Εκεί στο λόφο της Φαιστού που ο απέραντος μεσαρίτικος κάμπος τελειώνει στην ανατολική του πλευρά, έχοντας πάνω του τα επιβλητικά υπολείμματα των βασιλικών ανακτόρων. Ένας διαφορετικός τόπος μ’ ένα ξεχωριστό προνόμιο και φυσικά ένα ιδιαίτερο μεγαλείο.

Κάθε φορά που τον επισκεπτόμουν ένιωθα να ήταν η πρώτη μου φορά. Το υψόμετρο της συγκεκριμένης τοποθεσίας με αρκετό αέρα και ήλιο φυσικά, χωρίς υγρασία και με βάθος ορίζοντα!

Αυτός ο τόπος σε μαγεύει, σε εκστασιάζει. Πολλές φορές είχα την τύχη να τον επισκεφθώ και ήταν αιτία ο αξέχαστος φίλος μου, ο Δημήτρης ο Ηλιάκης, ο οποίος εργαζόταν εκεί.

Πάντοτε ο Δημήτρης μού έδειχνε και κάτι καινούργιο, πάντοτε μάθαινα και κάποιες λεπτομέρειες για τον ευλογημένο αυτό χώρο. Είχαμε βρεθεί τελευταία φορά, λίγους μήνες πριν φύγει για το μεγάλο του ταξίδι!

Φαιστός! Μπροστά σ’ αυτά τα απομεινάρια του ένδοξου παρελθόντος κανείς δεν μένει ασυγκίνητος. Λίγο πριν από τον πόλεμο του σαράντα, ένας Ιταλός δημοσιογράφος δημοσιεύει μακρά περιγραφή τόσο του συντελεσθέντος επιστημονικού έργου, όσο και των εντυπώσεών του.

“Εκεί γκρεμός προς το γυαλό γλυστρός αψηλοστέκει στης Γόρτυνας τα πέρατα κι εμπρός στ’ αχνά πελάγη αυτού, προς τη Φαιστό μεριά, φυσάει νοτιάς και σπρώχνει”

(Ομήρου Οδύσσεια Γ., 291)

Ο ίδιος δίνει μια εικόνα του ανασκαφέντος ανακτόρου, το οποίο διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση και είναι ένα από τα καλύτερα ίσως υποδείγματα της μινωικής αρχιτεκτονικής. Τονίζει την αξιοθαύμαστη αρχιτεκτονική του διαρρύθμιση, η οποία προοριζόταν να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ενοίκων του. Φυσικά εντύπωση προκαλούν στον επισκέπτη οι αναρίθμητες αίθουσες, οι στοές, οι διάδρομοι, οι εξώστες του γιγαντιαίου αυτού οικοδομήματος.

Όλα φτιαγμένα κει εναρμονισμένα μμε λογικότατη διάταξη, με πρακτικότατο πνεύμα με το οποίο ενεφορούνταν οι αρχιτέκτονες και οι τεχνίτες της εποχής εκείνης. Χαρακτηριστικά τα λόγια του Ιταλού δημοσιογράφου τα οποία σας μεταφέρω από εφημερίδα της εποχής: “παρήλθε ακόμα και στην Κρήτη ο καιρός κατά τον οποίο ένα υπομονετικό γαϊδουράκι ήταν το απαραίτητο μέσο της μετακινήσεως του επισκέπτου.

Σήμερον ένα φόρντ μπορεί σχετικά ταχέως να σας μεταφέρει από το Ηράκλειο στο μινωικό ανάκτορο της Φαιστού. Όλα τα τμήματα του κτηρίου έχουν μελετηθεί και έχουν διαρρυθμιστεί σε τρόπο ώστε να εναρμονίζονται απόλυτα με τα παρακείμενα τμήματα και να ανταποκρίνονται αμέσως στον ειδικό σκοπό για τον οποίο προορίζονται. Και όλα αυτά τα τμήματα, ανά ένα χωριστά καθώς και συνολικά, παρέχουν την πλήρη ιδέα της τελειότητας.

Παρακολούθησα από τη δυτική εξέδρα την δύση του ηλίου, ο οποίος χάνονταν πίσω από το όρος του κέδρου. Η απέραντος πεδιάς, της Μεσσαράς εφαίνετο παλλομένη από τις τελευταίες ακτίνες του.

