Φοβόντουσαν λέει μη γίνουμε Βενεζουέλα και τελικά γίναμε… Κολομβία!

Αυτήν την αίσθηση τουλάχιστον δημιούργησαν στην κοινή γνώμη τα απανωτά περιστατικά, πρωτοφανών σε αγριότητα δολοφονιών για τα ελληνικά δεδομένα, που κατέκλεισαν την επικαιρότητα την εβδομάδα που μας πέρασε. Τα τέσσερα στυγερά εγκλήματα που ξεπέρασαν κάθε κινηματογραφική φαντασία, δεν διαπράχθηκαν ούτε στη μεγάλη οθόνη, ούτε στη μακρινή Κολομβία, αλλά στη μικρή μας πανέμορφη χώρα! Στην Ελλάδα της νέας εποχής. Στην Ελλάδα της νέας δεκαετίας, που έχει ξεκινήσει να οικοδομεί την εσωτερική της ασφάλεια πάνω στο δόγμα «νόμος και τάξη»!

Ποιος νόμος όμως και ποια τάξη; Το «δόγμα» φαίνεται πως περιορίζεται και εξαντλείται στην καταστολή των διαφόρων διαδηλώσεων και των πάσης φύσεως κοινωνικών συναθροίσεων, στην πάταξη των καταλήψεων, αλλά και στην επιτήρηση των αυστηρών μέτρων αποστασιοποίησης που επιβάλουν οι κανόνες αντιμετώπισης της πανδημίας.

Μέχρι εκεί όμως φτάνει ο νόμος και μέχρι τόσο επιβάλλεται η τάξη…

Τόση βία και αγριότητα, κατά της ανθρώπινης ζωής, μπορεί να μην χωράει στο μυαλό μας, χώρεσε όμως μέσα σε μια εβδομάδα! Δεν ξέρω αν πρόκειται για σύμπτωση ή για σεληνιασμό, αλλά δεν μπορώ να μην ανησυχώ! Το αστυνομικό ρεπορτάζ μονοπώλησε όλο το ενδιαφέρον της επικαιρότητας, με τις λεπτομέρειες των εγκλημάτων να προκαλούν σοκ και δέος στην ελληνική κοινωνία, επισκιάζοντας ακόμα και αυτήν την επιδημιολογική ενημέρωση, τη στιγμή μάλιστα που η πανδημία εμφανίζεται να βρίσκεται στην κορύφωσή της. Το κάθε τραγικό περιστατικό, ενώ συνέβη χρονικά πολύ κοντά στα υπόλοιπα, είχε την δική του ξεχωριστή αγριότητα και συνέβαλε με τον πλέον απεχθή τρόπο στην απαξίωση της ανθρώπινης ζωής. Ο νόμος προστασίας προσωπικών δεδομένων, από τότε που τέθηκε σε ισχύ, καθιστά τόσο τους δράστες όσο και τα θύματα αναγνωρίσιμους στην κοινή γνώμη, αποκλειστικά και μόνο από τα διακριτικά της ηλικίας τους.

Η αρχή έγινε με το «καλημέρα» της εβδομάδας. Ο τόπος του πρώτου στυγερού και διπλού εγκλήματος ήταν το πατρικό σπίτι δύο άτυχων νέων ανθρώπων που αποτέλεσαν τα θύματα, στη Μακρινίτσα του όμορφου Πηλίου. Στις 19:30 το απόγευμα της Δευτέρας της 5ης του Απρίλη, ένας 31χρονος άνδρας δολοφονούσε με μαχαίρι την 28χρονη πρώην σύζυγό του και στη συνέχεια και τον 30χρονο αδελφό της, μπροστά στα μάτια της πρώην πεθεράς του και μητέρας των δύο θυμάτων. Ο δράστης του διπλού φονικού, που είχε μαζί με την πρώην γυναίκα του ένα ανήλικο παιδί δύο ετών, λίγο αργότερα συνελήφθη από την αστυνομία.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο μακελάρης ενοχλούσε συχνά την πρώην γυναίκα του αλλά και την οικογένειά της και γι’ αυτό το λόγο εκείνοι είχαν ζητήσει δικαστική συνδρομή. Όποιοι και να ήταν όμως οι λόγοι της διαφωνίας τους, δεν δικαιολογούν στο ελάχιστο ένα τέτοιο ειδεχθές έγκλημα.

Τη σκυτάλη του τρόμου πήρε δύο μέρες αργότερα, ένας άλλος μακελάρης στην Κυπαρισσία. Την Τετάρτη 7/4/2021, στις 11:30 το πρωί, ένας 72χρονος συνταξιούχος λαχειοπώλης, μπήκε μέσα σε κατάστημα ειδών κινητής τηλεφωνίας της πόλης του και εκτέλεσε εν ψυχρώ τον 39χρονο ιδιοκτήτη του καταστήματος και πατέρα ενός μικρού παιδιού. Η δολοφονία μάλιστα καταγράφηκε από το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης του καταστήματος και κατ’ αυτόν τον τρόπο, ολόκληρο το πανελλήνιο έγινε μάρτυρας του τραγικού και άδοξου τέλους αυτού του νέου ανθρώπου. Η κάμερα δείχνει τον δράστη στη συνέχεια να αποχωρεί ατάραχος, κρατώντας στο χέρι του το φονικό όπλο του εγκλήματος, σαν σταρ ταινίας δράσης του σινεμά. Ο στυγερός δολοφόνος συνελήφθη από την αστυνομία λίγο αργότερα και δήλωσε χωρίς ίχνος μεταμέλειας, ότι «έκανε το έγκλημα για λόγους τιμής».

