Είμαστε από τις πιο φτωχές χώρες στην Ευρώπη με προβλήματα στους θεσμούς, στις σχέσεις κράτους και πολιτών και στην καθημερινότητα. Μια ραγδαία παρακμή. Δεν το αποδεικνύουν μονάχα τα στοιχεία και οι μελέτες αλλά το βλέπουμε και στην καθημερινή μας ζωή.
•Οι τιμές των τροφίμων είναι συγκριτικά οι μεγαλύτερες με αυτές στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος προκαλούν εφιάλτη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
•Πραγματοποιείται μια μεγάλη αναδιανομή εισοδήματος από τους μη έχοντες στέγη σε εκείνους που κατέχουν αστικά ακίνητα και προς τις τράπεζες βοηθούντος της πολιτικής των γλίσχρων επιτοκίων καταθέσεων.
•Βρισκόμαστε στην τελευταία θέση μεταξύ των «27» με κριτήριο το μέσο ωρομίσθιο σε όρους αγοραστικής δύναμης, κάτω από την Βουλγαρία.
•Έχουμε την μεγαλύτερη ιδιωτική δαπάνη για την υγεία από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και μια κατ’ όνομα δημόσια δωρεάν παιδεία.
•Το δημόσιο χρέος αυξάνεται ως απόλυτο μέγεθος και ακολουθεί το ιδιωτικό που είναι μεγαλύτερο από εκείνο που ήταν πριν από 15 χρόνια.
•Είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα μοντέλο που στηρίζεται στην κατανάλωση, την οικοδομή, στην επέκταση του τουρισμού, στην φτηνή μισθωτή εργασίας και λιγότερο στις επενδύσεις. Αυξάνονται βέβαια οι ξένες επενδύσεις στη χώρα μας αλλά αυτές κατευθύνονται κυρίως σε αγορές ακινήτων και στην κατασκευή.
•Οι εισαγωγές αγαθών αυξάνονται δυσανάλογα με τις εξαγωγές.
•Η αγροτική πολιτική είναι ανύπαρκτη (και μάλιστα σε περίοδο κλιματικής κρίσης) και την τελευταία δεκαετία οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν κατά 26% χωρίς την ανάλογη δημιουργία μεγαλύτερων ή διαφορετικών καλλιεργειών.
•Σύμφωνα με στοιχεία της «Εργάνης» οι περισσότεροι από τους μισθωτούς στο ιδιωτικό τομέα αμείβονται με 800 ευρώ καθαρά ή και λιγότερα το μήνα και ένα μεγάλο μέρος του εισοδήματος τους δαπανάται σε τροφή, ενέργεια και στέγη.
Η ανεργία διατηρείται σε υψηλά επίπεδα και αυξάνονται οι νεόπτωχοι με υψηλή μόρφωση και σταθερή εργασία. Στο περιβάλλον αυτό οι ανισότητες διευρύνονται, η διαφθορά, η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα αποτελούν καθημερινότητα, αυξάνεται η παιδική και ενδοσχολική βία, η δημογραφική συρρίκνωση αποτελεί μια βραδυφλεγή βόμβα, τα εθνικά μας θέματα βαδίζουν επί ξυρού ακμής, η υπόθεση των υποκλοπών χαρακτηρίζεται τραυματική για την Δημοκρατία και το δυστύχημα των Τεμπών αποτελεί έγκλημα που κάποιοι επιδιώκουν να μην διαλευκανθεί.
Τούτων δοθέντων ποια θα ήταν η καλύτερη εξέλιξη, με δεδομένο την αυστηρή επιτήρηση της οικονομίας από την Κομισιόν και σε ένα περιβάλλον αστάθειας και γεωπολιτικών εξελίξεων; Παραφράζοντας το «τις πταίει;» του Τρικούπη το ερώτημα είναι «που πάμε;».
Η μαγική εικόνα της οικονομίας που καθημερινά εκπέμπει η κυβέρνηση δεν πείθει και η επίκληση της σταθερότητας και της ανάπτυξης «που θα φέρει πολλές και καλές θέσεις εργασίας» αποτελεί φύλλο συκής. Μπορεί η αντιπολίτευση να καλύψει το κενό που αυτή την στιγμή υπάρχει και να παίξει το ρόλο που επιτάσσει το Σύνταγμα και απαιτεί η κοινωνία;
Η αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε κατάσταση παρακμής/διάλυσης με όσα συμβαίνουν στο κόμμα αυτό και η δημοσκοπική του καθίζηση φαίνεται να είναι μη αντιστρεπτή. Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να παίξει το ρόλο της οιονεί αξιωματικής αντιπολίτευσης και να εκφράσει (γι’ αυτό υπάρχουν τα κόμματα) τις πραγματικές ανάγκες τις κοινωνίας.
