Αν θα μάθουμε κάποια στιγμή να διαβάζουμε σωστά τις δημοσκοπήσεις, στις λεπτομέρειές τους, αλλά και σε όλη τους την έκταση, ίσως καταφέρουμε να εξάγουμε ασφαλή συμπεράσματα για τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος και να αποκωδικοποιήσουμε έτσι και τα μηνύματα που στέλνει κάθε φορά η κοινωνία μέσα από αυτές. Μηνύματα χρήσιμα για όλους μας, αλλά κυρίως για τους κυβερνώντες…
Ένα τέτοιο χρήσιμο «μήνυμα» εξέπεμψαν κάποιες από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που διενεργήθηκαν πρόσφατα, αλλά μάλλον δεν «διαβάστηκε» από όλους τους παραλήπτες του. Στο ερώτημα, «αν υπάρχει αλαζονεία στην κυβέρνηση;», το 55% των ερωτηθέντων απάντησε θετικά. Δεν μπορώ να ξέρω πόσοι εκ των κυβερνώντων έλαβαν σοβαρά αυτό το μήνυμα, πόσοι προβληματίστηκαν και πόσοι αδιαφόρησαν. Ξέρω όμως έναν από αυτούς, που όχι μόνο δεν το έλαβε, αλλά το διέγραψε κιόλας ως «ανεπιθύμητο»…
Αναφέρομαι φυσικά στο γνωστό και εξέχων στέλεχος ετούτης της κυβέρνησης, στον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, κ. Άδωνι Γεωργιάδη. Αφορμή αυτή τη φορά αποτέλεσε η δημόσια δήλωσή του που αφορούσε την τραγωδία των Τεμπών. Επιδιώκοντας προφανώς να διασκεδάσει τις εντυπώσεις στην επιμονή κάποιων κομμάτων της αντιπολίτευσης για τη σύσταση Εξεταστικής και Προανακριτικής Επιτροπής, προκειμένου να αποδοθούν ευθύνες για την τραγωδία, ο λαλίστατος υπουργός έσπευσε να προκαταλάβει τη βούληση της κοινής γνώμης, δηλώνοντας ότι, «οι πολίτες δεν νοιάζονται σήμερα για το αν θα γίνουν ή όχι εξεταστικές επιτροπές για τα Τέμπη, αλλά νοιάζονται για την ακρίβεια και την ασφάλειά τους».
Η δήλωση αυτή του υπουργού – όπως ήταν αναμενόμενο – προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων και χαρακτηρίστηκε από τους πολιτικούς του αντιπάλους ως, «η επιτομή του κυνισμού και της απανθρωπιάς». Οι πρώτοι όμως που αντέδρασαν έντονα στο άκουσμα της δήλωσης του κ. Γεωργιάδη, ήταν οι συγγενείς των θυμάτων του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών.
Οι οικογένειες των 57 συνανθρώπων μας που έχασαν τις ζωές τους τόσο άδικα και άδοξα στην κοιλάδα των Τεμπών, στις 28 Φεβρουαρίου του 2023. Κάποιοι χαροκαμένοι γονείς, αναφερόμενοι προσωπικά στον κ. Γεωργιάδη, χαρακτήρισαν «ιεροσυλία» τη δήλωσή του, και έσπευσαν μάλιστα να τον διαβεβαιώσουν, πως «είναι ιερό χρέος τους, απέναντι στη μνήμη των παιδιών τους – και δεν θα παραιτηθούν ποτέ από αυτό – να απαιτήσουν να αποδοθούν όλες οι ευθύνες για το τραγικό δυστύχημα, εκεί όπου υπάρχουν».
