Ο εσωτερικός διάλογος που αναπτύσσει ο άνθρωπος με τον εαυτό του, θα μπορούσε, κάτω από προϋποθέσεις πάντα, να οδηγήσει στο “γνώθι σαυτόν”, στην αυτογνωσία, στην εσωτερική συνείδηση και κατ’ επέκταση στην ελευθερία του προσώπου. Η εσωτερική ηθική ελευθερία μπορεί να οδηγήσει, εν συνεχεία, στην εξωτερική ελευθερία, κοινωνική και πολιτική.

Μέσα από αυτή τη διπλή διαδρομή, αναπτύσσεται το δίπολο εσωτερική ελευθερία, που γίνεται εξωτερική ελευθερία και το αντίστροφο. Ο άνθρωπος, λοιπόν, που δεν έχει χάσει την εσωτερική του ελευθερία διαθέτει και την εξωτερική, εν προκειμένω, πολιτική ελευθερία, και με αυτοσυνειδησία μπορεί να κινείται στην κοινωνία και την πολιτική ως άτομο υπεύθυνο και όχι αγόμενο “τήδε κακείσε”.

Γίνεται, με τον τρόπο αυτό, ο ίδιος δημιουργός της προσωπικής του ζωής αλλά και της δημόσιας κοινωνικής εξέλιξης και ιστορίας, κρατώντας και την προσωπική του αξιοπρέπεια.

Δεν αντιδρά εξ ενστίκτου στα εξωτερικά ερεθίσματα και τα γεγονότα, αλλά αφού τα εσωτερικεύσει και τα φιλτράρει μέσα από μια βιωμένη εμπειρία ζωής και μια κριτική αποτίμησή τους, με βάση τις αξίες και τις αρχές που πρεσβεύει, αντιδρά συνειδητά, αναλαμβάνοντας και τις ευθύνες του, όταν και όπου χρειάζεται, ως ελεύθερος και υπεύθυνος άνθρωπος.

Σε ένα κόσμο, μάλιστα, κοινωνικά και πολιτικά ανταγωνιστικό, η υπευθυνότητα, η ανάληψη της ευθύνης είναι απαραίτητη και αναγκαία συνθήκη με βάση την οποία χρειάζεται να σκέφτεται και να ενεργεί ο κάθε πολίτης στο κοινωνικό ή πολιτικό πεδίο.

Ειδικά στην εποχή μας, όσοι δρουν ανταγωνιστικά και σε ατομικό επίπεδο στην πολιτική σκηνή, προβάλλοντας τον εαυτό τους ή διεκδικώντας ατομικά αξιώματα, δεν ενδιαφέρονται για την κοινωνία. Γιατί η πολιτική είναι ή πρέπει να είναι θεράπουσα της κοινωνίας, ως εκ τούτου και οι πολιτικοί.

Συνεπώς, το θέμα το πολιτικό δεν είναι “προσωπικό’’ ζήτημα, δηλαδή ενός εκάστου, αλλά είναι ζήτημα που αφορά το σύνολο της πολιτείας, της κοινωνίας των πολιτικών φορέων, όλων των πολιτικών προσώπων, ειδικά όταν ανήκουν στον ίδιο πολιτικό-ιδεολογικό χώρο και νιώθουν πολιτικά αλληλέγγυα, με κριτική που προωθεί τον κοινό αγώνα και στόχο, με δράση συλλογική.

Αντιθέτως, ο πολιτικός που δεν αναλαμβάνει την πολιτική του ευθύνη, που σκέφτεται και δρα ατομικά, αισθάνεται παγιδευμένος σ’ ένα σχήμα πολιτικό που δεν μπορεί ο ίδιος να το καθορίσει ή να το ελέγξει και λειτουργεί εντός του μηχανικά.

Κατά συνέπεια, είδαμε πρώην Υπουργούς ή βουλευτές που “εξαίφνης, είδον φως”, θεώρησαν πως ο πρότερος βίος τους ήταν ανόητος και με ελαφρά πηδηματάκια, για ίδιον συμφέρον, μεταπήδησαν μετ’ ευκολίας στην απέναντι όχθη, καταπτύοντας την προσωπική ιστορία τους.

Η έλλειψη, όμως, συναίσθησης της ευθύνης είναι αφελής και εξευτελιστική, με αποτέλεσμα, ερχόμενοι “οι αποστάτες”, όπως τους αποκαλούσαμε κάποτε, “εις εαυτόν”, να τονθορύζουν, να μουρμουρίζουν τον στίχο του Βάρναλη “αχ νιότη μου που μου ’λεγες πως θα γινόμουν άλλος”.

Πολλές φορές, επίσης, όπως και εσχάτως, στην πολιτική και στους πολιτικούς υπάρχει η αίσθηση ότι η ευθύνη δεν είναι συλλογική, ότι δεν βαραίνει τόσο ή καθόλου τους ίδιους, αλλά ότι την ευθύνη έχουν οι άλλοι, συναγωνιστές και ομοϊδεάτες ή μόνο ο αρχηγός.

Καλή ώρα στις μέρες μας, μεμονωμένοι ή ως ομάδα, θα έλεγε κανείς σαν έτοιμοι από καιρό, αποφεύγουν τις δικές τους πολιτικές ευθύνες και παραλείψεις για το εκλογικό αποτέλεσμα, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, χώρους ευθύνης και κέντρα της δικαιοδοσίας τους.

