Η ειλικρίνεια αποτελεί μια έννοια που αν προσπαθήσουμε να την ορίσουμε, ίσως διαπιστώσουμε ότι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει επαρκώς το περιεχόμενο της.
Η ειλικρίνεια προσδιορίζεται από ένα τρίπτυχο: σκέψεις/συναισθήματα – λόγια – πράξεις/συμπεριφορά. Αυτό σημαίνει ότι ειλικρινής είναι ο άνθρωπος που οι σκέψεις και τα συναισθήματα του βρίσκονται σε αρμονία με τα λόγια του. Και σε δεύτερο επίπεδο, τα λόγια συμφωνούν με τις πράξεις του.
Ας μείνουμε σε αυτό δυο λεπτά και ας διερωτηθούμε κατά πόσο λέμε αυτά που πραγματικά σκεφτόμαστε ή νιώθουμε, αλλά και κατά πόσο κάνουμε αυτά τα οποία λέμε.
Το ζήτημα είναι σύνθετο, καθώς οι κοινωνικές συμβάσεις εσωτερικεύονται νωρίς στη ζωή. Η επίδραση που ασκούν στη συμπεριφορά αυτοματοποιείται με αποτέλεσμα να μην μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε, ποιο κομμάτι του ψυχισμού μας αντιπροσωπεύει τον αληθινό μας εαυτό και ποιο αποτελεί μαθημένη απόκριση στις απαιτήσεις του περίγυρου.
Ένα μέρος της υποκριτικής συμπεριφοράς επομένως, είναι ασυνείδητο, και γίνεται αντιληπτό από το άτομο ως αυθεντικό κομμάτι του εαυτού, καθώς η προσποίηση μπορεί να γίνει δεύτερη φύση μας.
Το μεγαλύτερο μέρος, όμως, της υποκριτικής συμπεριφοράς είναι συνειδητό. Προσποιούμαστε επειδή θέλουμε να είμαστε αρεστοί, να κερδίσουμε κάτι, από φόβο για την κριτική των άλλων, για να κρατήσουμε τη δουλειά μας, να αποφύγουμε συγκρούσεις, να κερδίσουμε την εκτίμηση και το θαυμασμό των άλλων.
Σημαντικό ρόλο σε αυτό ενέχει και ο φόβος, η δειλία που μας εμποδίζει να είμαστε ο εαυτός μας. Πράγματι, αν είμαστε παρατηρητικοί, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι, όσο περισσότερο φόβο κρύβει κάποιος στην ψυχή του, τόσο περισσότερα ψέματα λέει, ακόμα και χωρίς προφανή λόγο ακόμα και όταν ανώδυνα θα μπορούσε να πει την αλήθεια.
Δε θα πρέπει να παραβλέψουμε και κάτι ακόμα: έρευνες της Κοινωνικής Ψυχολογίας έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι προτιμούν να έχουν καλή εικόνα για τον εαυτό τους, παρά να αναγνωρίσουν και να αποδεχτούν την αλήθεια. Με άλλα λόγια δεν αντέχουν να δουν τις αδυναμίες τους ή να αναγνωρίσουν τα λάθη τους με αποτέλεσμα να μην επιτρέπουν στην αλήθεια να διαβεί το κατώφλι του συνειδητού.
Η ειλικρίνεια, όμως, είναι ένα ζήτημα εξαιρετικά σημαντικό, που συνδέεται με πολλές διαστάσεις της ύπαρξής μας, όπως την αυτοεκτίμηση, την ικανοποίηση από τη ζωή, την αυτογνωσία και την εσωτερική ανάπτυξη. Γιατί, όσο κι αν προσπαθούμε να κρύψουμε την αλήθεια από τον εαυτό μας ή τους άλλους, ένα βαθύτερο κομμάτι της ύπαρξής μας, γνωρίζει.
Η ίδια η προσπάθεια μας να κρύψουμε ποιοι πραγματικά είμαστε, πλήττει βαθειά την εκτίμηση που τρέφουμε για τον εαυτό μας. Και χωρίς αυτοεκτίμηση ο άνθρωπος δύσκολα βρίσκει γαλήνη και δύσκολα αγαπάει τη ζωή του και τους άλλους γύρω του.
Το πόσο μας αρέσει ο εαυτός μας βρίσκεται σε υψηλή συσχέτιση με το πόσο μας αρέσουν οι άλλοι, αλλά και η ίδια η ζωή. Πρόκειται για τρία συγκοινωνούντα δοχεία, στα οποία η στάθμη βρίσκεται αναγκαστικά στο ίδιο επίπεδο.
Αν η ευτυχία, επομένως, είναι η εσωτερική μας Ιθάκη, το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε και να συνειδητοποιήσουμε τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας και τους άλλους. Διαφορετικά το κόστος είναι μεγάλο. Νομίζουμε ότι κάτι κερδίζουμε, αλλά στην πραγματικότητα πληρώνουμε με ακριβό νόμισμα, καθώς υποβαθμίζουμε τον εαυτό μας και τον πλήττουμε, συσσωρεύοντας θυμό, θλίψη και απογοήτευση.
Ο δρόμος για την Ιθάκη, λοιπόν, είναι δύσβατος. Θα είναι πλάνη να πιστέψουμε ότι είναι εύκολος. Ο Καζαντζάκης χαρακτήρισε την εσωτερική εξύψωση του ανθρώπου ανήφορο, για να αποτυπώσει αυτή ακριβώς τη δυσκολία.
Από την άλλη, ο Καβάφης στο «Όσο μπορείς», μας λέει ότι η ζωή μας γίνεται σαν ξένη, γίνεται φορτική, καθώς η προσποίηση των κοινωνικών συμβάσεων οδηγεί τον άνθρωπο να μη γνωρίζει πλέον ούτε ο ίδιος ποιος είναι, έχοντας χάσει τον εαυτό του, μέσα στα ψέματα και μαζί την αξιοπρέπειά του.
*Η Γιάννα Χουρδάκη είναι ψυχολόγος – παιδοψυχολόγος