Τα ελαιόδεντρα έριχναν τις αργυρόχροες ανταύγιες πάνω στο κίτρινο χρώμα των θερισμένων αγρών. Τα όρη είχαν το οπάλλινο χρώμα, το οποίο προσλαμβάνουν κατά τη δύση σε όλες τις μεσημβρινές ώρες. Στα πόδια μου τα ανασκαφέντα ερείπια έριχναν τις περίεργες σκιές, οι οποίες σχημάτιζαν περίεργα και σκελετώδη σχήματα στο έδαφος.

Που ήταν η ζωή, η αληθινή ζωή. Έμελλε άραγε το σκότος το οποίο επέρχονταν τόσο γρήγορα για να καλύψει δια παντός την ζωή ενός λαού, το υπέρλαμπρον φως, το οποίο είχε εκπηδήσει από ένα πνεύμα στραμμένο προς την υψηλή δόξα. Η σκιά της νύκτας, έπεσε πάλι μετά από λίγη ώρα για απειροστή φορά πάνω απ΄ τα ερείπια αυτά της παλιάς της χαμένης ζωής.

Και ο χρόνος εκύλησε πάλι αμείλικτος, πάνω από τη ζωή και τον θάνατον. Εκοίταζα την χαριτωμένη συνταξιδιώτισσά μου, η οποία παρακολουθούσε επίσης την δύση του ηλίου, γεμάτη από νεότητα και χαρά και το αντίκρυσμά της υπήρξε για μένα σαν μια υπόσχεση ζωής μέσα στα νεκρά εκείνα ερείπια”.

Ανάκτορο της Φαιστού… με ερείπια πολλών κτιμάτων και αποθηκών. Στο χώρο αυτό βρέθηκε και ο δίσκος της Φιαστού. Τότε περίπου το 2000 προ Χριστού… οι άνθρωποι αγαπούσαν εξαιρετικά το φως και τον αέρα, την θέα και φυσικά μέσω του τόπου διαμονής τους επιζητούσαν και την ασφάλεια τους, στο να μην είναι εκτεθειμένοι στον εχθρό.

Δεν ΄ήταν καθόλου τυχαία η επιλογή τέτοιων σημείων και χώρων για κατασκευή ανακτόρων, θέρετρων ακόμα και οικισμών, αφού προϋπέθεταν τις προαναφερόμενες απαιτήσεις. Ο χώρος της Φαιστού ήταν ένα τέτοιο περιζήτητο σημείο και φυσικά παραμένει. Επιζητούν όμως και το δικό μας ενδιαφέρον, την δική μας φροντίδα…

Δυστυχώς όλους αυτούς τους αρχαιολογικούς χώρους σχεδόν τους αφήνουμε πολλές φορές ακάλυπτους και μια πλημμύρα κυρίως όμως οι πυρκαγιές, αναδεικνύουν τα μεγάλα κενά ή για να το πω καλύτερα την αδιαφορία μας. Πρόσφατα είδαμε τι έγινε στις Μυκήνες. Πρέπει να εκσυγχρονιστούν τα συστήματα πυροπροστασίας. Πρέπει να υπάρχουν και να λειτουργήσουν όταν χρειαστεί. Η ευθύνη βαραίνει πολλές και διάφορες κυβερνήσεις.

Η αλήθεια μοιάζει να βρίσκεται όπως πάντα στη μέση. Δεν είναι δικαιολογία να λέμε “ότι φτηνά τη γλιτώσαμε” γιατί η αντίστροφη μέτρηση θα είναι αμείλικτη και τότε οι στίχοι του μεγάλου μας ποιητή Γιώργου Σεφέρη που καθημερινά τον “συναντώ” στο χώρο της δουλειάς μου, στη Βικελαία Βιβλιοθήκη, σίγουρα θα επιβεβαιωθούν. Πρόκειται για στίχους από το ποίημα “Μυκήνες” 1935 του νομπελίστα ποιητή μας:

“Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες

τούτες τις πέτρες τις εσήκωσα όσο βάσταξα

τούτες τις πέτρες τις αγάπησα όσο βάσταξα

τούτες τις πέτρες, τη μοίρα μου”.