Όλοι υπερηφανευόμαστε για τα επιστημονικά επιτεύγματα και θαυμάζουμε τις ιατρικές γνώσεις που καλπάζουν. Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου δολαρίων είναι το εξής: είναι όλες οι γνώσεις πραγματικές και μπορούν να εφαρμόζονται χωρίς παρεκκλίσεις;

Ως απόλυτος υπέρμαχος της ορθής άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος – λειτουργήματος, δε θα μπορούσα παρά να στηλιτεύσω ανορθόδοξες ιατρικές πρακτικές. Κάτω από το μικροσκόπιο της πραγματικότητας, της οποίας είμαι πιστός συνήγορος, αποκαλύπτονται, όχι μόνο ατασθαλίες στην παροχή ιατρικής φροντίδας, αλλά και ατέλειες στις επιστημονικές γνώσεις της ιατρικής. Γιατί να υπάρχουν; Μπορούν να βελτιωθούν; Πώς;

Τα ιατρικά σφάλματα αφορούν ιατρικές παρεκκλίσεις. Θεωρώ ιατρική παρέκκλιση την απομάκρυνση από την ορθολογική ιατρική πράξη, που στοχεύει στην παροχή υγείας, στηριζόμενη σε τεκμηριωμένες, σύγχρονες γνώσεις και ηθικές αρχές.

Στην ιατρική παρέκκλιση, επίσης, περιλαμβάνονται η καμπύλη μάθησης, η αμέλεια, τα υποβόσκοντα λάθη, η απουσία ιατρικής ηθικής, οι θεραπείες που βασίζονται σε ιατρικές μελέτες που μετέπειτα αποδεικνύονται αναξιόπιστες, ακόμη και επικίνδυνες, και η αναποτελεσματική ή η επικίνδυνη ιατρική αποδοτικότητα. Δυστυχώς, πολλοί θεωρούν, ότι ο λόγος που γίνονται ιατρικά σφάλματα είναι συχνά άγνωστος και συνήθως μη – κατανοητός.

Ιατρικό λάθος θεωρείται η διακύβευση της σωματικής ή και ψυχικής υγείας του ασθενούς λόγω επιπλοκών ή παρενεργειών που οφείλονται σε εκτροπή από μια καλή, προσχεδιασμένη και άμεση παροχή ιατρικής φροντίδας.

Τα ιατρικά σφάλματα δε γίνονται μόνο από ανίκανους και ασυνείδητους γιατρούς, αλλά ακόμη και από πολύ καλούς γιατρούς, που παρεκκλίνουν από τις γνωστικές διαδικασίες της λογικής. Με τις γνώσεις της ανάλυσης των ανθρωπίνων πράξεων από τη γνωστική ψυχολογία τα περισσότερα λάθη στην εποχή μας δεν είναι πλέον άγνωστα. Είναι κατανοητά και μπορούν να αποτραπούν. Τα λάθη προκύπτουν από  εκτροπή του φυσιολογικού ελέγχου του εγκεφάλου ως προς την εκτέλεση της νοημοσύνης, που απαρτίζεται από τρεις διαφορετικές διαδικασίες.

Toυ Αλέξανδρου Χατζηπαύλου
Toυ Αλέξανδρου

Σύμφωνα με τον Pat Croskerry από το Πανεπιστήμιο του Dalhousie στο Χάλιφαξ του Καναδά αυτές είναι: α) διαδικασίες που ελέγχονται από το συναίσθημα (affect), ήτοι οι πράξεις που απορρέουν από την καρδιά μας, β) η γνωστική διαδικασία (cognitive) που σχετίζεται με τον τρόπο που σκεφτόμαστε με το μυαλό και γ) ο διαδικαστικός τεχνικός χειρισμός (procedural), ήτοι η χρήση των δεξιοτήτων των χειρών. Αυτές οι τρεις διαδικασίες αλληλοσυνδέονται μεταξύ τους.

Για παράδειγμα το συναίσθημα (προκαταλήψεις, αντιλήψεις, θυμός, πραότητα, ιδεολογίες κλπ.) επηρεάζει την ορθή σκέψη, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τη λήψη της ορθής απόφασης, που ελέγχεται από τη γνωστική νοηματική αλληλουχία του εγκεφάλου.

Η τελευταία με τη σειρά της επηρεάζει την ορθή δράση, που εξαρτάται από τον τεχνικό χειρισμό, δηλαδή ό,τι εκτελούμε με τα χέρια που βασίζεται στην εκπαίδευση.