Να θυμίσουμε ότι, το ΚΚΕ έχει ζητήσει τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για την διερεύνηση της Τραγωδίας στα Τέμπη, ενώ το ΠΑΣΟΚ έχει ζητήσει κι αυτό με τη σειρά του τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής για την ίδια υπόθεση. Η Εξεταστική Επιτροπή επιλαμβάνεται διερευνητικά της όλης διαδικασίας, καταλήγοντας σε συμπεράσματα μετά την έρευνα που διενεργεί. Από την άλλη, η Προανακριτική Επιτροπή εστιάζει τις ενέργειές της στην ποινική διαδικασία της υπόθεσης, καταλογίζοντας ποινικές ευθύνες εκεί όπου αυτές εντοπιστούν.
Η διερεύνηση της υπόθεσης αυτής από τη δικαιοσύνη είναι σε εξέλιξη, απ’ ότι γνωρίζω. Σε κάθε περίπτωση όμως, καλό είναι να κρατάμε «μικρό καλάθι», και εμείς αλλά κυρίως οι συγγενείς των θυμάτων, που έχουν κάθε λόγο να ζητάνε δικαίωση για τη μνήμη των ανθρώπων τους που χάθηκαν. Στην Ελλάδα είναι γνωστό ότι, όταν οι πολιτικοί δεν επιθυμούν τη λύση ενός προβλήματος που τους αφορά, το παραπέμπουν σε κάποια επιτροπή και ξεχνιέται…
Ο Άδωνις Γεωργιάδης ζήτησε συγνώμη από τους συγγενείς των θυμάτων του δυστυχήματος στα Τέμπη, μετά και την ενόχληση του Έλληνα πρωθυπουργού, όταν τα κακά «μαντάτα» ταξίδεψαν ως τη Γαλλία όπου βρισκόταν εκείνη τη μέρα. Ο υπουργός έδειξε μετανοιωμένος και προσπάθησε να δικαιολογηθεί με κάποια εύχρηστα «ευφυολογήματα», αλλά δεν τα κατάφερε. Η αλαζονεία του τον απομάκρυνε από τις νουθεσίες δύο πρωθυπουργών και προέδρων της παράταξης στην οποία τώρα εκείνος υπηρετεί. Πρόσφατα ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε από τα στελέχη της κυβέρνησής του, «να βουτάνε πρώτα τη γλώσσα τους στο μυαλό τους και μετά να μιλάνε».
Αλλά και παλαιότερα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής άφηνε πολιτική παρακαταθήκη μεταξύ άλλων και τον αφορισμό του ότι, «Στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που γίνονται, αλλά δεν λέγονται». Αυτό ακριβώς αγνόησε ο τανύγλωττος υπουργός και εξετέθη δημόσια, αλλά ως φαίνεται όχι και ανεπανόρθωτα…
Αν θέλουμε όμως να είμαστε ειλικρινείς και να λέμε μόνο αλήθειες, ο Γεωργιάδης εξέφρασε μια άποψη, μια γνώμη, που δεν φαίνεται να επέχει και πολύ από αυτό που πραγματικά συμβαίνει σήμερα στην Ελληνική κοινωνία. Ωστόσο, το ατόπημά του ήταν η δημοσιοποίηση αυτής της άποψης, γιατί όταν μάλιστα αυτή διατυπώνεται από χείλη εξέχοντος στελέχους της κυβέρνησης, προσβάλλει βάναυσα τη μνήμη των νεκρών αυτής της εθνικής τραγωδίας. Τη στιγμή μάλιστα που τελεί υπό διερεύνηση η κρίσιμη υπόθεσή της.
Όσον αφορά τώρα στον ερωτηματικό τίτλο του σημερινού άρθρου, νομίζω πως αρκετές απαντήσεις έχουν ήδη δοθεί σχετικά με αυτόν από διάφορες πλευρές και κάποιες άλλες αναμένονται να δοθούν. Η κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή του τραγικού δυστυχήματος, αποποιήθηκε την συνολική πολιτική ευθύνη, σπεύδοντας σε ισομερή καταμερισμό των όποιων πολιτικών ευθυνών υπάρχουν, σε όλες ανεξαιρέτως τις κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης.
