Οι φοιτητικές γενιές, πριν ακόμη από τη μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση (1964) του Γεωργίου Παπανδρέου και Ευάγγελου Παπανούτσου, με νοσταλγία έφερναν και φέρνουν, όσοι είναι ακόμη εν ζωή, στη μνήμη τους τη Φοιτητική Λέσχη τους, στην αρχή της οδού Ιπποκράτους της Αθήνας.
Ο μικρόκοσμος της δικής τους “Πανεπιστημιούπολης”, ως τη δεκαετία του 1980, περίοδο κοινωνικής και εκπαιδευτικής αλλαγής, πριν από τη μετεγκατάσταση και συγκέντρωση των δραστηριοτήτων του Πανεπιστημίου στην Πανεπιστημιούπολη, στην περιχή Ζωγράφου, περιλαμβανόταν μεταξύ των οδών Πανεπιστημίου, Σόλωνος και Ιπποκράτους. Ειδικότερα, η Πανεπιστημιακή Λέσχη, με την εμβληματική σιδερένια είσοδο και τους τέσσερις νεοκλασικούς ορόφους, επί της Ιπποκράτους και Ακαδημίας, έσφυζε από τη φοιτητική ζωή.
Στο θρυλικό υπόγειό της, το φοιτητικό εστιατόριο, με τα πλούσια αλλά και λιτά φαγητά, για όλα τα βαλάντια. Για τους άπορους φοιτητές, ειδικά της επαρχίας, δυο κουπόνια ημερησίως για τα “πλατάρια” από κοτόπουλα, ένα “σκέτο από γιουβέτσι”, ένα “μπριάμ” ή βραστοί γίγαντες φασόλια με φρέσκο κρεμμύδι, ήταν αρκετά για την επιβίωση και την ολοκλήρωση των σπουδών τους. Στους άλλους ορόφους ήταν γραφεία και το αναγνωστήριο, μαζί με εκείνο πάνω από το Θέατρο “Γκλόρια”, στον ίδιο δρόμο.
Η Λέσχη ήταν το σπίτι και το ανύπαρκτο σπιτικό αναγνωστήριο των φοιτητών, χώρος, επίσης, φοιτητικού συνδικαλισμού, της ΔΕΣΠΑ και της ΕΦΕΕ. Εκεί βρίσκαμε καταφυγή στους αγώνες του 15% για την Παιδεία, τις φοιτητικές και λαϊκές διαδηλώσεις κατά της Αποστασίας. Πολιορκημένοι από τους αστυφύλακες υψώναμε μαύρη σημαία στην ταράτσα.
Ήταν εικόνες που προεικόνιζαν τις μεγάλες πολιορκίες στη Σόλωνος και το Πολυτεχνείο, σε δίσεκτους καιρούς. Τόπος, επίσης, και για τα πρώτα φοιτητικά, ερωτικά χτυποκάρδια.
Στην οδό Ακαδημίας, δίπλα ακριβώς, ο κινηματογράφος “Ίρις”, ιδιοκτησία και αυτός του Πανεπιστημίου, για προβολές ταινιών στους φοιτητές και ενίοτε χώρος διδασκαλίας ή εκδηλώσεων. Ήταν αίθουσα θεάματος, προσιτή στα βαλάντια των φοιτητών της επαρχίας και της εργατικής τάξης, που αδυνατούσαν να μπουν ακόμη και στο λαϊκό σινεμά “Ροζικλέρ”, της Πατησίων, με γλίσχρο αντίτιμο, να δουν δυο συνεχόμενες ταινίες, ψήνοντας ως και ρέγγα στο θεωρείο, μαζί με τους άνεργους εργάτες.
Στη διπλανή “Λυρική Σκηνή”, με το χαμηλό φοιτητικό εισιτήριο, για τους πιο προβληματισμένους φοιτητές, μπορούσαν να χαρούν τα χορευτικά, ομορφόκορμα μπαλέτα και το δυτικό, ευρωπαϊκό, μουσικό θέατρο.