Γνωστική ψυχολογία είναι η επιστήμη που εξετάζει το πώς οι άνθρωποι συλλογούνται, διαμορφώνουν κρίση και παίρνουν αποφάσεις. Ερευνητές του εγκεφάλου ποσοτικοποιούν τις εκφάνσεις της λογικής διαδικασίας.

Οι παγίδες, λοιπόν, του συλλογισμού εύκολα, πλέον στην εποχή μας, αναλύονται και τεκμηριώνονται. Στον Καναδά και τις ΗΠΑ η ανάλυση των ιατρικών σφαλμάτων κάτω από μικροσκόπιο της γνωστικής ψυχολογίας διδάσκεται στους φοιτητές και στους ειδικευόμενους γιατρούς.

Στην Ελλάδα, δυστυχώς, είναι ακόμη άγνωστη η ύπαρξή της. Είναι, λοιπόν, προφανές ότι είναι επιτακτική ανάγκη, να διδάσκονται οι φοιτητές, οι ειδικευόμενοι, οι μεταπτυχιακοί και οι κλινικοί γιατροί, τον τρόπο που αναλύεται η αλυσίδα των διαδικασιών του συλλογισμού μας, ώστε να ελαχιστοποιούνται τα ιατρικά σφάλματα. Οι γνώσεις από μόνες τους δεν επαρκούν.

Τα νοσοκομειακά ιδρύματα, επίσης, οφείλουν να ελέγχουν και τα τρία σκέλη των ιατρικών λαθών. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για την ελαχιστοποίηση ή την αποτροπή των ιατρικών σφαλμάτων. Επειδή στη σύγχρονη ιατρική υπάρχουν αρκετοί άλλοι παράγοντες καθοριστικής σημασίας για την υποστήριξη των παρόχων ιατρικής φροντίδας, πολλά σφάλματα δεν προέρχονται μόνο από τους ιατρούς, αλλά και από αστοχία καθεαυτής της υποστήριξης.

Η έλλειψη υποστήριξης μπορεί να είναι ο κύριος και πρωταρχικός λόγος των ιατρικών σφαλμάτων και περιλαμβάνει τη διοίκηση του νοσοκομείου, τους συντηρητές μηχανημάτων, τους νοσηλευτές, τους εκπαιδευόμενους κλπ.

Στην Ελλάδα, επιπλέον, και το Υπουργείο Υγείας, το οποίο διοικεί τα Νοσοκομεία μέσω ενός «ομφάλιου λώρου», οφείλει να είναι κατά κάποιον τρόπο υπεύθυνο.

Μια άλλη παρέκκλιση είναι η καμπύλη μάθησης. Δυστυχώς, η χειρουργική εκπαίδευση και η συνεχής μετεκπαίδευση για την απόκτηση νέων δεξιοτήτων, μπορεί να συγκριθεί με τις «παράπλευρες απώλειες» σε πολεμικές επιχειρήσεις.

Δεν το αναφέρω αυτό με κάποιο σαρκαστικό υπαινιγμό. Είναι η πραγματικότητα που παρατηρείται στην ευρέως διαδεδομένη «καμπύλη μάθησης», όπως ισχυρίζεται, ο Atul Gawande, ένας γενικός χειρουργός στη Νέα Υόρκη, στο άρθρο του στο περιοδικό New Yorker το 2002. Ανεξάρτητα του κατά πόσο ολοκληρωμένος είναι ένας χειρουργός, οι πρώτοι του ασθενείς που υπόκεινται σε μια νέα χειρουργική τεχνική, όχι μόνο δεν ωφελούνται, αλλά μπορεί να ζημιωθούν, γιατί θα υποστούν περισσότερες επιπλοκές από την κλασική χειρουργική τεχνική που σχεδιάστηκε να αντικαταστήσει.

Μελλοντικά όμως, όλοι οι ασθενείς ωφελούνται σημαντικά κατά την εξέλιξη της καμπύλης μάθησης. Το ίδιο επικρατεί και στην κλινική έρευνα φαρμάκων. Αυτό προκαλεί αντικρουόμενες επιθυμίες στους ασθενείς, γιατί απαιτούν πρόοδο και εξειδίκευση χωρίς καμπύλη μάθησης και απόλυτη ιατρική ασφάλεια. Είναι ενδιαφέρον, ότι η έννοια της καμπύλης μάθησης εισήχθη στην αεροπορική βιομηχανία το 1936 και ορίζεται ως «ο ελάχιστος χρόνος που χρειάζεται για να γίνει κανείς ακίνδυνος πιλότος», παρομοίως και ο ακίνδυνος χειρουργός σε καινούργιες χειρουργικές τεχνικές.

