Οι ιστορικοί ισχυρίζονται πως οι άνθρωποι κατοίκησαν το αρμενικό οροπέδιο και τον Καύκασο εδώ και εκατό χιλιάδες χρόνια. Η περιοχή, που βρίσκεται ανάμεσα σε μερικούς από τους σημαντικότερους υδροφόρους σχηματισμούς της Γηραιάς Ηπείρου, θεωρείται σημαντικό λίκνο του ανθρώπινου πολιτισμού. Επιπλέον, η Αγία Γραφή αναφέρει ότι η Κιβωτός του Νώε ήρθε και προσάραξε πάνω στο ιστορικό όρος της Αρμενίας, το Αραράτ, και υπάρχουν πολλές αναφορές σχετικώς με την κάθοδό της από το βουνό, μετά τη μεγάλη πλημμύρα. Η πρώτη αναφορά των Αρμενίων στις ιστορικές γραφές βρίσκεται σε επιγραφές κοντά στην Κερμανσάχ του σημερινού Ιράν, οι οποίες χρονολογούνται από τα 600 π. Χ.
Οι διάφοροι μύθοι, έκτοτε, δεν είναι τόσο εξεζητημένοι και συσχετίζονται με καίρια ιστορικά γεγονότα, αφού σε όλη την ιστορία της, η Αρμενία δεχόταν επιθέσεις λαών που προσπάθησαν να κατακτήσουν τη γη τους και να εκμεταλλευτούν, το σπουδαιότερο, τους όποιους πόρους της χώρας. Το ορεινό έδαφος βοήθησε βέβαια την προστασία της από εισβολείς, αλλά κράτησε πολλούς θυλάκους Αρμενίων ανεξάρτητους και ταυτόχρονα ανίκανους για πιο ενωμένη και αποτελεσματική αντίσταση. Στους επόμενους αιώνες, βεβαίως, η εμφάνιση ισχυρών Αρμενίων ηγεμόνων, η υιοθέτηση του Χριστιανισμού ως επίσημης κρατικής θρησκείας και η έλευση του αρμενικού αλφαβήτου, προώθησαν με επιτυχία τη δημιουργία μιας ισχυρής αρμενικής εθνικής ταυτότητας.
Έκτοτε η ιστορία κατέγραψε αναρίθμητους αγώνες με τους γειτόνους της, για να μπορέσει η Αρμενία να φτάσει λαβωμένη έως τις μέρες μας. Αν εστιάσούμε στα τελευταία γεγονότα, μέχρι το 1923, εκτιμάται ότι περίπου 1,5 εκατομμύριο από τα σχεδόν δύο εκατομμύρια Αρμενίων που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δολοφονήθηκαν ή πέθαναν λόγω των άμεσων δράσεων και ενεργειών των Τούρκων. Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους αρμενικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Τουρκίας κατάφεραν να διαφύγουν σε γειτονικές χώρες, κι αργότερα προς την Ευρώπη ή την Αμερική, ιδρύοντας έτσι τις γνωστές σήμερα κοινότητες της αρμενικής Διασποράς.
Το αρμενικό οροπέδιο και ο Καύκασος βρίσκονταν πάντα στο σταυροδρόμι των πολιτισμών, από γεωγραφικής και πολιτιστικής άποψης. Από τους αρχαίους χρόνους, οι άνθρωποι διέσχιζαν την περιοχή, η οποία χρησίμευσε ως σημαντικό τμήμα του περιβόητου Δρόμου του Μεταξιού, για να οδεύουν οι ενδιαφερόμενοι έμποροι και ταξιδευτές από την Ανατολή προς τη Δύση, και αντίστροφα.
Η Αρμενική Δημοκρατία στα πλαίσια της ΕΣΣΔ, ένοιωθε ασφαλής στις αέναες τουρκικές προσπάθειες για την ενοποίηση της Τουρκίας με το Αζερμπαϊτζάν, παρά τα συνεχή προβλήματα που υπήρχαν στις επαρχίες του Ναχιτσεβάν και του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, καθώς οι επαναστατικές μεταρρυθμίσεις του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ τέθηκαν σε ισχύ, οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο Καραμπάχ, άσκησαν τα δικαιώματά τους, ψηφίζοντας τον διαχωρισμό τους από το Αζερμπαϊτζάν και την ένωσή τους με την Αρμενία. Απειλήθηκε ξανά καινούργια γενοκτονία του αρμενικού έθνους, που το ανάγκασε να πάρει τα όπλα και να αντεπιτεθεί.