Στους “ψαγμένους” Κρητικούς φοιτητές, για τους χώρους αυτούς, όπως και για τις υποτροφίες των επιμελών φοιτητών, ακουγόταν, αορίστως πώς, το όνομα του Αντωνίου Παπαδάκη, ευεργέτη του Πανεπιστημίου, από κάποιο χωριό του Οροπεδίου Λασιθίου.
Ώριμοι πια, μάθαμε, μετ’ ευγνωμοσύνης, προσωπικά οι τυχεροί, εκ του αείμνηστου Γιάννη Καραβελάκη, από το Οροπέδιο Λασιθίου, αλλά θερινού συντοπίτη μας στα Αγριανά Χερσονήσου, την ιστορία του μεγάλου ευεργέτη Αντωνίου Παπαδάκη, γιου του τραγικού εθνομάρτυρα παπά Φραγκιά, από το Ψυχρό του Οροπεδίου και αδελφού του Ισμαήλ Φερίκ πασά. Λογοτεχνικά, η γνώση μας συμπληρώθηκε με το εξαιρετικό, ομώνυμο μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη.
Προσκυνηματικά, περνώντας τα επόμενα χρόνια από τη Φοιτητική Λέσχη μας, επιβεβαιωθήκαμε, έγκυρα, για την πατρότητα των κτιρίων από την εντοιχισμένη πινακίδα στο διάδρομο της εισόδου, με πρωτοβουλία της τοποθέτησής της από τον Λασιθιώτη καθηγητή Πανεπιστημίου, Μιχάλη Κασσωτάκη, συντοπίτη του Αντώνη Παπαδάκη.
Όλες, λοιπόν, οι φοιτητικές γενιές, διαχρονικά, πριν από τη δημιουργία της σύγχρονης Πανεπιστημιούπολης στη Ζωγράφου, από την εποχή του Όθωνα, είμαστε ευγνώμονες στον Αντώνιο Παπαδάκη, τον μεγάλο ευεργέτη. Εξαιτίας του στήθηκε και λειτουργεί το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και δίνονται, ακόμη και σήμερα υποτροφίες σε φοιτητές. Και όπως όλοι οι μεγάλοι ευεργέτες ανήκουν στο έθνος, το ίδιο και ο Αντώνιος Παπαδάκης. Δεν ανήκουν σε άμεσους ή εξ αγχιστείας συγγενείς.
Ο Παπαδάκης ενσυνείδητα δεν απέκτησε οικογένεια, με σκοπό να προσφέρει την αμύθητη περιουσία του στο έθνος, για τη διαχρονική λειτουργία του Πανεπιστημίου. Αν δεν έφερε, μάλιστα, το όνομα του πρώτου Κυβερνήτη, επαξίως, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, θα μπορούσε να τιτλοφορείται με το όνομα του Αντωνίου Παπαδάκη.
Είναι, συνεπώς, προσβολή στην τελευταία του κατοικία, στο ταφικό του μνημείο στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, αφιερωμένο από το ίδιο το Πανεπιστήμιο, να επιτρέπεται η ιεροσυλία, η συνύπαρξη σ’ αυτό με το φάντασμα και τη μορφή δωσιλόγου της Κατοχής, η “συγκατοίκηση” με ανάξιο του Έθνους, τον Παναγιώτη Δεμέστιχα. Και το χειρότερο, η όποια προσπάθεια κάθαρσης και αποκατάστασης του μνημείου να εμποδίζεται από απογόνους του Δεμέστιχα και μάλιστα πανεπιστημιακούς.
Συνεπώς, χρέος είναι να καθαρθεί άμεσα ο μνημειακός χώρος του ευεργέτη Αντωνίου Παπαδάκη. Γιατί, όπως λέει ο θυμόσοφος λαός, “θα τρίζουν τα κόκκαλά του”, από την ανίερη και αντιπατριωτική “συγκατοίκηση”.