Αυτές οι καμπύλες μάθησης έχουν τεκμηριωθεί για τις καινούργιες επεμβάσεις που πρέπει να κάνει ο γιατρός, για να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες χειρουργικών επιπλοκών. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για την καμπύλη μάθησης κάθε καινούργιας τεχνικής που χρησιμοποιούν οι γιατροί.

Η παραγωγή νέων γνώσεων και διαφόρων επεμβατικών τεχνικών στην ιατρική είναι αδιάκοπες και ο καλός ιατρός πρέπει να εκπαιδεύεται συνεχώς και να είναι υψίστης ηθικής, και να μην εξασκείται πάνω στον άρρωστο χωρίς την απαιτούμενη αναγκαία εκπαίδευση. Ο σπουδαίος φιλόσοφος Kant του 18ου αιώνα, πρεσβεύει ότι η ηθική υποχρέωση του ανθρώπου είναι να αντιμετωπίζει τους συνανθρώπους του πάντοτε ως αυτοσκοπούς (ends in themselves) και ποτέ μόνο ως μέσα προς επίτευξη του σκοπού του.

Το καντιανό αξίωμα (σ.σ. κατηγορική προσταγή) παραμένει σημαντικό και αποτελεί μια απαραβίαστη ηθική αρχή, που υπαγορεύει στους χειρουργούς ιατρούς να μη χρησιμοποιούν τους αρρώστους τους ως απλά μέσα για να μαθαίνουν καινούργιες χειρουργικές τεχνικές, αλλά να χρησιμοποιούν τις τεχνικές για χάριν των ίδιων των αρρώστων και στο όνομα της ανθρωπότητας. Εδώ περιλαμβάνεται και η χρηματική εκμετάλλευση, πράξη που ανήκει στην ηθική.

Είναι λυπηρό, συνεχώς, να μαθαίνω για συναδέλφους, ότι επιχειρούν να χρησιμοποιούν τεχνικές που δεν τις έχουν διδαχτεί πουθενά ή τις έχουν διδαχτεί ανεπαρκώς. Κάθε νοσοκομείο πρέπει να εφαρμόζει μεθοδολογίες και συστήματα αξιολόγησης ιατρικών επεμβατικών πράξεων, περιλαμβανομένων και των ενδείξεων, ώστε να προστατεύεται η κοινωνία.

 

Οι κλινικές μελέτες και πώς ξεγελούν την ιατρική επιστήμη

Η παροχή καλής ιατρικής φροντίδας βασίζεται σε τεκμηριωμένη ιατρική (evidence – based medicine). Δυστυχώς, οι κλινικές και εργαστηριακές ερευνητικές εργασίες δεν είναι τέλειες. Επομένως, όπως είναι ευνόητο, συμβάλλουν σε ιατρικές παρεκκλίσεις. Εδώ θα περιγράψω συνοπτικά πώς κατατάσσονται οι κλινικές μελέτες και πώς ξεγελούν την ιατρική επιστήμη, όπως περιγράφονται από τους Vinayak K. Prasad και Adam S. Cifu στο βιβλίο τους “Ending Medical Reversal”. Αυτές είναι κυρίως τριών ειδών:

Α) μελέτη κοόρτης (cohort trial), Β) μελέτες ελέγχου περιπτώσεων (case control studies) και Γ) τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη (ΤΕΜ) (randomized controlled trial) (RCT). Διευκρινίζω, πως εδώ δεν ασχολούμαι με την περιγραφή εργασιών μη επιστημονικά σχεδιασμένων, δημοσιευμένων στην ιατρική βιβλιογραφία για να περιγράψουν νόσους, ιατρικές φαρμακευτικές και χειρουργικές επιπλοκές και την προσωπική εμπειρία γιατρών για τα θεραπευτικά τους αποτελέσματα ή τη δοκιμή νέων υλικών.