Παραβλέπουν τη σχετική επιτυχία σε άλλους γεωγραφικούς χώρους, ξεχνώντας ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχει μόνο το απόλυτο, αντιθέτως, είναι παραδεκτό και το σχετικό, που επιτυγχάνεται πάντα με αγώνα για παραπέρα εξέλιξη.

Ο άνθρωπος, όπως ορίσθηκε από τον Αριστοτέλη, είναι “κοινωνικό ον”, είναι και πρέπει να είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του. Στοιχεία που φαίνεται να έχουν εξαφανιστεί από τη σημερινή πολιτική ζωή.

Η συνείδηση όποιας μορφής, ηθική, κοινωνική ή πολιτική, αν και διατεινόμαστε ότι υπάρχει a priori μέσα μας, θα λέγαμε ότι υπάρχει μόνο “δυνάμει” να αναπτυχθεί, με τον εσωτερικό διάλογο και την αυτογνωσία, όπως ήδη αναφέρθηκε.

Με όρους, όμως, ατομικής πολιτικής επιβίωσης και κομματικού ανταγωνισμού, δυστυχώς, δεν υπάρχει πολιτική υπεύθυνη συνείδηση, ενσυναίσθηση και, κατ’ επέκταση, συλλογική πολιτική δράση.

Στον σημερινό κόσμο και στη χώρα μας, οι πολιτικές βασίζονται στην τάση των πολιτικών να υπονομεύουν τους άλλους, και δη τους συντρόφους ή τον αρχηγό, προβάλλοντας τον εαυτό τους και το προσωπικό τους συμφέρον.

Είμαστε, λοιπόν, μάρτυρες παρακμής της πολιτικής στη χώρα μας και όπως έχει ειπωθεί “το παρόν χωνεύθηκε στο μέλλον”, δηλαδή, ενώ πάει καιρός που ξεπουλήθηκε και υποθηκεύθηκε σε ξένους το μέλλον της νέας γενιάς και της χώρας, από εμπειρικούς πολιτικούς πειραματισμούς και “επαναστάτες χωρίς αιτία”, δεν αγωνιζόμαστε, ειδικά οι πολιτικοί εκπρόσωποι, έστω και τώρα, να αντιστραφεί η πορεία, αλλά αναλωνόμαστε στο πώς θα στραφεί ο ένας εναντίον του άλλου.

Κι αυτό φέρνει ως αποτέλεσμα την αδιαφορία του πολίτη για την πολιτική, την αποχή.

Μετά το πέρας μιας πολιτικής δεκαετούς ρήξης, ενός δήθεν ριζοσπαστισμού, και μιας ανάλογης πολιτικής διακυβέρνησης, θα λέγαμε πως έχει γίνει πλέον εθισμός ότι όλα και όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι.

Όλα είναι κίβδηλα, τίποτα δεν αλλάζει, τίποτα δεν βοηθά τη μοίρα μας ως πολίτες και ως χώρα. Έτσι, όπως οδήγησαν οι νέοι δημαγωγοί τη χώρα, να μην παράγει, να τρώει τις σάρκες της, με υποθηκευμένο το μέλλον, να ζει ο κάθε πολίτης την προσωπική μοναξιά του.

Σε αντίθεση, λοιπόν, με όλα όσα αρνητικά αναφέρθηκαν παραπάνω, ο πολίτης οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι ο “πολιτικός αυτισμός” του δεν τον βοηθά στη διαμόρφωση του δημοκρατικού μέλλοντος, αλλά βοηθά την επωάζουσα ακροδεξιά.

Χρειάζεται ο καθένας να πιστέψει ο ίδιος στην ψυχή του και να εξαρτήσει τις πολιτικές πράξεις του από την πολιτική του συνείδηση, μια συνείδηση με άγρυπνα τα μάτια της ψυχής, κατά τον ποιητή, χωρίς εφησυχασμούς, με αναγνώριση των συνεπειών της πολιτικής ασυνέπειας, του πολιτικού “φαίνεσθαι” και του απατηλού life style.

Ειδικά, μάλιστα, οι επαγγελματίες παλαιοί πολιτικοί που δεν έχουν επωμισθεί τις προσωπικές τους ευθύνες, τα λάθη και τα σφάλματά τους, ας αφήσουν κάθε δικαιολογία που τους βολεύει, επιρρίπτοντας τις ευθύνες τους στους άλλους, ανακαλύπτοντας “αποδιοπομπαίους τράγους”.

Γιατί το “πολιτικό ον” άνθρωπος, όταν κατανοήσει ότι δεν είναι μόνο αυτός, θα αντιληφθεί ότι ως ψηφοφόρος ή πολιτικός αποτελεί μια εφήμερη, ελάχιστη μονάδα, αναγκαία, όμως, ως αναπόσπαστο μέρος ενός συνόλου, μιας πολιτικής ενότητας και ολότητας για σταδιακές, εν εξελίξει πολιτικές δράσεις και πράξεις, που αντιστέκονται, όμως, στις εύκολες και απλουστευμένες μεταβολές, ώστε να κρατηθεί η κοινωνική ενότητα και συνοχή.

Ο Αντώνης Σανουδάκης-Σανούδος είναι καθηγητής Ιστορίας-συγγραφέας