Με τον “Ν” συναντήθηκα σήμερα για τρίτη φορά, στον προθάλαμο ενός ιατρείου.
Ο Πάγος είχε αρχίσει να λιώνει στο ασανσέρ
Ένας σπάνιος θείος και μια ηρωίδα μάνα, ήταν οι συνοδοί ενός πανέμορφου άντρα,και ενός πονεμένου χαμόγελου.
Άλλη μια γνωριμία με έναν κύριο, που κάποια αναπηρία, του στέρησε τον κόσμο των ενηλίκων.
Είχαμε ανάγκη κι οι δυο, για τα δικά μας.
Σαν τότε που ‘μουν δάσκαλος στην ειδική αγωγή.
Καθίσαμε δίπλα – δίπλα κι άρχισε ο φίλος μου.
Τη δυσκολία του λόγου βοηθούσε η γλώσσα του σώματος και του βλέμματος.
…Κοπή, κοπή, ανακοπή και πέθανε ο πατέρας μου.
Κάπου εδώ λυγισαμε κι οι δυο. Ένα δάκρυ, κι ύστερα, κι άλλα κι άλλα, απ’ αυτά που απασχολούσαν και τους δυο μας.
Ένιωσα ξανά μαθητής με δάσκαλο, το φίλο μου τώρα, πια τον Ν.
Δώσαμε διαλέξεις για την κατανόηση, διαφορετικών ανθρώπων και διαφορετικοτήτων.
Κι είδαμε πως ο κοινός λόγος που μας έφερε, στο ιατρείο, μιλούσε ακριβώς την ίδια γλώσσα και για τους δυο μας.
Πρώτος πέρασε για τη μικρό θεραπεία ο Ν.
Είχα αγωνία και πήγαινα πέρα – δώθε, στον προθάλαμο.
Ανοίγοντας η πόρτα, για να βγει ο φίλος μου ο Ν
ξέσπασα σε χειροκρότημα.
Άνοιξε τα τεράστια χέρια, μ’ αγκάλιασε διακριτικά και μου είπε εν ολίγοις:
Το είχα ανάγκη αυτό το χειροκρότημα.
Κι ύστερα, πήρα κι εγώ τη σειρά μου για μια μικρή δοκιμασία.
Τώρα πια είμαστε κι οι δυο στα σπίτια μας,
μια μικρή σωματική κακουχία, λίγα δέκατα, μικρόπονοι στα κόκαλα μας.
Μας ταλαιπωρούν και τους δυο.
Σκέφτομαι τον Ν τον φίλο μου.
Αν και πολύ νεότερος, θα χει περίπου τις ίδιες παρενεργειες με σένα Γιώργο.
Αλλά εντελώς μεταξύ μας…
Είναι κάτι στιγμές που δεν μπορούν να περιγραφούν με λογια.
Πονάω κι αισθάνομαι πολύ τυχερός ρε Ν…
Είσαι κιόλας το σοκάκι, που ξεφεύγω, του πόνου.
Και εάν κάτι…
Μη σε παρακαλώ
Μην και πονέσεις πια, για κανένα λόγο.