Δεν παρέλειψε μάλιστα ο πρωθυπουργός να ζητήσει μια συνολική πολιτική συγνώμη, εκ μέρους όλων αυτών των κυβερνήσεων, από τους συγγενείς των θυμάτων. Ωστόσο, απέφυγε να καταλογίσει πολιτικές ευθύνες στον τότε αρμόδιο υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, θέτοντάς τον υπό την κρίση του Ελληνικού λαού, με την απόφασή του στις εθνικές εκλογές που πλησίαζαν σε απόσταση ολίγων μηνών, να αποτελούσε και την ετυμηγορία του. Έτσι κι έγινε! Ο υπουργός και βουλευτής Σερρών, επανεξελέγη θριαμβευτικά στις εθνικές εκλογές, πρώτος μάλιστα σε σταυρούς από την εκλογική του περιφέρεια, στην οποία σημειωτέον, συμπεριλαμβάνονται και τα Τέμπη…
Το πόσο νοιάζεται για τα Τέμπη η κοινωνία, το έδειξε στις κάλπες, λίγους μόνο μήνες μετά το τραγικό δυστύχημα. Αυτό πιστεύουν οι περισσότεροι. Με τις εκλογές τελειώνουν και οι πολιτικές ευθύνες. Το πόσο νοιάζονται τα κόμματα της αντιπολίτευσης για τα Τέμπη, θα το δείξει το αποτέλεσμα των ερευνών που διενεργούνται και που πρόκειται να διενεργηθούν, είτε με Εξεταστικές είτε με Προανακριτικές Επιτροπές. Γιατί δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως η τραγωδία στα Τέμπη δεν συνιστά ένα συνηθισμένο σιδηροδρομικό δυστύχημα, αλλά ένα τραγικό έγκλημα αμέλειας, αδιαφορίας και εγκατάλειψης κάθε έννοιας δημόσιας ασφάλειας, και μέχρι στιγμής το έγκλημα αυτό παραμένει ατιμώρητο.
Το πόσο νοιάζεται ο καθένας από εμάς σήμερα για την τραγωδία στα Τέμπη, το γνωρίζει μόνο ο ίδιος. Καλό θα είναι όμως να το δείχνει και στους άλλους. Να το μοιράζεται με τους άλλους. Να αρχίσουμε σιγά-σιγά να βγαίνουμε μέσα από τα μίζερα «καβούκια» μας, όπου μας ανάγκασαν να κλειστούμε, η βαθιά οικονομική κρίση και η πανδημία, που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Να διώξουμε το φόβο που μας έκλεισε εκεί μέσα. Να αναζητήσουμε την ανθρωπιά μας, την αξιοπρέπειά μας και τη χαμένη μας ενσυναίσθηση. Να μπορούμε να μοιραζόμαστε τη χαρά, αλλά και τον πόνο του άλλου.
Γιατί μόνο έτσι θα αποδράσουμε από την εφήμερη μιζέρια μας, από τον υπόδουλο αδύναμο και ανασφαλή εαυτούλη μας, υποταγμένο σε μια πρωτόγονη, ενστικτώδη ανάγκη επιβίωσης. Να αγωνιστούμε για τη ζωή και όχι για την επιβίωση. Να νοιαστούμε. Γιατί «νοιάζομαι» σημαίνει «νιώθω», «αισθάνομαι», «συναισθάνομαι», «αντιλαμβάνομαι»! Να ξαναγίνουμε κοινωνία των πολιτών. Κοινωνία των πολλών. Γιατί ο μοναχικός δρόμος που τραβάμε σήμερα, δεν βγάζει πουθενά. Γιατί, όπως επισημαίνει και ο ποιητής, Τάσος Λειβαδίτης, «οι άνθρωποι υπάρχουν, από τη στιγμή που βρίσκουνε μια θέση στη ζωή των άλλων».