Ο Στέφος, γέρος κοτσανάτος, με γυαλιστερή φαλάκρα (ούτε μια τρίχα δεν έχει στο κεφάλι του, όμως έχει φρύδια πυκνότατα, καθώς και γένια που τα ξυρίζει συχνά), μετά από το πασχαλινό τραπέζι στο σπίτι της κόρης του, ενώ οι άλλοι στην τραπεζαρία έψαλλαν το Χριστός Ανέστη, αυτός έπιασε συζήτηση στο σαλόνι με τον εγγονό του τον Στράτο, πανέξυπνο διαβολάκι, μαθητή της πέμπτης δημοτικού, που όλη μέρα, αντί για βιβλία, έχει στα χέρια του και παίζει με ένα τάμπλετ και ένα κινητό – όχι από τα φτηνά- κινητό iPhone, από τα ακριβότερα.

Ο παππούς για όλα αυτά κατηγορεί τους γονείς του Στράτου (και ιδίως την κόρη του), που, επειδή τον βλέπουν πανέξυπνο, του κάνουν όλα τα χατίρια, του αγοράζουν σχεδόν ό,τι τους ζητήσει.

Ο Στράτος, διαβολάκος, επηρεασμένος από τα greeklish, ρώτησε τον παππού του.

– Παππού, τι την θέλουμε την ορθογραφία στην γλώσσα μας; Γιατί δεν γράφουμε με ένα ι, ένα ε, ένα ο, χωρίς διπλά σύμφωνα… Τι τα θέλουμε τα ωμέγα, τα έψιλον γιώτα, τα διπλά λ…

– Μην την κατηγορείς και τόσο την ορθογραφία. Δεν είναι εντελώς άχρηστη.

-Εγώ δεν βλέπω καμιά χρησιμότητα.

Ο παππούς φορούσε ιατρική μάσκα (κορονοϊός!), που φούσκωνε και ξεφούσκωνε κάθε φορά που έπαιρνε αναπνοή για να μιλήσει. Ο εγγονός δεν φορούσε.

– Για να δούμε. Αν γράψουμε, με το λατινικό αλφάβητο – όπως εσύ συνηθίζεις μερικές φορές – την λέξη kalo, μεμονωμένη, μπορείς να καταλάβεις τι θέλω να πω;

– Ναι, καλό ή… καλώ, το ρήμα.

– Για κλίνε το ρήμα, δεύτερο πρόσωπο, kalis.

– Αυτό βέβαια μπορεί να σημαίνει καλής ή πάλι το ρήμα: καλείς.

-Και το τρίτο πρόσωπο, kali;

-Μπορεί να σημαίνει: καλή, καλοί, καλεί…

– Και αν ανεβάσουμε τον τόνο, μπορεί να σημαίνει και «κάλοι», που βγαίνουν στα πόδια μας, όταν μας σφίγγουν τα παπούτσια. Βλέπεις λοιπόν; Κάτι «καλό» προσφέρει η ορθογραφία, με την οποία γράφομε σήμερα την γλώσσα μας. Εξάλλου η ορθογραφία αποτελεί μιαν ανάμνηση της δοξασμένης ιστορίας της γλώσσας μας ανά τους αιώνες. Και του έθνους μας γενικώς.

– Αυτό, η αμφιβολία για το νόημα, συμβαίνει όταν λέει ή γράφει κανείς λέξεις μοναχές. Μέσα στον λόγο όμως το νόημα φαίνεται…

– Έχεις δίκιο. Όχι όμως πάντοτε. Διότι μπορεί να γίνουν και παρανοήσεις. Τέλος πάντων. Στην γλώσσα μας, σχετικώς τελευταία, έχουν γίνει σημαντικές απλοποιήσεις. Καταργήσαμε τα πνεύματα και τα πολλά είδη τόνου και εφαρμόσαμε το μονοτονικό σύστημα.

Καταργήσαμε τις ιδιαίτερες ορθογραφικώς καταλήξεις της υποτακτικής στο ρήμα. Καταργήσαμε την λεγόμενη χρονική αύξηση: ορίζω, όρισα, ορισμένος, όλα με όμικρον στην αρχή τους. Γράφομε πάντα με όμικρον τις καταλήξεις των παραθετικών –ότερος  -ότατος: νεότερος, νεότατος, καθώς και την παραγωγική κατάληξη –οσύνη: καλοσύνη, ιεροσύνη… και άλλα πολλά.

Με τις τέτοιες συνετές απλοποιήσεις  η γλώσσα μας έγινε σχετικά απλή στο γράψιμο, χωρίς να αλλάξει η βασική γραπτή της μορφή. Και έχει την δυνατότητα να αποδίδει με σαφήνεια περίπλοκα και λεπτά νοήματα, με την βοήθεια και του πλουσιότατου λεξιλογίου της,  αφού ακόμη και οι ξένοι δανείζονται λέξεις από εμάς για να εκφράσουν νοήματα στα οποία η δική τους γλώσσα δεν τους βοηθάει. Έγινε μια γλώσσα που η ορθογραφία της στο γράψιμό σε εξυπηρετεί. Δεν σε παιδεύει.

Όμως τον Στράτο δεν τον έπειθε ο παππούς. Και η συζήτηση τελείωσε με την συμφωνία ο εγγονός να συμβουλεύεται τον παππού σε θέματα φιλολογικά, ενώ ο παππούς θα συμβουλεύεται τον εγγονό σε θέματα ηλεκτρονικά: αποστολή μηνυμάτων, πληρωμή λογαριασμών κτλ. (Ο παππούς δεν τα καταφέρνει σ’ αυτά).