Μόνο που δεν αποκάλυψε την «τιμή» για την οποία μίλησε, μιας και αυτή αφορούσε μερικά ευρώ, που είδε να του χρεώνονται παραπάνω και αδικαιολόγητα κατά τον ίδιο, στον λογαριασμό του τηλεφώνου του…

Την επόμενη μέρα της «μαύρης εβδομάδας», χάθηκε ακόμα μια ανθρώπινη ζωή με τρόπο που αποτελεί σίγουρα αποκλειστικότητα για τα ελληνικά χρονικά! Το έγκλημα αυτό εξιχνιάστηκε την επόμενη μέρα της τέλεσής του. Ο τόπος του εγκλήματος ήταν αυτή τη φορά το νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός» και ο χρόνος του προσδιορίστηκε στο απόγευμα της Πέμπτης 8/4/2021. Το χρονικό αυτού του εγκλήματος ξεκινάει από το βράδυ της ίδιας μέρας, όταν ένας 76χρονος ασθενής Covid που νοσηλευόταν στον «Ερυθρό Σταυρό», εκτός ΜΕΘ, και ενώ ήταν διασωληνωμέος και σε καταστολή, βρέθηκε χωρίς τις αισθήσεις του.

Κατά την ανεπιτυχή προσπάθεια των γιατρών να επαναφέρουν τον ασθενή στη ζωή, διαπιστώθηκε ότι είχε βγει η πρίζα του αναπνευστήρα, επίσης ο σωλήνας αερισμού είχε αφαιρεθεί από τη βάση του και η οθόνη του αναπνευστήρα είχε αναποδογυρίσει.

Η αστυνομία παρενέβη και έλυσε το μυστήριο: Τον άτυχο 76χρονο αποσωλήνωσε, όπως φαίνεται, ο διπλανός του 60χρονος επίσης ασθενής Covid, γιατί τον ενοχλούσε λέει ο θόρυβος του αναπνευστήρα! Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν ισχύει το άθλιο «ο θάνατός σου η ζωή μου», αλλά το πανάθλιο, «ο θάνατός σου η ησυχία μου»! Το είδαμε κι αυτό και κάτι μου λέει πως δεν θα είναι το τελευταίο περιστατικό που μας εκπλήττει.

Έτσι φτάσαμε και στη «μαύρη Παρασκευή» της 9ης Απριλίου όπου δύο ένοπλοι άνδρες που επέβαιναν σε μοτοσυκλέτα, λίγα λεπτά μετά τις 14:00, μέρα μεσημέρι δολοφονούσαν έξω από το σπίτι του με μαφιόζικη επίθεση που θύμισε σίγουρα Κολομβία, τον γνωστό δημοσιογράφο και αστυνομικό συντάκτη, Γιώργο Καραϊβάζ. Ο συνοδηγός της μοτοσυκλέτας μέσα σε είκοσι δευτερόλεπτα, πυροβόλησε 17 φορές κατά του άτυχου δημοσιογράφου και μάλιστα του έδωσε στο τέλος και την χαριστική βολή.

Ο έμπειρος και έντιμος δημοσιογράφος, που τιμούσε το λειτούργημά του, αποκάλυπτε και κατήγγελλε διαρκώς την διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας και στα κυκλώματα της νύχτας, χωρίς όμως να επιδιώκει ο ίδιος την προστασία του, ούτε να προκαλεί τη δημοσιότητα, σε αντίθεση με ορισμένα άλλα πρόσωπα της επικαιρότητας! Η δολοφονία του, φέρνει ξανά στο προσκήνιο τη δολοφονία του δημοσιογράφου Σωκράτη Γκιόλια, που έγινε έξω από το σπίτι του στις 19 Ιουλίου του 2010 και δεν εξιχνιάστηκε ποτέ!

Όπως ήταν φυσικό, ή είδηση της δολοφονίας του Γιώργου Καραϊβάζ, ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα, καθώς από το απόγευμα της Παρασκευής, δεκάδες ειδησεογραφικές ιστοσελίδες προχωρούν σε εκτενείς αναφορές για ένα περιστατικό που σημειώθηκε «μέρα μεσημέρι», όπως χαρακτηριστικά τονίζουν.

Η δολοφονία ενός δημοσιογράφου αποτελεί ούτως ή άλλως μια απεχθή, δειλή πράξη, μια επίθεση κατά της Δημοκρατίας, αλλά και μια ενσυνείδητη προσπάθεια να πληγεί η ελευθερία του τύπου, που αποτελεί ίσως την πιο ιερή από όλες. Επιτακτική ανάγκη, είναι τώρα να διαλευκανθεί όσο το δυνατόν συντομότερα το ειδεχθές αυτό έγκλημα και να απονεμηθεί Δικαιοσύνη.

Τα παραπάνω εγκλήματα θα πρέπει να μας προβληματίσουν όλους και δεν αρκεί να περιοριστούμε στην καταδίκη τους. «Οι αιτίες των ανθρώπινων πράξεων είναι συνήθως πιο πολύπλοκες και ποικίλες από τις εξηγήσεις τους», παρατηρεί ο Ντοστογιέφσκι στον «Ηλίθιο». Δίνεται όμως τώρα και μια καλή αφορμή στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, να επανεξετάσει και να επαναπροσδιορίσει την στρατηγική του απέναντι στην παραβατικότητα, αναζητώντας τα μελλοντικά εν δυνάμει εγκλήματα, στις δομικές «ρωγμές» της κοινωνίας μας. Αν αδιαφορήσει, αυτό θα είναι κάτι περισσότερο από έγκλημα. Θα είναι λάθος!

https://moschonas.wordpress.com