Πυκνώνουν τα σύννεφα στον ασυαθή ουρανό της ΕΕ για την επόμενη μέρα.
Η Γερμανία, ατμομηχανή της ΕΕ αλλάζει ρότα μέρα με τη μέρα, στα πλαίσια σχεδίου επιβίωσης.
Μιας επιβίωσης που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο δόγμα «επιβιώνει όποιος μπορεί».
Στη γλώσσα εμάς, των απλών ανθρώπων, αυτό σημαίνει αρκετά μέχρι σήμερα, καιρός να δώσουμε λιγότερα για να επιβιώσουμε και εμείς.
Σε προηγούμενα σημειώματα αναδείξαμε την επιχειρούμενη επανεθνικοποίηση της ΚΓΠ, από την Κομισιόν. Με αφορμή τα λιπάσματα και την αποφυγή επισιτιστικής ανασφάλειας, φαίνεται ότι η Κομισιόν κατάλαβε ότι τα μέτρα κατά της Ρωσίας δεν επιτρέπουν την προμήθεια με λιπάσματα τις αγροτικές δυνάμεις της ΕΕ.
Αλλά και στην πορεία των τελευταίων δεκαετιών η περισσότερο προστατευμένη και επιδοτημένη πολιτική, που ήταν η Κοινή Γεωργική Πολιτική, βλέπει την τεράστια μείωση των αγροτικών επιδοτήσεων που θέτουν σε αμφιβολία την ομαλή συνέχιση της παραγωγικής διαδικασίας. Ταυτόχρονα η επισιτιστική ασφάλεια αποτελεί παρελθόν και η τσέπη των καταναλωτών είναι η αδιάψευστη δύναμη της «δυναμικής» εισόδου μας στην περιοχή της επισιτιστικής ανασφάλειας.
Η προσπάθεια πολλών αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν τη λαίλαπα που είχαν για τους πληθυσμούς τους, τα απερίσκεπτα μέτρα που πήραν πριν ένα χρόνο περίπου κατά της Ρωσίας, που εισέβαλε στην Ουκρανία, οδηγούν προς μια δυσοίωνη εξέλιξη την ίδια την ΕΕ. Υπενθυμίζουμε ότι υπήρχε η δυνατότητα που δεν εφαρμόστηκε, να πυκνώσουν οι διπλωματικές πιέσεις και σε μικρό χρονικό διάστημα να έχουμε θετικά αποτελέσματα.
Η βιασύνη και η μη προσεκτική μελέτη των μέτρων που πήραν, οδήγησαν σε σειρά νέων τερατογεννήσεων στον τομέα των επιδοτήσεων, που οδήγησε τη Γερμανία να ξεκινήσει σειρά πιέσεων προς τους εταίρους της ΕΕ να επιδοτούν εκτενέστερα τις βιομηχανίες τους.
Αυτό οδήγησε τους εμπειρογνώμονες , αλλά και κράτη μέλη, να εκφράσουν την αντίθεσή τους, εξαιτίας του φόβου ότι η κίνηση θα μπορούσε να δώσει στη Γερμανία ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, ανησυχίες που το Βερολίνο προσπαθεί να διασκεδάσει. Σε κάθε περίπτωση, οι υπολογισμοί της ΕΕ ανεβάζουν το κόστος για τη μείωση του πληθωρισμού κατά 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Ποσόν αναμφίβολα κολοσσιαίο, αλλά το θέμα είναι οι φόβοι που γεννιούνται να μη μεταφερθούν οι έδρες προς τις ΗΠΑ, ώστε να επωφεληθούν από το καθεστώς επιδοτήσεων.
Ποια είναι λοιπόν η θεμελιώδης διαδικασία που θα ήθελε να κινήσει η Γερμανία; Η απάντηση είναι απότοκος της χαλάρωσης των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις που διασφαλίζουν επί του παρόντος τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Το πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις «πρέπει επειγόντως να μεταρρυθμιστεί και να επικαιροποιηθεί» ώστε να ταιριάζει με την πρωτοβουλία των ΗΠΑ, αναφέρει έγγραφο στρατηγικής του κυβερνώντος SPD από την περασμένη εβδομάδα, αναφέρει σε ρεπορτάζ του το έγκυρο EURACTIV1.
