«Πόσοι είμαστε;» Όταν διαδηλώνεις βλέπεις τι γίνεται από τη δική σου οπτική. Τα drone μας δείχνουν αφ’ υψηλού το μέγεθος της οντότητας που συγκροτήσαμε. Και σε νούμερο όμως, η απάντηση στο ερώτημα δεν αρκεί, δεν λέει κάτι από μόνη της. Πόσοι σε σχέση με τι; Τι σημαίνει ένα νούμερο πολιτών; Για να καταλάβουμε το νούμερο, πρέπει να πούμε λόγια. Άλλωστε δε μιλάμε για μέτρηση, αλλά για αναμέτρηση. 

Ένα ορόσημο στην αριθμολογία των συγκεντρώσεων στην Ελλάδα, είναι ο Αντρέας Παπανδρέου. Το ξεπέρασε η 28η: «Διπλάσιες από τα χρόνια του Ανδρέα» γράφει ο Διονέλλης για το Ηράκλειο. Τα μνημόνια, ένα άλλο ορόσημο, ξεπεράστηκε επίσης. Είδος οριοθέτησης του μεγέθους αποτελεί και ο χρόνος: «Μεγαλύτερη, από πότε;». Όπως γράφει ο Σταύρος Τζίμας, δημοσιογράφος 71 ετών, «[μ]πορώ να καταθέσω, με την ιδιότητα του αυτόπτη μάρτυρα, ότι στη Θεσσαλονίκη ήταν η μεγαλύτερη εξ όσων έχω καλύψει δημοσιογραφικά, τουλάχιστον μετά τη Μεταπολίτευση». Έχουμε στοιχεία για να πάμε πιο πριν; Πτώση χούντας, κηδεία Λαμπράκη, εορτασμός της απελευθέρωσης του ‘44; 

Ο αριθμός των συμμετεχόντων δεν αποτελεί συγκρίσιμο μέγεθος. Όπως με τον πληθωρισμό πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας την αύξηση του πληθυσμού. Πρέπει να εκφραστεί ως ποσοστό και μετά να συγκριθεί για να εξακριβώσουμε την αλήθεια των φράσεων, «Η μεγαλύτερη διαδήλωση που έγινε ποτέ στην Ελλάδα», «Η μεγαλύτερη συγκέντρωση όλων των εποχών», «Η μαζικότερη από ιδρύσεως ελληνικού κράτους».

Ακόμα σημαντικότερη, είναι η απάντηση στο ερώτημα αν το ποσοστό αυτό είναι αντιπροσωπευτικό της «Ελληνικής κοινωνίας», του «Ελληνικού λαού». Πότε γίνεται ένα πλήθος πολιτών αντιπροσωπευτικό της κοινωνίας ή του λαού μιας χώρας; Πόσοι πρέπει να είμαστε για να μπορούμε να πούμε «εμείς ο λαός;». Το «πόσοι είμαστε» πάντα εμπλέκει το «πού». Προαπαιτεί ένα χώρο, μια πλατφόρμα. Για να μετρηθούμε, πρέπει πρώτα να μαζευτούμε. Για να αναμετρηθούμε, επίσης. 

Εδώ ανοίγει το πεδίο της προπαγάνδας και της συνωμοσιολογίας, καθώς και μια υπέροχη ευκαιρία για διχασμό της κοινωνίας. Αυτά τα τρία πάνε μαζί. Κανένα ΜΜΕ δεν τολμάει να μην αναγνωρίσει το μέγεθος λεκτικά. Αλλά τα νούμερα που αναφέρουν διαφέρουν ριζικά. Από 180 χιλιάδες έως 1 εκατομμύριο στην Αθήνα και από 450 χιλιάδες έως 2 εκατομμύρια σε ολόκληρη την Ελλάδα. Η (κάθε) κυβέρνηση έχει συμφέρον να μην υπάρξει αναγνώριση του πραγματικού μεγέθους, όπως φαίνεται από το υποτιμημένο νούμερο που προσφέρει η ΕΛ.ΑΣ. και την ελλιπή κάλυψη της κινητοποίησης της 26ης Ιανουαρίου, συμβάλλοντας έτσι στις θεωρίες που λένε ότι η πορεία στην Αθήνα διασπάστηκε εσκεμμένα νωρίτερα. Έτσι και η κυβέρνηση, συμβάλλει στον διχασμό, την πόλωση, τις θεωρίες συνομωσίας και τους θαλάμους αντήχησης που την συμφέρουν. Συμβάλλει, στο να πολλαπλασιάζονται ριζικά διαφορετικές αλήθειες, με συνέπεια οι ακόλουθοί τους, πολίτες του ίδιους κράτους, να μην μπορούν να συνομιλήσουν μεταξύ τους. 

Ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Νίκος Μπελαβίλας κάνει λόγο για αριθμό ατόμων «που δεν μπορεί να μετρηθεί». «Ένα εκατομμύριο κόσμος. Και… συμπληρωνόταν. Ώρα δέκα και μισή μιλιούνια ανέβαιναν και ώρα μία, όταν κόσμος έφευγε προς Ομόνοια και Μοναστηράκι κόσμος ερχόταν με αναλογία 1/3 και 1/4, το ίδιο και στους σταθμούς του Μετρό. Επομένως, αυτός ο στατικός αριθμός του ενός εκατομμυρίου περίπου, μπορεί να είναι και ενάμιση που δεν μπορεί να μετρηθεί». Το ότι το κίνημα των Τεμπών εκφράζει την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας είναι ένα χαρακτηριστικό που θα αμφισβητηθεί από κάποιους, παρόλο που δεν είναι καν απαραίτητη η συμμετοχή σε μια από τις διαδηλώσεις για να αποτελεί κάποιος μέρος του: Το 71,9% των πολιτών θεωρεί ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να συγκαλύψει την υπόθεση των Τεμπών, ενώ το 85% της αποδίδει ευθύνες για την τραγωδία.

Οι Έλληνες πολίτες συγκρότησαν ένα ακηδεμόνευτο, εξω-κοινοβουλευτικό υποκείμενο, το οποίο εκφράστηκε πολιτικά ως μια ολότητα. Σε αντίθεση με τις εκλογές όπου ο λαός χωρίζεται σε διαφορετικές ατομικές ψήφους, μια κινητοποίηση, πέρα από τις διαφορές των συμμετεχόντων, προαπαιτεί την συγκέντρωση σε ένα τόπο, για ένα σκοπό. Οι διαδηλώσεις δεν αποτελούν μια συμπτωματική συνάντηση ατόμων, δεν μιλάμε για ένα ανοργάνωτο πλήθος. Διοργανώθηκαν από το υποκείμενο στο οποίο ανήκουν και το οποίο ξεκαθάρισε επίσης και σε ποια άλλα υποκείμενα δεν ανήκουν (κόμματα κλπ.). Από την στιγμή που έχουμε «ιδιοκτησία» και «διοργάνωση» ενός γεγονότος, μιλάμε εξ ορισμού για ένα υποκείμενο, ανεξαρτήτως του βαθμού συνοχής που μπορεί να έχει. Προσωπικά πιστεύω ότι εκφράζει την συντριπτική πλειοψηφία της Ελληνικής κοινωνίας. 

Χαρακτηριστικό της καθολικότητας αυτής είναι ο βαθμός πολιτικό-κοινωνικής διαφοροποίησης των συμμετεχόντων. Ετερόκλητο, ακατάτακτο πλήθος. Υπερταξικό, υπερκομματικό, υπερηλικιακό. Όπως έγραψε ο Παπαχελάς, ήταν εκεί αυτοί που ψήφισαν «Ναι» και αυτοί που ψήφισαν «Όχι». Ήταν εκεί οι συστημικοί και οι αντισυστημικοί. 

Επίσης βασικό χαρακτηριστικό είναι η αυθόρμητη αυτό-συγκρότηση και η απουσία επίσημης δομής & ιεραρχίας. Αυτός είναι ο λόγος που κανείς πολιτικός ή δημοσιογράφος, αλλά ούτε και ο ίδιος ο Σύλλογος Θυμάτων, δεν είχε προβλέψει, μόλις 2 μήνες πριν, το μέγεθος της κινητοποίησης. Το υποκείμενο δημιουργήθηκε από μια άτυπη κοινωνική συμμαχία μεταξύ του Συλλόγου, διάφορων συλλογικοτήτων (συνδικαλιστές, φοιτητές, κόμματα κ.λπ.) και μεμονωμένων πολιτών. Έχει την συγκρότηση και συνοχή που είναι απαραίτητη για ένα υποκείμενο, αλλά δεν έχει μια ενιαία συνειδητότητα όπως ένα πρόσωπο ή ένας οργανισμός. Η μέθοδος αυτό-οργάνωσης απαιτεί την αμφίδρομη επικοινωνία των παραπάνω ψηφιακά και δια ζώσης, χωρίς όμως ποτέ να κάθονται, όλοι μαζί, ταυτόχρονα σε ένα «τραπέζι» και να συναποφασίζουν. 

Η Καρυστιανού, πρόεδρος του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών, δεν είναι ο αρχηγός της κινητοποίησης. Χαίρει σεβασμού για τον ρόλο και τον δυναμισμό της, είναι το πιο αναγνωρίσιμο μέλος, αλλά δεν έχει εξουσία στο σύνολο των συμμετεχόντων. Οι συμμετέχουσες συλλογικότητες δεν υπάκουσαν στις «εντολές» του Συλλόγου. Πήραν δικές τους αποφάσεις για το αν θα συμμετάσχουν και πώς. Υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση στην μέθοδο και στον βαθμό ενασχόλησης των συμμετεχόντων. Το υποκείμενο της κινητοποίησης δεν ταυτίζεται με τον Σύλλογο Συγγενών Θυμάτων. Το viral σύνθημα «Δεν έχω οξυγόνο», δεν το δημιούργησε κάποιο creative agency, ούτε το εφηύρε η κ. Καρυστιανού. 

Ελλιπή αυτογνωσία: Σαν το μωρό που δεν καταλαβαίνει ότι τα άκρα του είναι πραγματικά δικά του γιατί ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί το νευρικό σύστημα που θα του επιτρέψει να τα ελέγχει. Έτσι και το κίνημα των Τεμπών δεν γνωρίζει το συνολικό μέγεθος ή τα μέλη του. Το μέγεθος εδώ έχει σημασία για λόγους αντιπροσωπευτικότητας. Γι’ αυτό και η κυβερνητική επιχειρεί να υποβαθμίσει το μέγεθος και να εμποδίσει την αυτοσυνειδησία του. 

Το λάθος της ΝΔ δεν ήταν ότι υποτίμησε τον πολιτικό της αντίπαλο, αλλά ότι δεν τον είδε καν. Αυτός δεν ήταν η αντιπολίτευση, αλλά ο ίδιος ο λαός. Αυτόν του οποίου την ύπαρξη ο πρωθυπουργός αμφισβητεί ακόμα και ως λέξη: «Στο επίκεντρο όλων των δράσεων μας είναι ο πολίτης, όχι γενικά και αόριστα ο λαός, η λέξη που χρησιμοποιούν συχνά όσοι θέλουν να θολώνουν την κατεύθυνση των επιλογών τους, αλλά κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας, ως ξεχωριστές προσωπικότητες και πιο συγκεκριμένα η μεσαία τάξη και πρωτίστως οι πιο ευάλωτοι συμπολίτες μας». Η έλλειψη σημασίας και προσοχής ήταν η αφορμή της αυτό-συγκρότησης. 

 

*Ο Θεοχάρης Παπαδάκης είναι γενικός γραμματέας του Εμπορικού Συλλόγου Ηρακλείου