Tου φιλολόγου Ζαχαρία Καραταράκη

Η Σαπφώ θεωρείται δίκαια η μεγαλύτερη ποιήτρια όλων των εποχών όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά για όλο τον κόσμο.

Η ποίησή της μετά τα Ομηρικά Έπη είναι μια ποιητική μετάλλαξη. Δυστυχώς ελάχιστα ποιήματά της σώζονται ολόκληρα. Συχνά έχουμε κάποια σπαράγματα και κάποτε ένα μόνο στίχο, ενώ η μελωδία τους μας είναι άγνωστη.

Η αξία της αναγνωρίστηκε από τα κλασικά χρόνια και την θεωρούσαν δεκάτη Μούσα.

Γύρω από το όνομά της έχουν πλαστεί διάφοροι μύθοι. Είναι βέβαιο ότι έζησε στη Λέσβο (630-570 π.Χ.).

Ήταν παντρεμένη και είχε μια κόρη, την Κλεΐδα που υμνεί σε ποιήματά της. Πρωτοστατούσε σε μια παρέα με κορίτσια που τραγουδούσαν, χόρευαν και διασκέδαζαν. Λάτρευαν τη Θεά Αφροδίτη και υμνούσαν την ομορφιά και τον έρωτα.

Αποσπασματικά κυκλοφορούν αρκετές μεταφράσεις στα νεοελληνικά κάποιων ποιημάτων. Θα αναφέρω μόνο τον Οδυσσέα Ελύτη που συχνά παραφράζει και συνδέει διαφορετικά αποσπάσματα.

Γι’ αυτό θεωρώ πολύ σημαντική την έκδοση από τον ΚΕΔΡΟ όλων των ποιημάτων με πρόλογο – μετάφραση και σημειώσεις της Τασούλας Καραγεωργίου.

Η Τασούλα Καραγεωργίου είναι φιλόλογος, ήταν σχολικός σύμβουλος και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων, αλλά και σπουδαία ποιήτρια με πλούσιο έργο.

Η έκδοση αυτή, όπου παρατίθεται και το αρχαίο κείμενο είναι αναμφισβήτητα μια μοναδική προσφορά για όλους, και είναι πολλοί, που θέλουν να έχουν μια αίσθηση του συνολικού έργου της Σαπφούς. Οι μεταφράσεις είναι φιλολογικά άψογες, γιατί γίνεται προσπάθεια να διατηρηθεί το μέτρο και ο ποιητικός ρυθμός, όσο φυσικά είναι δυνατόν, αλλά να αποδοθεί με πιστότητα και ο λεκτικός πλούτος.

Θα παραθέσω ενδεικτικά κάποια ποιήματα, δυστυχώς μόνο στη μετάφραση.

Σ’ εμένα μοιάζει σαν Θεός

Αυτός ο άντρας που καθώς κάθεται απέναντί σου,

Συνέχεια σκύβει για ν’ αφουγκραστεί

Το γέλιο το ιλαρό και τη γλυκιά φωνή σου.

 

Αχ, πως σπαράζει τώρα

Μέσα στο στήθος μου η καρδιά

Κοιτάζω προς το μέρος σου κλεφτά

Κι ευθύς μου κόβεται η μιλιά

 

Η γλώσσα μου παγώνει

Αρχίζει να με καίει μια φωτιά

Τα μάτια μου δεν βλέπουν

Τ’ αυτιά μου δεν ακούνε πια

Το σώμα μου όλο ιδρώνει

Ριγώ και τρέμω σύγκορμη

Το χρώμα από το πρόσωπό μου χάνω

Και νοιώθω πως κοντεύω να πεθάνω.

Στο ποίημα αυτό αποδίδεται με υπέροχο τρόπο το ερωτικό συναίσθημα, το πάθος και η έντασή του που σε άλλο στίχο της ονομάζεται «γλυκύπικρο ερπετό ακαταμάχητο που λύνει τα γόνατα» και μας αφήνει παράλυτους, γιατί αδυνατούμε να αντέξουμε την σφοδρότητά του.

Η σελήνη βασίλεψε πια

Και η πούλια εχάθη.

Μεσονύχτι. Η ώρα περνά

Κι εγώ πάλι κοιμάμαι μονάχη

Μια γυναίκα μόνη πρώτη φορά στην ιστορία εξομολογείται τον έρωτά της και θρηνεί, γιατί κοιμάται χωρίς συντροφιά. Πρώτη φορά το φεγγάρι θεωρείται μάρτυρας του ανθρώπινου πάθους.

Όπως το μήλο το γλυκό

Που ωρίμασε ψηλά στην άκρη του κλαδιού

Ψηλά, ψηλά στην άκρη

Κι αυτοί που κόψανε τα μήλα δεν το πρόσεξαν.

Όχι πως δεν το πρόσεξαν

Μονάχα δεν μπορούσαν να το φτάσουν.

Η Σαπφώ στο υπέροχο αυτό ποίημα παρηγορεί την αγαπημένη φίλη που έχει μείνει χωρίς σύντροφο. Η ομορφιά της είναι τόσο μεγάλη που θαμπώνει τους φανταστικούς εραστές και δεν τολμούν να την αγγίξουν, όπως ένα γλυκό μήλο στην άκρη του κλαδιού.

Το έργο της Τασούλας Καραγεωργίου είναι μια πολύτιμη προσφορά και ο μεγάλος της κόπος δικαιώνεται από το αποτέλεσμα, αλλά και η έκδοση από τον ΚΕΔΡΟ είναι αισθητικά άψογη.