Όσες φορές και αν έχω προσπαθήσει να πείσω τον εαυτό μου ότι μπορεί ετούτη ‘δω η χώρα να γίνει κάποτε σοβαρή, εισπράττω πάντα την ίδια απογοήτευση.
Όλο και κάτι συμβαίνει που μου υπενθυμίζει ξανά και ξανά ότι, πάλι γελάστηκα. Γιατί μέσα στην πιο πλούσια «σοδειά» αυτής της χώρας, την επικαιρότητά της, χωράνε και περισσεύουν μάλιστα, όλα τα στραβά και τα ανάποδα που μας χαρακτηρίζουν.
Σε μια σοβαρή χώρα, οι άρχοντές της δεν επιτρέπουν να επαναλαμβάνονται τραγικά λάθη σε θεσμικό επίπεδο. Κι αν λένε πως η ιστορία επαναλαμβάνεται, στη χώρα μας επιβεβαιώνεται η ρήση, με επετειακή μάλιστα ακρίβεια.
Γιατί δεν ξέρω πόσο τυχαίο μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός, να πυροβολείται από αστυνομικό στο κεφάλι ένα παιδί 16 χρόνων, στις 5 του Δεκέμβρη;
Η αντιπολίτευση κατηγορήθηκε από την κυβέρνηση για λαϊκισμό και προεκλογική εκμετάλλευση, επειδή συνέδεσε τον βαρύτατο τραυματισμό στο κεφάλι από σφαίρα αστυνομικού, του 16χρονου Ρομά στη Θεσσαλονίκη στις 5 Δεκεμβρίου, με τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου του 2008, με μια σφαίρα στο κεφάλι από αστυνομικό.
Βλέπετε εσείς καμία ομοιότητα; Πέρα από το γεγονός ότι και αυτήν την υπόθεση ανέλαβε υπερασπιστικά ο γνωστός σούπερ-ποινικολόγος της Αθήνας – υπερασπιστής των «ράμπο» της Άμεσης Δράσης που πυροβολούν παιδιά στο κεφάλι – κάθε άλλη ομοιότητα νομίζω ότι είναι εντελώς συμπτωματική. Δεν προσδίδω ταξικό πρόσημο στη συγκεκριμένη τραγική υπόθεση, γιατί η αναφορά και μόνο σε ένα παιδί 16 ετών που χαροπαλεύει, δεν απαιτεί καμία άλλη υποσημείωση.
Προσδίδω όμως πολιτικές ευθύνες σε εκείνους τους πολιτειακούς θεσμούς, που δεν έχουν φροντίσει ακόμα να απομακρύνουν τους ακροδεξιούς θύλακες από τους κόλπους της Ελληνικής Αστυνομίας, που όχι μόνο δεν την υπηρετούν, αλλά προσβάλλουν βάναυσα και την συντριπτική πλειονότητα των αστυνομικών, που επιτελούν ευσυνείδητα το καθήκον τους.
Σε μια σοβαρή χώρα που έχει την Παιδεία που της αξίζει, δεν σκοτώνεται κανένας ανυποψίαστος μαθητής από έκρηξη του λεβητοστάσιου του σχολείου του. Στη δική μας όμως συνέβη και αυτό, με τον 11χρονο Βασίλη από τις Σέρρες να χάνει τόσο άδοξα τη ζωή του. Οι δύο καθ’ ύλην αρμόδιοι υπουργοί, Εσωτερικών και Παιδείας, εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση, με την οποία ζητούσαν να αποδοθούν ευθύνες, προδικάζοντας ότι οι ίδιοι δεν φέρουν ευθύνη.