Ακολούθησαν ευρείας κλίμακας ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του 1991 και του 1994, και οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο Καραμπάχ, υπερασπίστηκαν το δικαίωμά τους στην αυτοδιάθεση. Η κατάπαυση του πυρός βρήκε την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και τα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη να κάθονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο Καραμπάχ, άδραξαν την ευκαιρία να δημιουργήσουν μια de facto κυβέρνηση, ανεξάρτητη από την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν. Με τη βοήθεια της Δημοκρατίας της Αρμενίας, καθώς και ενός μεγάλου μέρους της διασποράς, η ανεξάρτητη Δημοκρατία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ άρχισε την ανοικοδόμηση μιας καινούργιας χώρας. Ενώ η επίσημη κατάσταση και το πρόβλημα της περιοχής παρέμενε άλυτο και καμιά κυβέρνηση στον κόσμο δεν αναγνώριζε την κυριαρχία του, οι Αρμένιοι που ζούσαν και εργάζονταν σε εκείνη την περιοχή, διεκδικούσαν σθεναρά το δικαίωμα στην αυτοδιάθεσή τους.
Στις 21 Σεπτεμβρίου 1991, όμως, σχεδόν ένα χρόνο μετά την επιλογή των Αρμενίων πολιτών να ψηφίσουν για την ανεξαρτησία του κράτους τους, η Αρμενία δήλωσε την ανεξαρτησία της από το άρμα της Σοβιετικής Ένωσης, πριν από την επίσημη διάλυση της ΕΣΣΔ, αργότερα, στο ίδιο έτος.
Το νέο κράτος βρέθηκε αντιμέτωπο και πάλι με εχθρικούς γείτονες στα δυτικά και τα ανατολικά. Η Τουρκία και το Αζερμπαϊτζάν επέβαλαν αποκλεισμό-εμπάργκο των μεταφορών στη χώρα, αφήνοντας μόνο τα σύνορα της Γεωργίας προς τα βόρεια και ένα μικρό κομμάτι στα σύνορα με το Ιράν στα νότια, ως μέσο για τη μεταφορά των τόσο αναγκαίων αγαθών, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας προς τη χώρα. Παρά τις προσπάθειες των αντίπαλων εθνών, οι προσπάθειές τους να πνίξουν την νεοσύστατη δημοκρατία της Αρμενίας, δεν καρποφόρησαν και αυτό οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην αρμενική επιμονή, καθώς και στις ενισχύσεις που ήρθαν από τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές κοινότητες των Αρμενίων της Διασποράς.
Η μετάβαση στη δημοκρατία και στην ελεύθερη αγορά δεν έγινε εύκολα στην Αρμενία, όπως άλλωστε και οποιοδήποτε από τα καινούργια ανεξάρτητα κράτη και χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που προέκυψαν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Το 2001, η Αρμενία γιόρτασε τη δέκατη επέτειο της ανεξαρτησίας της, και εξέφρασε ικανοποίηση για τις διεθνείς προσωπικότητες, όπως τον Πάπα Ιωάννη Παύλο ΙΙ, που τίμησαν την μνήμη της 1700ης επετείου από την υιοθέτηση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της Αρμενίας. Η ανεξαρτησία όμως είχε σύμφυτες δυσκολίες και για τη νέα αρμενική Δημοκρατία, και η επιβίωση του Ναγκόρνο-Καραμπάχ ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, άκρως επικίνδυνη.
Ο αρμενικός πληθυσμός του υπέστη θρησκευτικές και άλλες πολιτιστικές διώξεις. Οι αρμενικές εκκλησίες και οι τάφοι των Αρμενίων παραμορφώθηκαν, η γλώσσα απαγορεύτηκε και τα σχολεία υποχρηματοδοτήθηκαν, με σκοπό η μουσουλμανική μειονότητα να αναγκάσει τον εγχώριο αρμενικό πληθυσμό μέσω της συνεχούς παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην εκδίωξή τους από τη συγκεκριμένη και δυνητικά ανά πάσα στιγμή επικίνδυνη γεωγραφική περιοχή.
Όλα αυτά, βεβαίως, μέχρι πρόσφατα! Τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους, συγκεκριμένα, λίγες εβδομάδες πριν, η αστραπιαία επιχείρηση των Αζέρων επικράτησε των Αρμενίων αυτονομιστών του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, οπότε πάνω από εκατό χιλιάδες γηγενείς κάτοικοι της περιοχής πήραν το δρόμο της προσφυγιάς για τη μάνα πατρίδα, την Αρμενία. Άλλη μια, μεγάλης έκτασης, γενοκτονία διημείφθη σε εκείνα τα εδάφη.
Οι Αρμένιοι φεύγοντας αποχαιρέτησαν οριστικά ολόκληρη την πολιτιστική τους κληρονομιά. Ναούς, ιστορικά μοναστήρια, τάφους, νεκροταφεία, τους γνωστούς πέτρινους σταυρούς χατσγκάρ, σπίτια, περιουσίες, κ.α., και πήραν μαζί τους μονάχα την τοπική διάλεκτο, τα τραγούδια, τους χορούς, τις παραδόσεις και τους καημούς τους. Ήδη άρχισαν να επιβεβαιώνονται οι πασίγνωστες, πια, καταστροφές που άρχισαν στην περιοχή οι στρατιές των Αζέρων. Η δυστυχία είναι ότι η Ευρώπη ουδόλως δεικνύει την παραμικρή ευαισθησία στο δράμα των Αρμενίων.
Φαίνεται ξεκάθαρα πως ουδόλως ενδιαφέρεται, αφού τα εδάφη της δεν διαθέτουν φυσικό αέριο και πετρέλαιο, όπως εκείνα του Αζερμπαϊτζάν. Όποιος όμως υπήρξε τυχερός στη ζωή του, όπως ο γράφων που έχει επισκεφτεί και περπατήσει ολόκληρη την περιοχή του Καυκάσου, κάποτε, θα χαραχθεί στη μνήμη του ολόκληρος ο Αρμενικός πολιτισμός που αιώνες τώρα αγωνίζεται να επιβιώσει νοιώθοντας δίπλα του την ανάσα και την μουσουλμανική λαίλαπα η οποία προσπαθεί να σβήσει όλα τα μακραίωνα ίχνη του.
Η δυστυχία είναι ακόμα ότι η εκστρατεία αυτή μάλλον θα συνεχιστεί γιατί η προσπάθεια του Αζερμπαϊτζάν και της Τουρκίας καθώς και της αυτόνομης δημοκρατίας του Ναχιτσεβάν που αποτελεί αποσπασμένο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν, συνίσταται στη δημιουργία του διαδρόμου Ζανγκεζούρ, που θα ενώνει τις δύο αυτές χώρες, στα σύνορα ακριβώς Ιράν και Αρμενίας. Αλήθεια τι έχει να πει επ’ αυτού ο νυν γενικός γραμματέας του ΟΗΕ και πρώην σοσιαλιστής πρωθυπουργός της Πορτογαλίας, Αντόνιο Γκουτιέρες; Το ιερατείο των Βρυξελών, ο πολιτισμένος κόσμος; Ουδέν δυστυχώς!
Για λόγους που ήδη αναφέραμε! Ίσως η Γαλλία ήταν η μόνη που άρχισε να επιδεικνύει μια κάπως διαφορετική συμπεριφορά απέναντι στους Αρμένιους. Οι συνεχιζόμενες προσπάθειες της γειτονικής μας χώρας, λοιπόν, συνεχίζονται ακάθεκτες ως περιφερειακής δύναμης.
Ας το έχουν υπ’ όψιν τους οι δικοί μας πολιτικοί εν όψει της προσεχούς συνάντησης κορυφής στην Αθήνα πια και όχι στη Θεσσαλονίκη. «Οι Τούρκοι συνέχισαν την προηγούμενη πολιτική τους. Δεν θα σταματήσουν να διαπράττουν μαζικές και πιο απαίσιες σφαγές, που ακόμα και ο Ταμερλάνος δεν θα τολμούσε να κάνει», έλεγε πριν έναν αιώνα ο Ρώσος ποιητής Βαλέρι Μπριούσοφ. Ποιος θυμάται κι’ αυτόν άραγε σήμερα;