Κάποτε την έλεγαν χρυσάφι και ήταν πραγματικά έτσι. Πώς και πώς περίμεναν οι άνθρωποι τη σοδειά της.

Χάρη στην παραγωγή τους αυτή έχτιζαν, πάντρευαν, σπούδαζαν τα παιδιά τους, ψώνιζαν τα απαραίτητα οι άνθρωποι. Τότε η σταφίδα είχε τιμή και άξιζε τον κόπο. Θυμάμαι τον μακαρίτη τον πεθερό μου να λέει χαρακτηριστικά: «Με ένα κιλό σταφίδα έτρωγες μια μπριζόλα και έπινες και μια κούπα κρασί».

Λίγες μέρες προτού αρχίσουν οι διαδικασίες της συγκομιδής, ο τότε νομάρχης Ηρακλείου Εμμανουήλ Λυδάκης, ως πρόεδρος της σταφιδικής επιτροπής του νομού Ηρακλείου απευθύνεται με έγγραφό του προς τις δημοτικές, κοινοτικές και αστυνομικές αρχές αφενός και αφετέρου προς τους σταφιδοπαραγωγούς και σταφιδεμπόρους του νομού μας:

«Επειδή πλησιάζει ο καιρός της συγκομιδής της σταφίδας εξουσιοδοτήθημεν παρά της επί της σταφίδος επιτροπής να καταστήσωμεν γνωστόν εις το κοινόν ότι πάντα τα μέτρα τα οποία ελήφθησαν πέρυσι σχετικώς με τον τρυγητόν, την παρασκευήν και την αποξήρανση, την επεξεργασία, το ξελίκισμα, τον έλεγχο, την αποθήκευση και την εμπορία της σταφίδας, θα εφαρμοσθώσιν κι εφέτος και θα εκτελεσθώσιν αυστηρότατον για να καλλιτερεύσει ακόμα περισσότερο η ποιότης της σταφίδος και να εξουδετερωθεί ο μεγάλος συναγωνισμός των άλλων σταφιδοπαραγωγών μερών, τα οποία ως γνωστόν καταβάλλουσιν πάσαν προσπάθειαν να παρουσιάσουν όσον το δυνατόν καλλίτερον πράγμα, να το πωλήσουν ακριβότερα και να αποκλείσουν το δικό μας πράγμα εις τας αγοράς της Ευρώπης.

Όλοι μας πρέπει να φροντίσωμεν πώς να κάνουμε την ποιότητα της σταφίδας πιο καλλίτερη και για να γίνει αυτό πρέπει να φροντίσουμε να τρυγίσουμε τα σταφύλια αφού ωριμάσουν, να αλουσώσουμε, να απλώσουμε και να ξεράνουμε καλά τη σταφίδα, κατεργάζοντάς την προσεκτικά και καθαρά, σύμφωνα με τις οδηγίες τας οποίας η σταφιδική επιτροπή εξέδωσε σε βιβλίο και τας έστειλε εις όλον τον νομόν.

Αυτάς πρέπει να εκτελέσουν οι σταφιδοπαραγωγοί και οι σταφιδέμποροι, διότι άλλως εκτός της μεγάλης ζημιάς την οποίαν θα κάνουν εις τον τόπον γενικώς θα ζημιώσουν και τους εαυτούς τους, διότι το πράγμα δεν θα ‘χει καλή τιμή».

Όπως φαίνεται η αγωνία του νομάρχη Ηρακλείου είναι μεγάλη για τη σταφίδα, το «πράγμα» όπως συχνά αναφέρει. Επίσης στην εγκύκλιό του τονίζεται ότι απαγορεύεται η χρήση σόδας για την αποξήρανσή της και ότι οι σαπωνοποιοί καθώς και οι έμποροι σόδας θα πρέπει να δηλώσουν εμπρόθεσμα τις ποσότητες σόδας που κατέχουν.