Η υπουργός Παιδείας, δεν χάνει ευκαιρία να διαφημίζει στα γνωστά μέσα που την προβάλλουν, το «εξαιρετικό μεταρρυθμιστικό της έργο», με τις υποτιθέμενες αξιολογήσεις και τα άλλα άνοστα, ανούσια και ανέξοδα εφευρήματα, που δεν προσθέτουν απολύτως τίποτα στην ουσία της Παιδείας μας, αλλά για την υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης δεν λέει κουβέντα. Η πραγματικότητα όμως που επικρατεί στα σχολεία μας είναι εντελώς διαφορετική. Η κατάσταση στα δημόσια σχολεία της χώρας είναι άκρως επικίνδυνη, για εκατομμύρια μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς.
Γερασμένα σχολικά κτήρια, πεπαλαιωμένα συστήματα θέρμανσης, κακοσυντηρημένες αίθουσες διδασκαλίας και σοβάδες που κρέμονται πάνω από τα κεφάλια των παιδιών, συνθέτουν το σκηνικό του τρόμου. Το 50% των σχολικών κτηρίων της χώρας είναι ηλικίας μεταξύ 30 και 50 ετών και μόλις στο 5% από αυτά έχουν γίνει σημαντικές εργασίες συντήρησης.
Σε μια σοβαρή χώρα, δεν μπορεί παρά να αποτελεί προτεραιότητα το Εθνικό Σύστημα Υγείας της. Στη δική μας τη χώρα, την προηγούμενη εβδομάδα ψηφίστηκε ο νόμος που κυριολεκτικά καταργεί το Ε.Σ.Υ. Καταργεί ουσιαστικά την υγεία ως κοινωνικό αγαθό και μάλιστα σε μια περίοδο που απέδειξε τη σημασία των δομών της δημόσιας υγείας και την ανάγκη της ενίσχυσής τους. Το αμέσως επόμενο διάστημα θα καταλάβουμε όλοι τι ακριβώς έχει συμβεί.
Κι έχει μεγάλη σημασία αυτό, γιατί το Ε.Σ.Υ. αποτέλεσε τη σημαντικότερη παρακαταθήκη της κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα και η Υγεία υπήρξε το κεντρικό μεταρρυθμιστικό πεδίο στη δεκαετία του ’80 και βασικός πυλώνας οικοδόμησης του κοινωνικού κράτους. Και αφού αναφερόμαστε στην Υγεία, σε μια σοβαρή χώρα όπου η πανδημία εξακολουθεί να προελαύνει, λαμβάνονται μέτρα για την αντιμετώπισή της.
Στη δική μας όμως χώρα, όπου μάλιστα συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων ευρωπαϊκών χωρών, τόσο σε μολύνσεις όσο και σε θανάτους από την COVID 19, ούτε λόγος δεν γίνεται πια. Δεν ανακοινώνονται πλέον ούτε τα ποσοστά των μολύνσεων ανά περιοχή, ούτε το μέγεθος του ιικού φορτίου, αλλά ούτε και ο αριθμός των θανάτων, που δυστυχώς συνεχίζει να αυξάνει. Επίσης, δεν λαμβάνεται κανένα απολύτως μέτρο προφύλαξης σε χώρους συνωστισμού και ο σώζων εαυτόν σωθήτω…
Σε μια σοβαρή χώρα, ο πολιτικός λόγος που αρθρώνεται απέναντι σε ένα βαθύ πολιτειακό πρόβλημα, δεν μπορεί παρά να είναι σοβαρός, αποκαλυπτικός και ενημερωτικός. Στη δική μας τη χώρα, δεν υπάρχει καν πολιτικός λόγος, παρά μονάχα άναρθρες κραυγές εντυπωσιασμού, αλληλοκατηγορίες και ανιαροί μονότονοι μονόλογοι.
Άλλη μια αποτυχημένη παράσταση της Εθνικής μας Αντιπροσωπείας, παρακολουθήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα, στο πλαίσιο της συζήτησης στη Βουλή σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, με θέμα το νέο πλαίσιο λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Δεν μάθαμε τίποτα όμως, ούτε για το νέο πλαίσιο, αλλά ούτε και δόθηκαν απαντήσεις για το μείζον θέμα των τηλεφωνικών υποκλοπών. Δεν μάθαμε το λόγο που παρακολουθούνταν η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, όπως δεν μάθαμε και το λόγο της παρακολούθησης των πρωτοκλασάτων στελεχών του κυβερνώντος κόμματος, αλλά και υπουργών της ίδιας της κυβέρνησης.
