Η δεύτερη θητεία της παρούσας κυβέρνησης μάλλον δεν άρχισε με τους καλύτερους οιωνούς. Ήδη από τις πρώτες εβδομάδες έκαναν την εμφάνισή τους πολλαπλές και ήσσονος σημασίας, εκ πρώτης όψεως, δυσλειτουργίες στο ανανεωμένο κυβερνητικό σχήμα της Ν.Δ. που ακολούθησε την διαδικασία της περίφημης εναλλαγής των ρόλων (το γνωστό ‘rotation’ της αγγλικής γλώσσας) με σκοπό την απόκτηση πολυποίκιλης και διευρυμένης πείρας από τα στελέχη της. Όμως, κάποιες δηλώσεις του ίδιου του πρωθυπουργού προκάλεσαν σφοδρή αναταραχή στο πολιτικό σκηνικό. Ο λόγος για πιθανές υποχωρήσεις στα εθνικά θέματα, με αντικειμενικό στόχο την εξομάλυνση των σχέσεών μας με την γειτονική χώρα και την λείανση κάποιων οξύαιχμων ζητημάτων της εξωτερικής πολιτικής. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την αιτία που οδήγησε τον έμπειρο πολιτικό μας σε αυτή τη δήλωση που τόσο ξάφνιασε καλοκαιριάτικα. Επ’ αυτού γράφτηκαν πολλά και είναι σίγουρο πως θα διαβάσουμε και θα ακούσουμε ακόμα περισσότερα μελλοντικά. Πολλοί μίλησαν για κάποιας μορφής εθνική μειοδοσία, πριν καλά-καλά αρχίσουν οι δύσκολες διαπραγματεύσεις οι οποίες αποσκοπούν σε μόνιμη ησυχία στην περιοχή μας, άλλοι για διπλωματική επιπολαιότητα και ήττα, αλλά, όπως είναι ευνόητο, ασφαλές συμπέρασμα είναι αδύνατον να εξαγάγουμε, επί του παρόντος τουλάχιστον, και ειδικά για ένα θέμα που αφορά την εθνική ακεραιότητα της χώρας.
Κεντρικό σημείο αυτών των συζητήσεων, ο επελαύνων αναθεωρητισμός της Τουρκίας, ο οποίος τις τελευταίες δεκαετίες εστιάζεται σε μεγάλο βαθμό στις σχέσεις με τη χώρα μας, κάτι το οποίο ασφαλώς γνωρίζουν καλά οι Έλληνες πολιτικοί. Ήδη η χώρα μετράει και έχει γραμμένο στο παρελθόν της την συμφωνία των Πρεσπών, μια απαράδεκτη διπλωματική ήττα για την οποία οι Έλληνες πολίτες δεν ερωτήθηκαν και τα απώτερα αποτελέσματα της οποίας ακόμα δεν αντικρίσαμε.
Εδώ όμως, και αναφέρομαι στον εξ ανατολών γείτονα, κάποιες παράμετροι είναι τελείως διαφορετικές και πιο σοβαρές. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα που θυμάμαι από την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974 και εντεύθεν, όσες συζητήσεις έγιναν ή προσπάθησαν διάφοροι ξένοι δάκτυλοι να επιβάλλουν να διεξαχθούν, δεν έφεραν απτά αποτελέσματα.
Εδώ που φτάσαμε τώρα, οποιαδήποτε συμφωνία με την Τουρκία οφείλει να έχει την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διακομματική συναίνεση και να έρθει στο φως πριν υπογραφεί οτιδήποτε. Ειδάλλως, είναι βέβαιο ότι εκτός από την απειλή της εθνικής μας ακεραιότητας, θα ακολουθήσουν και πολλά άλλα! Και εξηγούμαι ευθύς αμέσως! Είναι βέβαιο ότι μεγάλο μέρος της σημερινής κυβερνητικής παράταξης δεν θα μείνει αμέτοχο σ’ αυτά τα σενάρια, ήδη ψιθυρίζεται διαχωρισμός των θέσεων πολλών εκπροσώπων του Κοινοβουλίου από την ακραία γωνιά της, πιθανή διάσπασή της και πολλά άλλα που έρχονται και φεύγουν. Πάντως δεν είναι τυχαίο ότι στην γωνιά εκείνη του πολιτικού φάσματος στην οποία αναφερόμαστε, ήδη έκαναν την εμφάνισή τους τρία μικρά συντηρητικά κόμματα τα οποία συγκεντρώνουν το καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό του 15% του εκλογικού σώματος.