Α) Οι μελέτες κοόρτης δείχνουν μόνο συσχετίσεις και όχι αιτιώδη συνάφεια, έχοντας μεροληψία επιλογής, καθώς είναι μελέτες παρατήρησης. Από τούτο και μόνο, παρατηρούμε, ότι διαφορετικά σχέδια μελέτης μπορούν να φτάσουν σε διαφορετικά συμπεράσματα και σε ένα ποσοστό 15- 50% είναι λανθασμένες. Και όμως, είναι διαδεδομένες στην ιατρική. To 1976 άρχισε η λεγόμενη «Μελέτη Υγείας Νοσηλευτριών» (Nurses’ Health Study, γνωστή και ως NHS) στην Αγγλία.

Χορηγήθηκαν οιστρογόνα στις μισές από 127.000 νοσηλεύτριες μεταξύ 30- 56 ετών, για να ερευνηθεί η επίδρασή τους στην πρόληψη καρδιακών παθήσεων. Η εργασία έδειξε ότι οι γυναίκες που έλαβαν οιστρογόνα είχαν 40% λιγότερες καρδιακές προσβολές σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν έλαβαν την ορμόνη.

Γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, πόσες χιλιάδες γυναίκες σε όλον τον κόσμο πήραν οιστρογόνα. Το 1996 μια άλλη πειραματική κλινική εργασία έρχεται να απορρίψει το αποτέλεσμα αυτής της εργασίας και να αποδείξει ότι τα οιστρογόνα είναι επικίνδυνα φάρμακα – όπως περιγράφω παρακάτω στην τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη – και δεν πρέπει να χορηγούνται σαν ρουτίνα, αλλά με αυστηρές γυναικολογικές ενδείξεις.

Β) Η μελέτη ελέγχου περιπτώσεων (case – control studies) είναι, επίσης, μια μελέτη παρατήρησης, αλλά έχει αναδρομικό σχεδιασμό. Εξετάζει γενικά μια βλαβερή επίδραση, που δυνητικά προκαλεί ένα σπάνιο συμβάν. Το 2000, αντιμετωπίζοντας την ανησυχία ότι η πρόσληψη καφεΐνης προκαλεί αποβολή, έγινε μια μελέτη στην οποία γυναίκες που είχαν αποβάλει, στρατολογήθηκαν και παρακολουθήθηκαν για την κατανάλωση καφεΐνης και συγκρίθηκε με εκείνη των γυναικών που είχαν γεννήσει επιτυχώς τα μωρά.

Αυτή η μελέτη έδειξε ότι οι γυναίκες που κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες καφεΐνης, είχαν περίπου διπλάσιες πιθανότητες αποβολής από αυτές που κατανάλωναν μόνο μικρές ποσότητες. Παρά την απαιτούμενη στατιστική προσαρμογή η ακρίβεια της μελέτης αμφισβητείται, γιατί υπήρχαν πολλοί άλλοι μεταβλητοί παράγοντες, που μπορεί να ήταν η αιτία της αποβολής και όχι η καφεΐνη (πχ. ο ενοχλητικός barista της καφετέριας που εκνεύριζε τις γυναίκες, ηλικία, προηγούμενες αποβολές κλπ.), όπως σχολιάστηκε από τους μη πεπεισμένους στα άρθρα τους.

Οι μελέτες παρατήρησης είναι χρήσιμες, ιδίως για την παρουσίαση της φυσικής ιστορίας μιας νόσου (εξέλιξης της νόσου). Ποιο ποσοστό ατόμων με υπέρταση θα υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο ή βαρέων καπνιστών θα πάθει καρκίνο του πνεύμονα κλπ; Τούτου λεχθέντος, οι μελέτες ελέγχου περιπτώσεων μας έδωσαν χρήσιμες πληροφορίες. Τα τσιγάρα προκαλούν καρκίνο των πνευμόνων, η θαλιδομίδη προκαλεί γενετικές ανωμαλίες.

Γ) Η τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη (ΤΕΜ) είναι πειραματική μελέτη, όχι όμως του είδους των πειραμάτων που εκτελούνται στα εργαστήρια (χημείας, βιολογίας και βιομηχανικής). Πρόκειται για μια έρευνα κλινικών μελετών, η οποία θεωρείται στην ιατρική το «χρυσό πρότυπο» (gold standard), γιατί αναμφισβήτητα είναι η πιο σημαντική ιατρική τεχνολογία του 20ου αιώνα. Όταν είναι μεγάλη και καλά σχεδιασμένη, είναι ο πιο ισχυρός τρόπος για να διασαφηνίσει την αλήθεια σε όλες τις ιατρικές επιστήμες. Παρόλο που δεν μπορεί να εξηγήσει τον μηχανισμό με τον οποίο λειτουργεί μια θεραπεία βιολογικά, μπορεί να δείξει οριστικά εάν μια δεδομένη παρέμβαση επιτυγχάνει έναν συγκεκριμένο στόχο.

