Όταν αντιμετωπίζει πένθος ένα παιδί νιώθει συχνά ενοχές, θεωρώντας τον εαυτό του υπεύθυνο για τον θάνατο, επειδή ίσως θυμάται φορές που στενοχώρησε το πρόσωπο που “έφυγε”. Ακόμα, νιώθει φόβο, μήπως πεθάνει και το ίδιο ή κάποιο άλλο αγαπημένο του πρόσωπο. Νιώθει θυμό, απέναντι στους ενήλικες γιατί δεν προστάτεψαν το άτομο που πέθανε, ή απέναντι στον νεκρό επειδή το εγκατέλειψε, απέναντι στον εαυτό του λόγω των ενοχών ή στον Θεό. Βιώνει θλίψη και ντροπή επειδή ίσως έκλαψε μπροστά σε άλλους. Επίσης, πιθανόν βιώνει σύγχυση ιδιαίτερα σε περίπτωση απώλειας του αδελφού.
Τι βοηθάει και τι όχι ένα παιδί που πενθεί;
Θα ήταν λάθος να υποτιμηθεί το πένθος του. Η αντίληψη ότι θα το ξεπεράσει εύκολα επειδή είναι παιδί είναι λανθασμένη. Αντίθετα, εκτός από την απώλεια έχει επιπλέον να αντιμετωπίσει ανασφάλειες και φόβους για πράγματα που δεν κατανοεί επακρώς.
Σίγουρα, δεν ωφελούν τα ψέματα, όπως ότι το πρόσωπο που πέθανε έχει φύγει ταξίδι. Εάν οι γονείς δεν πουν την αλήθεια θα χάσουν την εμπιστοσύνη του και θα το αποθαρρύνουν να συζητήσει και να εκφράσει τα συναισθήματά του. Επίσης, το ψέμα οδηγεί το παιδί να δημιουργήσει μια δική του πραγματικότητα που το εμποδίζει να φτάσει το στάδιο της αποδοχής, να προσαρμοστεί και να συνεχίσει τη ζωή του.
Είναι σημαντικό να επιτραπεί στο παιδί να συζητήσει για τον θάνατο. Αποφεύγοντας τη συζήτηση δεν λύνεται το πρόβλημα, αντίθετα μένει το παιδί αβοήθητο. Αν όμως δεν θέλει να συζητήσει είναι καλό να του δοθεί χρόνος.
Χρειάζεται προσοχή από τους ενήλικες στην έκφραση του δικού τους πένθους. Οι ακραίες εκδηλώσεις οδύνης μπροστά στο παιδί θα βαθύνουν το τραύμα του και θα το γεμίσουν ανασφάλειες και φόβους. Αυτό όμως είναι διαφορετικό από το να προσπαθήσουν να κρύψουν τα συναισθήματά τους. Στην ερώτηση «μαμά, γιατί κλαις;» η κατάλληλη απάντηση θα ήταν «κλαίω, γιατί μου λείπει ο πατέρας σου» και όχι «δεν είναι τίποτα, θα μου περάσει».
Πριν επιτραπεί στο παιδί να πάει σε κηδεία χρειάζεται να ενημερωθεί και να προετοιμαστεί για τον θάνατο. Διαφορετικά η κηδεία μπορεί να γίνει τραυματική εμπειρία. Αν το παιδί δεν θέλει να πάει, οι ενήλικες δεν το πιέζουν, του λένε ότι θα έχει την ευκαιρία να επισκεφτεί τον τάφο στο μέλλον.
Δεν βοηθάει καθόλου να επιφορτιστεί το παιδί με ευθύνες που δεν είναι αντίστοιχες με το αναπτυξιακό του στάδιο. Συχνά μητέρες λένε στους γιους μετά τον θάνατο του πατέρα: «Τώρα εσύ θα είσαι το στήριγμα για την οικογένεια». Το παιδί νιώθει ότι βαραίνει τους ώμους του μια τεράστια υποχρέωση που δεν κατανοεί και ουσιαστικά στερείται την παιδικότητά του και παροτρύνεται να ενηλικιωθεί πρόωρα.
Δεν χρειάζονται επιπλέον υλικά αγαθά για να παρηγορηθεί. Τα δώρα δεν απαντούν στις απορίες του και δεν καταλαγιάζουν τους φόβους του. Αντίθετα, θα ήταν πολύ βοηθητικό να ασχοληθεί το παιδί με κάποιο άθλημα ή χόμπυ για να εκτονώσει τα συναισθήματά του.
Μεγάλη σημασία έχει η συνεργασία με το σχολείο. Ο δάσκαλος χρειάζεται να ενημερώνεται για θέματα που αφορούν τη συναισθηματική κατάσταση και την καθημερινότητα του παιδιού, π.χ. αν κοιμάται καλά. Έτσι, θα δείξει κατανόηση για πιθανές διαταραχές στη συμπεριφορά και θα μπορέσει να του συμπαρασταθεί.
*Η Γιάννα Χουρδάκη είναι ψυχολόγος