Την ίδια στιγμή το κυβερνών κόμμα για να διατηρήσει τη δύναμή του δείχνει τάσεις επέκτασής του σε χώρους που παραδοσιακά ανήκαν στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο μάλιστα έχει αλώσει σε σημαντικό βαθμό με τις τόσες προσχωρήσεις και υπουργοποιήσεις που παρατηρούμε παλιότερων στελεχών του.
Μήπως λοιπόν όλες ετούτες οι πολιτικές μετακινήσεις εντάσσονται σε μελλοντικές αναταραχές απότοκες κάποιων διαπραγματεύσεων και συμφωνιών οι οποίες θα έχουν την σφραγίδα ξένων κύκλων και όχι τη δική μας; Μήπως η κυβερνητική παράταξη ατενίζεται τον κίνδυνο διάσπασής της από μια συμφωνία στην οποία θα υποχρεωθεί να υπογράψει όπως έκαναν κάποιοι άλλοι στην περίπτωση των Πρεσπών;
Γιατί και εν προκειμένω έχουν γραφτεί πολλά και έχουν ειπωθεί τελευταία ακόμα περισσότερα και δημόσια! Κι’ όπως η συμφωνία εκείνη των Πρεσπών έστειλε στην ιστορία κάποιους πολιτικούς σχηματισμούς, με τον ίδιο τρόπο και η όποια πιθανή με την Τουρκία ενέχει τον κίνδυνο σοβαρών πολιτικών εξελίξεων για την παρούσα κυβερνητική παράταξη!
Αναμφίβολα, μεταξύ των δύο χωρών συζητήσεις οφείλουν να γίνονται. Όμως, δεν έχουμε ακούσει από τα επίσημα χείλη με ποιους όρους, και αν θα έρθει για δημοψήφισμα ότι ήθελε συμφωνηθεί. Όπως επίσης δεν έχουμε ακούσει όλα αυτά τα χρόνια στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας είμαστε μέλος, είτε από ελληνικά χείλη είτε από ευρωπαϊκά, απλά και καθαρά θέματα στα οποία θα έπρεπε να είχαμε επενδύσει.
Την πλήρη, δηλαδή, και άμεση αποχώρηση όλων των τουρκικών στρατευμάτων από την Κυπριακή μεγαλόνησο, την οποία ευτυχώς μας υπενθύμισε ο αμερικανός γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ πρόσφατα, την άρση της απειλής πολέμου σε πιθανή επέκταση των έξι μιλίων (casus belli), και τόσα άλλα δεινά που υπέστη ο ελληνισμός και οφείλουμε να έχουμε μπροστά σε κάθε συζήτηση, και αφορούν την γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου, κάποιες διοικητικές λεπτομέρειες της Συνθήκης της Λωζάνης για την Ίμβρο και την Τένεδο, τα γεγονότα και τις ζημιές των ομογενών μας στην Κωνσταντινουπόλη το 1955, και τόσα άλλα!
Δεν ακούσαμε όλα αυτά τα χρόνια λοιπόν τίποτα για όλα αυτά, πριν από κάθε υψηλή συνάντηση! Ακούμε κατά κόρον καθημερινά και ειδικά από γνωστό καθημερινό τηλεοπτικό κανάλι πανελλήνιας εμβέλειας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, και λεπτομέρειες της τουρκικής πολιτικής ωσάν να είναι το μοναδικό πρόβλημα που υφίσταται μεταξύ των δύο χωρών.
Πάντως κάτι εξυφαίνεται στα παρασκήνια για το οποίο δεν γνωρίζουμε και σίγουρα είναι νωρίς για την όποια εξαγωγή συμπερασμάτων. Όχι όμως και για υποθέσεις ή για διατύπωση των απόψεών μας!