Σε αντίθεση με την NHS, μελέτη που ανέφερα προηγουμένως, η οποία είναι μια έρευνα κοόρτης, το 1996 σχεδιάστηκε μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη. Η Πρωτοβουλία για την Υγεία των Γυναικών (Women’s Health Initiative – WHI) ερεύνησε το ίδιο θέμα σε 16.000 γυναίκες μεταξύ 50 – 79 ετών. Μια ομάδα γυναικών, που είχαν περάσει την εμμηνόπαυση, τοποθετήθηκαν τυχαία σε οιστρογόνα και προγεστερόνη ή αντίστοιχα σε εικονικό φάρμακο, (placebo).

Η μελέτη σταμάτησε 3 χρόνια νωρίτερα από τον αρχικό προγραμματισμό, διότι η θεραπεία ορμονών προδιέθεσε τις γυναίκες σε μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν καρκίνο του μαστού, καρδιακές παθήσεις, εγκεφαλικά επεισόδια και πνευμονικές εμβολές. Αυτό είναι ένα εντυπωσιακό παράδειγμα δύο ιατρικών μελετών, σε διαφορετικό χρονικό διάστημα, όπου η μια έδειξε  ευεργετική επίδραση των οιστρογόνων και η άλλη καταστρεπτικές συνέπειες.

Οι ΤΕΜs δεν είναι πάντα τέλειες, είναι δαπανηρές, απαιτούν τη στρατολόγηση μεγάλου πληθυσμού και προϋποθέτουν, ότι οι συμμετέχοντες συναινούν στο ενδεχόμενο να τοποθετηθούν στην πειραματική θεραπεία με άγνωστα αποτελέσματα είτε να επιλεγούν για την ομάδα χορήγησης εικονικών φαρμάκων (placebo) από την οποία δε θα λάβουν κανένα όφελος. Ακόμη, οι ΤΕΜs μπορούν να φτάσουν σε παραπλανητικά συμπεράσματα, όταν χρησιμοποιούνται υποκατάστατα στα τελικά συμπεράσματα αντί κλινικών τελικών συμπερασμάτων. Θα παραθέσω ένα διευκρινιστικό παράδειγμα.

Γνωρίζουμε, ότι η υπέρταση προδιαθέτει σε αυξημένη πιθανότητα θανάτου προκαλώντας εγκεφαλικά και καρδιακά επεισόδια. Επομένως, αν θέλουμε να μελετήσουμε το θεραπευτικό όφελος ενός αντιυπερτασικού φαρμάκου, δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε να καταγράψουμε την επίδραση του στην επιβίωση των ατόμων, που είναι το «τελικό κλινικό αποτέλεσμα», που κάνει τη μελέτη μακροχρόνια και δαπανηρή, αλλά την επίδρασή του στην αρτηριακή πίεση.

Δηλαδή, καταγράφουμε ένα «υποκατάστατο κλινικό αποτέλεσμα», που είναι η αρτηριακή πίεση. Δυστυχώς, αποδείχθηκε, ότι ορισμένα αντιυπερτασικά ναι μεν ελαττώνουν την αρτηριακή πίεση, αλλά δεν βοηθούν στην επιβίωση. Πολλές ιατρικές πρακτικές ΤΕΜ που χρησιμοποίησαν υποκατάστατα κλινικά αποτελέσματα αντί τελικά κλινικά αποτελέσματα, για να μειώσουν το μακροχρόνιο της παρακολούθησης και τις δαπάνες, αποδείχθηκαν ανεπαρκείς και επικίνδυνες.

Δυστυχώς η ιατρική βρίθει από αναξιόπιστες ιατρικές μελέτες. Ο Francis Bacon, εμπειριστής φυσικός φιλόσοφος και πρωτοπόρος στην επιστημονική μέθοδο, πρεσβεύει ότι τα πειράματα είναι απαραίτητα, γιατί μας επιτρέπουν να «θέσουμε τη φύση σε αμφιβολία». Ο Johan Lehter, σε ένα άρθρο του στο μεγάλου κύρους περιοδικό New Yorker, έγραψε ότι αυτό που πιστεύουμε σαν αληθές στην ιατρική φθείρεται! Γιατί όμως;

Το 2001, ο Michael Jennions, βιολόγος στο εθνικό πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, αφού μελέτησε εκατοντάδες άρθρα και 44 μετα-αναλύσεις (δηλαδή στατιστικές συνθέσεις σχετικών μελετών) παρατήρησε σταθερή μείωση των αρνητικών αποτελεσμάτων με την πάροδο του χρόνου και αύξηση των ενθαρρυντικών ευρημάτων λόγω προκατειλημμένης δημοσίευσης (publication bias). Εν ολίγοις, διαπίστωσε την τάση των επιστημόνων και των επιστημονικών περιοδικών να προτιμούν τα θετικά δεδομένα.