Τι σημαίνει ουσιαστικά μια τέτοια προοπτική; Είναι απλό: όποιος έχει τη δυνατότητα μπορεί να δίνει κρατικές ενισχύσεις, κρατώντας το επίπεδο απασχόλησης του σε επιθυμητά επίπεδα. Είναι λογικό να θεωρήσουμε ως κίνηση διάλυσης της ΕΕ το ενδεχόμενο αυτό, αλλά στη νέα τάξη πραγμάτων τίποτα δεν μπορεί να διαφεύγει από την προσοχή μας.
Με προεξάρχουσα τη Γερμανία και άλλα κράτη μέλη της ΕΕ θα έβλεπαν την ευκαιρία αντί να δίνουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό να αυξήσουν τις κρατικές ενισχύσεις τους, έστω και αν για την ώρα, προτιμούν τη θλιβερή σιωπή τους στην προοπτική αυτή.
Μάλιστα αξιωματούχος του υπουργείου οικονομικών της Ολλανδίας, μιας από τις χώρες που δίνουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό, είπε στο EURACTIV1 ότι «Η χαλάρωση των κανόνων μας για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις δεν είναι τις περισσότερες φορές ο προτιμότερος τρόπος ή ο πιο επωφελής τρόπος αντιμετώπισης των νέων προκλήσεων», παρά το ότι το έδεσε και με μια άλλη αλήθεια ότι «η χαλάρωση των κανόνων για τις επιδοτήσεις θα μπορούσε εύκολα να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό».
Και βέβαια δε θα πρέπει να λησμονηθεί ότι οι επιδοτήσεις ωφελούν λίγους και βλάπτουν πολλούς.
Η χώρα μας θα βρεθεί σε εξαιρετικά δυσμενή θέση, ίσως τη χειρότερη όλων των μελών της ΕΕ, αν ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, αν συνυπολογίσουμε την δαμόκλειο σπάθη του χρέους της χώρας.
Βέβαια, οι θιασώτες της χαλάρωσης δηλώνουν και πιέζουν προς μια χαλάρωση, αλλά όχι για «εγκατάλειψη του εσωτερικού ελέγχου ανταγωνισμού της ΕΕ».
«Εάν τώρα χαλαρώσουμε περαιτέρω τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, ουσιαστικά θα αυξήσουμε αυτήν την ανισορροπία εντός της Ευρώπης», προειδοποιούν οι ειδήμονες.
Ακόμη και η Κομισιόν υποστηρίζει με την ευκαιρία του «Κανονισμού για τις ξένες επιδοτήσεις» αντιμετωπίζει τις ξένες επιδοτήσεις ως βασικούς μοχλούς που στρεβλώνουν την ενιαία αγορά2.
Οι ξένες επιδοτήσεις ενδέχεται να προκαλέσουν στρεβλώσεις και να βλάψουν τους ίσους όρους ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά. Με την προώθηση μιας δίκαιης και ανταγωνιστικής ενιαίας αγοράς, ο κανονισμός για τις ξένες επιδοτήσεις («FSR») θέτει τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Τονίζουμε ότι δεν έχουν όλα τα κράτη μέλη τα ίδια δημοσιονομικά περιθώρια για κρατικές ενισχύσεις. Αυτό είναι γεγονός. Και ένας κίνδυνος για την ακεραιότητα της Ευρώπης, τίθεται με ευκρίνεια σε επιστολή που έστειλε στους υπουργούς των κρατών μελών η αντιπρόεδρος της Επιτροπής Μαργκρέτε Βεστάγκερ την περασμένη Παρασκευή.
- https://www.euractiv.com/section/politics/news/germany-under-fire-for-push-to-revamp-eu-subsidy-rules/
- https://commission.europa.eu/strategy-and-policy/priorities-2019-2024/europe-fit-digital-age/european-industrial-strategy/foreign-subsidies-regulation-addressing-foreign-subsidies-distorting-single-market_en