Για ένα τόσο σοβαρό θέμα που αφορά τη χώρα μας, τη δημοκρατίας μας και την εθνική μας ασφάλεια, δεν καταφέραμε καν να ενημερωθούμε. Αντίθετα, ο χώρος της Βουλής δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από το καφενείο της. Ο πρωθυπουργός, αντί να απαντήσει στις ερωτήσεις της αντιπολίτευσης, ετράπη εις φυγήν. Η
συνεδρίαση παρέπεμπε σε ατμόσφαιρα τουρκικού κοινοβουλίου, με αλαλαγμούς, χειρονομίες, υποτιμητικούς σχολιασμούς, σεξιστικά σχόλια, ενώ γραφικές κυρίες περιφέρονταν απειλητικά, προσεγγίζοντας τα έδρανα πολιτικών αντιπάλων. Ήταν μια «πολύ ωραία ατμόσφαιρα!»…
Σε μια σοβαρή χώρα, οι πολίτες της δεν είναι απόντες από το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Συμμετέχουν συλλογικά, παίρνουν πρωτοβουλίες και διατυπώνουν αιτήματα. Στη δική μας τη χώρα, τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια, η απουσία της κοινωνίας από τα κοινά είναι χαρακτηριστική.
Και δεν εξαιρώ ούτε τον εαυτό μου, ούτε τον περίγυρό μου. Δίνει την αίσθηση μιας κοινωνίας που παραιτείται, που αργοπεθαίνει, που διαλύεται. Οι πολίτες υπάρχουν μόνο στις δημοσκοπήσεις, και πουθενά αλλού! Αυτή η ηχηρή απουσία της κοινωνίας δεν ξέρω αν είναι αποτέλεσμα απογοήτευσης, εξάντλησης, άρνησης, κυνισμού ή όλα αυτά μαζί.
Πάντως, δεν λαμβάνονται πια πρωτοβουλίες, δεν τίθενται συλλογικά αιτήματα, δεν υπάρχουν αντιστάσεις ή δεν εκδηλώνονται. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει δυσαρέσκεια. Γιατί αυτή είναι αισθητή παντού, όπου κι αν βρεθείς. Το θέμα όμως είναι πως αυτή η δυσαρέσκεια δεν καταφέρνει να βρει την πολιτική της έκφραση.
Σε μια σοβαρή χώρα όπως είναι το Βέλγιο, δεν ξεγελιούνται οι Αρχές από τα όμορφα μάτια μιας Εύας, που υπέκυψε στον πειρασμό του «Qatarαμένου όφη». Με εισιτήριο την ομορφιά της, η κυρία αυτή δεν εξαπάτησε μόνο τους ψηφοφόρους της στην Ελλάδα, αλλά και τους θεσμούς της Ε.Ε., που την έχρησαν Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οι καιροί που διανύουμε είναι περίεργοι και πρωτόγνωροι. Είναι δύσκολο να κάνεις ευχές κι ακόμα πιο δύσκολο να τις πιστεύεις. Αν πραγματικά ονειρευόμαστε μια σοβαρή χώρα, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα εμείς οι πολίτες να αναζητήσουμε τους χαμένους μας ρόλους. Να βγούμε από το «καβούκι» μας και να επιστρέψουμε στην κοινωνία.
Με στοχασμό και βαθύτερη σκέψη για τον άνθρωπο, τη ζωή, την αλληλεγγύη, το σεβασμό και την ανιδιοτελή προσφορά. Τότε μόνο θα νιώσουμε πως, είμαστε πολίτες μιας σοβαρής χώρας.
https://moschonas.wordpress.com