Διαφορετικά θα έχουν ν’ αντιμετωπίσουν τις αστυνομικές βαριές συνέπειες των νόμων.Κατά τη διαδικασία της αποξήρανσης θα πρέπει να χρησιμοποιείται ποτάσα ορισμένων βαθμών (85-90) και όλη αυτή η διεργασία θα πρέπει να γίνεται με τρόπο υποδειγματικό, ώστε να είναι ανταγωνίσιμη.

Πραγματικά τα μέτρα ήταν αυστηρά και έδιδαν μεγάλη προσοχή, τόσο οι παραγωγοί αυτού του αγαθού, όσο και η πλευρά της πολιτείας. Τότε δεν υπήρχε ο τουρισμός εκτός από λίγους επισκέπτες του νησιού μας, τους λεγόμενους περιηγητές. Η συστηματική καλλιέργεια της σταφίδας προσέδιδε μεγάλη οικονομική δύναμη στον τόπο μας.

Την ονομασία την πήρε στην Μικρά Ασία, αφού εκεί πρωτοκαλλιεργήθηκαν  τα αμπέλια αυτά. Οι Τούρκοι τα έλεγαν «τσικιρντεξή μπαγ», αμπέλια δηλαδή που κάνουν σταφύλια χωρίς κουκούτσια. Λέγεται δε ότι κάποτε ο Σουλτάνος επισκέφθηκε τη Σμύρνη και του προσέφεραν τέτοια σταφύλια.

Ο ίδιος εντυπωσιάσθηκε από τη γεύση τους και ευχαριστήθηκε τόσο, ώστε εξέφρασε την επιθυμία του να φυτεύονται και να καλλιεργούνται στο εξής περισσότερα αμπέλια αυτού του είδους στην Τουρκία.

Οι Τούρκοι αμπελοκαλλιεργητές συμμορφώθηκαν με την επιθυμία του Σουλτάνου και στα αμπέλια αυτά εκτός του παλιού ονόματος «τσικιρντεξή μπαγ» που προαναφέραμε δόθηκε προς τιμή του και η ονομασία «Σουλτανιέ μπαγ». Έτσι λοιπόν η σταφίδα ονομάσθηκε Σουλτανίνα και τα σταφύλια σουλτανιά.

Έτσι λοιπόν κατά τον πρώτο προσφυγικό διωγμό που έγινε το 1914, ήρθαν στο νησί μας, στο νομό μας, στην πόλη μας, πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, οι οποίοι γνώριζαν την καλλιέργεια αυτού του αγαθού. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι στους οποίους, τόσα οφείλουμε, έδωσαν αυτή την ώθηση και τις πολύτιμες γνώσεις τους στην ανάπτυξη και στην καλλιέργεια των αμπελιών.

Η πόλη μας ευτήχησε να έχει αρκετά σταφιδεργοστάσια στα οποία εργαζόταν αυτή η περήφανη συντεχνία των σταφιδεργατών αλλά και των σταφιδεργατριών. Πραγματικοί ήρωες και ηρωίδες, με σκληρή δουλειά, κάτω από δύσκολες συνθήκες ανέθρεψαν τις οικογένειές τους.

Πρόσφυγες οι περισσότεροι περίμεναν το βράδυ του Σαββάτου και την ημέρα της Κυριακής να ξεκουραστούν, να κοιμηθούν περισσότερο και φυσικά ν’ απολαύσουν το κρασάκι τους και το ουζάκι τους, στα γραφικά καφενεδάκια της Αγίας Τριάδας, της περιοχής της Χανιόπορτας, της γειτονιάς του Ατσαλένιου και των άλλων περιοχών της πόλης μας.

Μια άλλη εποχή του παλιού Ηρακλείου. Με τους εργαζόμενους, γυναίκες και άνδρες, με τις ανήλιαγες και υγρές αποθήκες των σταφιδεργοστασίων, με τα κάρα και τα λιγοστά αυτοκίνητα που κουβαλούσαν συνεχώς τσουβάλια υπέρβαρα και τα ντάνιαζαν. Σκληρή η ζωή, δύσκολα τα χρόνια αλλά και δύσκολο πράγμα να χάνει η ψυχή την ομορφιά της και οι άνθρωποι το κουράγιο τους!