Είναι ορισμένες αυτονόητες αλήθειες.

Μια απ’ αυτές είναι ότι σε στιγμές κρίσης «τα πολλά λόγια είναι φτώχεια».

Απαιτείται άμεση δράση και φυσικά ενεργοποίηση και της πείρας και της λογικής ικανότητας που διαθέτεις.

Αλοίμονο αν αυτήν την ώρα στήνεις αυτί εδώ και κει και προσπαθείς να αποσαφηνίσεις μηνύματα, να χαράξεις προοπτική και άλλα «ηχηρά παρόμοια».

Φυσικά το ίδιο συμβαίνει και με τα πολιτικά κόμματα και τους  ηγέτες.

«Όταν ακουστεί αόρατος θίασος να περνά, σαν έτοιμοι από καιρό, σα θαρραλέοι πρέπει να αποχαιρετούν την Αλεξάνδρεια που χάνουν» (1)

Αυτό πράττουν οι γενναίοι.

Αναλαμβάνουν τις ευθύνες και παραμερίζουν.

Διευκολύνουν την πορεία μπροστά και φυσικά σώζουν το κύρος και την αξιοπρέπειά τους.

Κρίνονται γενναίοι ιδιαίτερα, όταν, ενώ δεν έχουν όλη την ευθύνη, τολμούν να αναλάβουν και τις ευθύνες των άλλων.

Προσωπικά πιστεύω ότι οι αντιπαραθέσεις, ο διάλογος και οι συγκρούσεις βοηθούν την κοινωνία να προχωρήσει.

Χωρίς συγκρούσεις τα πράγματα βαλτώνουν.

Τα πολιτικά κόμματα λειτουργούν ανοικτά στην κοινωνία.

Μέσα στο φως.

Η συνωμοσιολογία, τα εύκολα επίθετα και ιδιαίτερα η λάσπη χρεώνουν εκείνους που τα χρησιμοποιούν.

Τα ζωντανά πολιτικά κόμματα δημιουργούν προϋποθέσεις συνέχειας και αναγεννιούνται.

Διαφορετικά συρρικνώνονται και εξαφανίζονται.

Στείροι κομματικοί μηχανισμοί που δεν παράγουν πολιτική, αλλά παράγοντες δεν έχουν λόγο ύπαρξης στη σημερινή ανοικτή κοινωνία.

Παράγεται άραγε πολιτική στα πλαίσια των οργανωμένων κομμάτων ή απλώς διαμορφώνονται συσχετισμοί και προσωπικές ομάδες αλληλοστήριξης;

Αν συμβαίνει το δεύτερο η μόνη δυνατή λύση είναι ο απεγκλωβισμός και η σαφής και υπεύθυνη αναφορά στην κοινωνία.

Είναι η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί μια νέα πορεία.

Στην ιστορία έχουμε πολλά παραδείγματα κομμάτων που έκαναν χαρακίρι.

Καμία κοινωνία δε λειτούργησε έτσι. Απλώς έθεσε στο περιθώριο εκείνους που επεδίωξαν να την ακυρώσουν.

(1)

Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον

Κ.Π. Καβάφη

Σάν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεί

Αόρατος θίασος νά περνᾶ

Μέ μουσικές ἐξαίσιες, μέ φωνές –

Τήν τύχη σου πού ἐνδίδει πιά, τά ἔργα σου

Πού ἀπέτυχαν, τά σχέδια τῆς ζωῆς σου

Πού βγῆκαν ὅλα πλάνες, μή ἀνωφέλετα θρηνήσεις.

Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,

Αποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού φεύγει.

Προ πάντων νά μή γελασθεῖς, μήν πεῖς πως ἦταν

Ένα ὄνειρο, πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου∙

Μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μήν καταδεχθεῖς.

Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,

Σάν που ταιριάζει σε πού ἀξιώθηκες μιά τέτοια πόλι,

Πλησίασε σταθερά πρός τό παράθυρο,

Κι ἄκουσε μέ συγκίνησιν, ἀλλ’ ὄχι

Με τῶν δειλῶν τά παρακάλια και παράπονα,

Ως τελευταία ἀπόλαυσι τούς ἤχους,

Τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου,

Κι ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού χάνεις.

 

* Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος