Άναμπελ, να τρέξει πίσω της με μύγδαλα…
Αυτές, θα μου πείτε, είναι γραφικές προσεγγίσεις μιας άλλης εποχής που έχουμε ήδη αφήσει πίσω μας. Τώρα πια όμως εμείς έχουμε εκσυγχρονιστεί! Τα μύγδαλα έγιναν μαχαίρια και πιστόλια, οι ερωτευμένοι φοράνε «πανοπλίες», ενώ οι έρωτες μετριούνται τώρα εύκολα και γρήγορα με την «μαγκιά» σε βαθμούς «καψούρας», ενώ η «επικοινωνία» ανάμεσα στους ανθρώπους αποτελεί πια μόνο τεχνικό όρο στα συμβόλαια εταιρειών κινητής τηλεφωνίας.
Σήμερα μπορούμε και μιλάμε ένα σωρό ξένες γλώσσες, μα η «Βαβέλ» ανάμεσά μας σηκώνεται ακόμα ψηλότερα…
Το γεγονός της εξαφάνισης της 60χρονης Αμερικανίδας Βιολόγου με την τραγική κατάληξη της αποκάλυψης της δολοφονίας της, που μονοπώλησε, όπως είναι φυσικό, το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον των ημερών, κυρίως σε τοπικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο, νομίζω πως θα πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρά όλους.
Η κοινωνία μας, παρακολουθεί αμήχανη και αποσβολωμένη τις εξελίξεις, όπως πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, εκφράζοντας για ακόμα μια φορά την έκπληξή της! Λες και ο φερόμενος ως δράστης προσγειώθηκε σαν αλεξιπτωτιστής στο Μάλεμε! Λες και δεν ήταν παιδί που βγήκε από τα «σπλάχνα» της, μεγάλωσε, γαλουχήθηκε και ανδρώθηκε μέσα σε αυτήν την κοινωνία!
Και όμως, οι πρώτοι που και πάλι θα «κατακρημνιστούν από τα σύννεφα», θα είναι οι συγχωριανοί και γείτονες του 27χρονου γυναικοκτόνου. Θα δηλώσουν και πάλι σοκαρισμένοι μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες πως, «ήταν πάντα καλό και ήσυχο παλικάρι και ότι δεν μπορούν να πιστέψουν πως έκανε κάτι τέτοιο».
Δεν θα λείψουν όμως κι εκείνοι που δεν θα διστάσουν να καταλογίσουν ευθύνες και στο ίδιο το θύμα: «Τι δουλειά είχε μεγάλη γυναίκα, να βάλει τα αθλητικά και να τρέχει μόνη της στους έρημους δρόμους σε ξένο τόπο, προκαλώντας τον ένα και τον άλλο;», θα πουν.
Βλέπετε, οι άτυχες αυτές γυναίκες που πέφτουν θύματα ενός κακώς εννοούμενου «ανδρισμού», είναι σαν να πεθαίνουν δύο φορές. Μια από το χέρι του δημίου τους και άλλη μια από τα «καλοπροαίρετα», έως και χυδαία πολλές φορές, σχόλια!
Άλλοι πάλι θα μιλήσουν για την ντροπή με την οποία στιγματίστηκε το νησί μας από αυτό το τραγικό γεγονός, αλλά και για τις επιπτώσεις που αυτό θα έχει στον τουρισμό της Κρήτης. «Η δυσφήμιση που προκαλείται θα είναι μεγάλης έκτασης και οι συνέπειες θα κοστίσουν ακριβά στην οικονομία του τόπου μας…». Η ανθρώπινη ζωή ως αξία έρχεται σε δεύτερη μοίρα…
Τα σχόλια της κοινωνίας θα ολοκληρωθούν με την προσφιλή αιτιολόγηση που ταιριάζει για όλους και για όλα τα τελευταία χρόνια. Δηλαδή, θα εμφανίσουν τον φερόμενο ως δράστη, ως ακόμα ένα θύμα της οικονομικής κρίσης που έπληξε τον τόπο μας και δημιούργησε μια σειρά από ψυχοσωματικές αντιδράσεις και συμπεριφορές στους ανθρώπους, με συνέπεια την έκρηξη του θυμού, της οργής και της επιθετικότητας. Είμαι σίγουρος πως αυτό το τελευταίο θα αποτελέσει και βασικό επιχείρημα στην υπερασπιστική γραμμή που θα ακολουθηθεί.
Δυστυχώς, οι γυναικοκτονίες με σεξουαλικά κίνητρα στην Ελλάδα, δεν αποτελούν απλά μεμονωμένα περιστατικά. Όλο και πιο συχνά καταγράφονται περιστατικά έμφυλης και σεξιστικής βίας, αρκετά από τα οποία με τραγική κατάληξη. Τα ίδια τα ΜΜΕ όμως αποφεύγουν τον όρο «γυναικοκτονία» και αντί αυτού χρησιμοποιούν τα υποκατάστατα, «κακή στιγμή», «έγκλημα πάθους», «ερωτικό αμόκ», «θολωμένο μυαλό», «Οικογενειακή τραγωδία» κ.λ.π.
Ο όρος «γυναικοκτονία» είναι σχετικά πρόσφατος, του 1976, και προσδιορίζει όμως ένα ιστορικό φαινόμενο που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ακόμα πιο πρόσφατη είναι η υιοθέτησή του από την εγκληματολογία, το 1992. Αξίζει δε να σημειώσουμε πως η αποδοχή του από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ καταγράφηκε μόλις το 2012, ενσωματώνοντας τον συγκεκριμένο όρο στα εγκλήματα λόγω φύλου.
Ίσως πρέπει να προβληματιστούν περισσότερο γι’ αυτό το θέμα η πολιτεία και όλοι οι αρμόδιοι φορείς αλλά και οι ειδικοί επιστήμονες που μελετούν τον ψυχισμό των ανθρώπων και να προσπαθήσουν να βγάλουν κάποια χρήσιμα για το μέλλον συμπεράσματα, που θα βοηθήσουν ενδεχομένως την κοινωνία στον τρόπο που θα πρέπει να μεγαλώνει και να διαπαιδαγωγεί τα παιδιά της.
Θα πρέπει όμως και όλοι εμείς να βοηθήσουμε στον αγώνα για την ευαισθητοποίηση των τοπικών κοινωνιών σχετικά με την έμφυλη βία.
Περισσότερο από όλα σε αυτήν την υπόθεση με τρόμαξαν και με προβλημάτισαν τα ίδια τα λόγια του 27χρονου δράστη, κατά την απολογία του προς τους αστυνομικούς: «Κάποιες φορές με πιάνει κάτι μέσα μου και θέλω να κάνω κακό…».
Διαπίστωσα, δυστυχώς, για ακόμα μία φορά πόσο βαθιά και σκοτεινή είναι η ψυχή του ανθρώπου. Πολύ πιο βαθιά και πιο σκοτεινή, ακόμα και από τη σπηλιά του Μάλεμε…!