Ο πακτωλός των εσόδων του Πανεπιστημίου από το ίδρυμα “Παπαδάκη” και σήμερα ακόμα, από το πλήθος των κληροδοτημάτων του, των κτισμάτων και της λοιπής δωρεάς του, δεν ανήκει στην εκάστοτε Διοίκησή του. Ανήκει διαχρονικά και λειτουργικά στους Έλληνες φοιτητές και στα όνειρά τους, που αποτελούν την ελπίδα του ελληνικού λαού και του Έθνους.
Φτάνει πια η συνέχιση της ιεροσυλίας και τυμβωρυχίας του ταφικού μνημείου και η προσβολή του ονόματος και της προσφοράς του εθνικού ευεργέτη. Το απαιτεί η ιστορία των αγωνιστών της ελευθερίας και απελευθέρωσης, ειδικότερα οι αγώνες της Κρήτης, μεταξύ των οποίων και του Αντωνίου Παπαδάκη. Η ευθύνη της τυμβωρυχίας ανήκει πρωτίστως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Δεμέστιχας πέθανε και ετάφη πριν από εξήντα ένα χρόνια, το 1960. Για το “Αθήνησι Πανεπιστήμιο”, όμως, ο Παπαδάκης δεν επιτρέπεται να είναι μια ξεθωριασμένη φωτογραφία, στη θαλπωρή του άνετου Γραφείου τους.
Το ίδιο και για μας τους νεο-Έλληνες της ελεύθερης Ελλάδας, διαχρονικά. Τους αγωνιστές εν ζωή τους δικάσαμε, όπως δίκασαν, μαζί με τον γράφοντα και καταδίκασαν, το 1979, τον Αρχηγό της Αντίστασης Κρήτης, ή τους αφήσαμε να ζητιανεύουν και ιστορικά τους θυμόμαστε αορίστως πως, επετειακά. ΄Ετσι, ξεχάσαμε, μέσα στον κομματικό πυρετό και τη διχόνοια που μας κατέχει, και τον μεγάλο ευεργέτη.
Ο Παπαδάκης εγκατέλειψε τον αδελφό του Ισμαήλ στην Αίγυπτο, γιατί αρνήθηκε να ξαναγυρίσει στην πατρώα, ορθόδοξη πίστη. Δεν μπορεί, λοιπόν, να είναι αγκαλιά με ένα δωσίλογο. Θα “κακαθρωπίσει”. Η υπόθεση του ταφικού του μνημείου είναι εθνική, όχι μικρόψυχη ή των όποιων αντιπαραθέσεων. “Ο τρώσας και ιάσεται”. Το Πανεπιστήμιο να βρει άλλο ταφικό χώρο στην Αθήνα για τον Δεμέστιχα και τα οστά των συγγενών του.
Σεβαστή η πρόταση του φίλου Γιώργη Μηλιαρά περί μεταφοράς του μνημείου στην Κρήτη. Ο Παπαδάκης, όμως, και το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) συνδέονται άρρηκτα. Η αποκατάσταση, λοιπόν, του μνημείου και όχι η απομάκρυνσή του επιβάλλεται, χωρίς αυτό να αποκλείει την απόδοση όποιας άλλης τιμής στον Αντώνη Παπαδάκη, στον τόπο της καταγωγής του, για τον αγώνα και την προσφορά του.
Η δημιουργία μάλιστα, στην Αθήνα ενός εθνικού πάρκου, επ’ ευκαιρία των διακοσίων χρόνων από την Ελληνική Παλιγγενεσία, με τις μορφές όλων των μεγάλων εθνικών ευεργετών, ανάμεσά τους και του Αντωνίου Παπαδάκη, που πολλαπλά προσέφερε και στην Ελληνική Επανάσταση, θα αποτελούσε εθνική απόδοση ευγνωμοσύνης και τιμής.
* Ο Αντώνης Σανουδάκης – Σανούδος είναι καθηγητής Ιστορίας – συγγραφέας