Αυτή η προκατάληψη περιγράφηκε από τον στατιστικολόγο Theodore Starling, ο οποίος αφού ανέλυσε το 97 % όλων των δημοσιευμένων ψυχολογικών μελετών με σημαντικά στατιστικά δεδομένα, βρήκε το αποτέλεσμα που αναζητούσε. Ο Ιωάννης Ιωαννίδης, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο Stanford, ανέλυσε προσεκτικά 49 από τις πιο συχνά αναφερόμενες κλινικές – ερευνητικές μελέτες σε τρία μεγάλα ιατρικά περιοδικά.

Από αυτές τις μελέτες 45 ανέφεραν θετική αποτελεσματικότητα. Τα δεδομένα που βρέθηκαν ήταν ανησυχητικά. Από τους 34 ισχυρισμούς που είχαν υποβληθεί σε επαναληψιμότητα 41% ήταν είτε άμεσα αντιφατικοί είτε είχαν υποβιβαστεί σημαντικά τα μεγέθη των αποτελεσμάτων τους. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι πάρα πολλοί ερευνητές επιδίδονται σε εκείνο που ο Ιωαννίδης αποκαλεί «κυνήγι σημασίας» (significance chasing).

Με τον όρο αυτό περιγράφει την προσπάθεια των ερευνητών να βρίσκουν τρόπους για την ερμηνεία των δεδομένων, που θα τους επιτρέπουν να περάσουν το στατιστικό τεστ της σημασίας (με όριο 95%), που εφευρέθηκε από τον Άγγλο μαθηματικό, Ronald Fisher το 1922.

Το τεστ της επαναληψιμότητας των ιατρικών μελετών είναι η πιο αξιόλογη επικύρωση αληθινών αποτελεσμάτων. Δυστυχώς, πολλές επιστημονικές θεωρίες εξακολουθούν να θεωρούνται έγκυρες, ακόμη και μετά την αποτυχία πολλών πειραματικών δοκιμών και αυτό χαρακτηρίζεται ως «λεκτική υπερβολική επισκίαση» (verbal overshadowing). Επομένως, καταλαβαίνουμε γιατί «η στατιστική είναι η λογική της αβεβαιότητας», ενώ «τα μαθηματικά είναι η λογική της βεβαιότητας» σύμφωνα με τον Joseph Blitzstein, στατιστικολόγο στο Πανεπιστημίου Harvard.

Καταλαβαίνει κανείς ότι οι επιστημονικές βάσεις της ιατρικής τέχνης εξελίσσονται, επεκτείνονται, φθείρονται και ανανεώνονται, χτίζονται από την αρχή είτε ξαναχτίζονται σε ό,τι ερείπια απέμειναν από τις αρχικές γνώσεις. Οι εξελίξεις είναι γρήγορες, με ακατάπαυστη ανανέωση γνώσεων και τεχνολογίας, ώστε «οι σημερινές μας γνώσεις γίνονται τα αυριανά μας παραμύθια».

Η ιατρική, λοιπόν, είναι η επιστήμη της αβεβαιότητας και η τέχνη των πιθανοτήτων» σύμφωνα με τον Sir William Osler, τον σπουδαιότερο γιατρό του 20ου αιώνα.

Τέλος πρώτου μέρους

 

Αυτό το άρθρο είναι απάνθισμα

του βιβλίου «ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΩΝ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΣΚΕΨΕΩΝ»

παρεκκλίσεις, νοοτροπίες, μηχανορραφίες και εκπαίδευση, Ιατρικές

Εκδόσεις Π.Χ Πασχαλίδης, Broken Ηill Publisher Ltd, Φεβρουάριος 2022

 

Ο Αλέξανδρος Χατζηπαύλου είναι Κλινικός Καθηγητής Ορθοπαιδικής και Αποκατάστασης Πανεπιστημίου Texas (Galveston) και Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης.