Αν θέλαμε να ορίσουμε την αξία της κινηματογραφικής τέχνης, ίσως καταλήγαμε σ’ ένα συμπέρασμα κυμαινόμενο. Κι αυτό γιατί η τέχνη γενικότερα, αποκτά υπεραξία όταν υπερβαίνει τον αρχικό στόχο του δημιουργού της και καταλήγει  σε μια εκδοχή πανανθρώπινου ενδιαφέροντος και σημασίας. Με πόσους διαφορετικούς τρόπους έχουν αποτυπωθεί οι έννοιες της ελευθερίας, της υποταγής, της ομορφιάς, του πλούτου, της απληστίας.

Θέματα δελεαστικά αξεπέραστα και διαρκούς ενδιαφέροντος.

Σήμερα που λίγο-πολύ οι επιλογές μας, μας καθορίζουν ο Λάνθιμος διαλέγει – στο μεγαλύτερο κομμάτι της φιλμογραφίας του – να θίξει ένα πεδίο που ανέκαθεν υπήρξε ένα σημείο κοινωνικής διαπραγμάτευσης. Ο γάμος, η οικογένεια, η θέση της γυναίκας, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, επαναπροσδιορίζονται μ’ ένα τρόπο που απογυμνώνεται από στείρες δεσμεύσεις και κοινωνικές συμβάσεις για να φωτιστεί και να αναδειχθεί με κύριο γνώμονα την ελευθερία της σκέψης.

Σ’ αυτή την ταινία την απόλυτα κινηματογραφική και παράδοξη, η φαντασία οργιάζει και το γκροτέσκο στοιχείο συναγωνίζεται το κωμικό, που όμως δεν τα καταφέρνει να υπερισχύσει στη συνείδηση τόσο σοβαρών και διαχρονικών γι’ αυτά τα θέματα αγκυλώσεων.

Η διαφορετικότητα του άνδρα και της γυναίκας έγκειται στον ρόλο που καλείται να παίξει επιβιώνοντας σ’ ένα κόσμο που μεταβάλλεται συνεχώς, περιπλέκοντας κι όχι απλοποιώντας μια απαιτητική συμβίωση.

Δεν είμαι σίγουρη αν αυτή η ταινία θα αρέσει σε πολλούς αλλά σίγουρα έχει κερδίσει το μεγαλύτερο μέρος ενός νεανικού κοινού που ίσως και να την αναφέρει στο μέλλον σαν ένα ορόσημο χρονικά, κοινωνικής αφύπνισης.

Κι αυτό γιατί πολλές φορές κοινωνικής φύσεως προβληματισμοί, γίνονται το εφαλτήριο για συζητήσεις  που αφορούν ζητήματα επίκαιρα αλλά και διαχρονικά.

Η επιλογή των ηθοποιών όπως πάντα εξαιρετική, με την Έμα Στόουν να κυριαρχεί στην οθόνη, ερμηνεύονται τον καλύτερο μέχρι τώρα τουλάχιστον ρόλο της καριέρα της, που τον συνδημιουργεί μ΄ένα Λάνθιμο που ξεπερνά και τον ίδιο του τον εαυτό.

Έτσι η Ελλάδα έχει να υπερηφανεύεται για ένα σκηνοθέτη που διεκδικεί και πάλι κάποιο από τα  Oscar για μια ταινία που δεν έχει μεν ελληνική ταυτότητα, αφού η δημιουργός της κέρδισε την καταξίωσή του πέραν των ελληνικών ορίων, αλλά παρ’ όλα αυτά προσδιορίζεται και είναι Έλληνας σκηνοθέτης.

Οπότε ας ελπίσουμε ότι έστω και έμμεσα, ο Λάνθιμος θα μας δώσει ένα λόγο να υπερηφανευόμαστε με μια βράβευση, που θα ταιριάξει με την επικείμενη αφύπνιση μιας Ελλάδας που διψά για αποδοχή αλλά και αυτοδιάθεση!