Οφείλει να ξεπεράσει την εποχή του «ΠΑΣΟΚ ωραία χρόνια» και να μιλήσει καθαρά για το μέλλον και την στρατηγική που θέλει να ακολουθήσει χωρίς νεοφιλελεύθερες αποκλίσεις. Αν ακολουθήσει την πολιτική «μιας καλύτερης ΝΔ», με φτιασιδώματα και βελτιώσεις ο λαός δεν έχει κανένα λόγο το στηρίξει.
Θα ψηφίσει την αυθεντική (και αποτυχημένη) νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζει η Κυβέρνηση ή θα απέχει από τις εκλογές (που είναι πιο πιθανόν). Οφείλει να μιλήσει για το όραμα που έχει, τις μεγάλες αλλαγές/μεταρρυθμίσεις (παιδεία, σύστημα υγείας, κοινωνική πολιτική) που θέλει να πραγματοποιήσει και τους στόχους που έχει, χωρίς να θολώνεται ο πολιτικός λόγος με συνθήματα και αντιπαραθέσεις που δεν παράγουν πολιτική και πλέον απωθούν τον κόσμο.
Ένα κόσμο που επιθυμεί Κυβέρνηση με ικανούς συνεργάτες, πρόγραμμα και στόχους, που θα λύσει προβλήματα και θα πάει τη χώρα ένα βήμα μπροστά. Μπορεί να γίνει αυτό; Την ερχόμενη Κυριακή θα ψηφίσουμε.
Ας το κάνουμε όχι με σκοπιμότητα και με όρους συμπάθειας ή αντιπάθειας, αλλά με όρους πολιτικών προτάσεων που έχουν καταθέσει οι υποψήφιοι και ας διερευνήσουμε, ως υπεύθυνοι πολίτες, το ιδεολογικό πλαίσιο στο οποίο οι προτάσεις αυτές κινούνται.
ΥΓ. Η ικανότητα της κυβέρνησης να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των πολιτών φαίνεται και όταν οι πολίτες υποφέρουν. Η ειλικρίνεια (και ικανότητα) ενός πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του να λύσει τα μεγάλα προβλήματα της δημογραφικής συρρίκνωσης, να ανασχέσει την ερήμωση της υπαίθρου, να βοηθήσει τους νέους αγρότες και να προτρέψει νέους να επιστρέψουν στα χωριά τους, φαίνεται και από την αντιμετώπιση του τέρατος (που το έχει εκθρέψει το πελατειακό κράτος) της γραφειοκρατίας και από τα χρηματοδοτικά προγράμματα.
Η απάντηση (για την ικανότητα και ειλικρίνεια της κυβέρνησης) βρίσκεται στα χαλάσματα των σπιτιών τρία χρόνια μετά τον σεισμό στο Αρκαλοχώρι, στην έγκριση 150 φακέλων για αποκατάσταση, από τους 3.000 που έχουν υποβληθεί, στους καταυλισμούς, στην έλλειψη προσωπικού για την διεκπεραίωση των φακέλων, στα παιδιά που κάνουν μάθημα στα κοντέινερ και στην ερήμωση των χωριών.
Η (μη)ικανότητα της εξουσίας να λυθεί το πρόβλημα στέγης των σεισμοπλήκτων βαρύνει και την τοπική αυτοδιοίκηση (τον Δήμο και ιδιαίτερα την Περιφέρεια). Καλή η «υψηλή πολιτική» αλλά περισσότερο σημαντικά «υψηλή πολιτική» είναι η ευημερία του ελληνικού λαού στην καθημερινότητά του. Και εδώ η Κυβέρνηση και το επιτελικό κράτος απέτυχε. Το ΠΑΣΟΚ τι μπορεί επί της ουσίας να κάνει;
Σήμερα ως αξιωματική (δημοσκοπικά) αντιπολίτευση και αύριο ως κυβέρνηση;
Εξ όνυχος τον λέοντα.
Ο Δημήτρης Φραγκουλάκης είναι πνευμονολόγος, πρώην δήμαρχος Αρχανών