Η όποια συζήτηση, όποιου θέματος, είναι καταδικασμένη εάν οι διαλεγόμενοι δεν συμφωνούν στην έννοια των λέξεων.
Αν διαφωνούμε στο τι εννοούμε με τις λέξεις δημοκρατία, σοσιαλισμός, αριστερά κ.ά., καλύτερα να περιγράφουμε την πραγματικότητα, όπως τη βλέπουμε και να μιλάμε θετικά για τους στόχους μας, χωρίς αξιωματική αναφορά στις λέξεις αυτές, και να αφήνουμε τους άλλους να μας κατατάσσουν στην πολιτική «κλίμακα» όπως νομίζουν.
Τι νόημα έχει άλλωστε ο αυτοπροσδιορισμός μας, όταν επιδιώκουμε να πείσουμε;
Με ταμπέλα χωρίς περιεχόμενο ποιος σε ακούει;
Φοβούμαι ότι η ασυνεννοησία στον πολιτικό διάλογο και ιδιαίτερα στον αριστερό χώρο, οφείλεται εκεί.
Η πλειοψηφία των αυτοπροσδιοριζόμενων ως αριστερών (πολλοί με ιδιοτέλεια), αλλά και γενικά των πολιτών, έχουν στο μυαλό ως αριστερά το ΚΚΕ και τις πάμπολλες κομμουνιστογενείς ομάδες και κόμματα.
Θες από το ΕΑΜ, θες από τις μετεμφυλιακές διώξεις, θες από τον αντιδικτατορικό αγώνα διαμορφώθηκε μια νοηματοδότηση ως αριστεράς, εκείνης που είχε «καθοδηγητή» το κομμουνιστικό κίνημα, είτε ως ΚΚΕ είτε και ως ομάδες από τις διασπάσεις του. (Από εκεί, κατά τη γνώμη μου, και το «ηθικό πλεονέκτημα», το οποίο όμως χάνει με την πάροδο του χρόνου το αυτονόητο και χρειάζεται αποδείξεις από όποιον το επικαλείται).
΄Ομως η κομμουνιστική εκδοχή της αριστεράς, κατά τη γνώμη μου πάντα, όπως την γνωρίσαμε(*) τον 20ό αιώνα (σταλινική και ανανεωτική-ευρωκομμουνιστική), ως αντίπαλου δέους του καπιταλιστικού συστήματος επροσμέτρησε το ζην από το ΄89!
Μαζί της απαξιώθηκε και το λενινιστικό κομματικό πρότυπο που, τυπικά και μόνο, εκφράζει σήμερα στη Βουλή ένα απομαζικοποιημένο πολιτικό κίνημα!
Μια Βουλή που δε βουλεύεται ελεύθερα, δε νομοθετεί αλλά υποτάσσεται στην εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία!
Μιλάμε για μια πλειοψηφία βουλευτών, προϊόν καλπονοθευτικών εκλογικών νόμων και κυρίως κατευθυνόμενης, διαπλεκόμενων συμφερόντων, μονόπλευρης πληροφόρησης και προπαγάνδας.
Ανάλογη απαξίωση γνωρίζουν και όλα τα αυτόνομα (αυτόνομα, όχι ΠΑΜΕ), κινήματα, συνδικαλιστικό, φοιτητικό, αυτοδιοικητικό, πολιτιστικό κλπ, μέσα από τα οποία πήγαζαν πάντα τα προοδευτικά ρεύματα σκέψης και δράσης.
Σημαίνει αυτό το τέλος της Ιστορίας και την οριστική επικράτηση της βαρβαρότητας, όπως και θεωρητικά ισχυρίζονται κάποιοι;
Δεν το συμμερίζομαι. Γι αυτό άλλωστε δεν παραιτούμαι από την κατάθεση της γνώμης μου, τόσο διαδικαστικά όσο και επί της ουσίας, στοχεύοντας στη συντήρηση της ελπίδας προσέγγισης μιας νέας ανατρεπτικής αλήθειας για τον παρόντα και όχι μέλλοντα χρόνο, κάτι που είναι αντικείμενο των θρησκειών, των δογμάτων και των… αιρέσεων.
Η επικράτηση σήμερα, στη Δύση αλλά και παγκόσμια, της συντήρησης και της δεξιάς «ιδεολογίας», αποτυπώνεται στην αντίληψη του «όλοι τα ίδια είναι» που οδηγεί στην αποχή από τα κοινά, τον ατομικισμό και στην ακροδεξιά.
Με την πλήρη επικράτηση των οικονομικών ελίτ, του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και του νεοφιλελευθερισμού, οδεύουμε στην καλύτερη περίπτωση σε ένα ελεγχόμενο διπολικό σύστημα αρχηγικών κομμάτων τεχνοκρατών κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς και στη χειρότερη σε σταθεροποίηση ως τρίτου ισχυρού πόλου, της ακροδεξιάς.
Οι μεγάλες κοινωνικές μάζες, στο ορατό μέλλον και μέχρι να υπάρξει νέα θεωρία και πειστική εναλλακτική στρατηγική, θα αρκούνται στο αίτημα της αναδιανομής του πλούτου, της ενίσχυσης του κράτους πρόνοιας και των περισσότερων κοινωνικών παροχών, της δικαιοσύνης, των δικαιωμάτων και της βελτίωση του μεριδίου της εργασίας στο συνολικά παραγόμενο πλούτο.
Αιτημάτων, που λογικά γίνεται κατανοητό ότι η ικανοποίησή τους ευνοείται από το πλήθος και την ενότητα απέναντι στα κέντρα αποφάσεων και σε ό,τι μας αφορά σε επίπεδο πρωτίστως των λαών της ΕΕ, ξεκινώντας από τους ομοιοπαθείς «τεμπέληδες» του Νότου.
Το μεγάλο δίλημμα σε αυτές τις συνθήκες των όποιων αριστερών (ατόμων, κομμάτων, συλλογικοτήτων) του σήμερα, νομίζω ότι είναι αν θα επιμείνουν στην προσπάθεια να πείσουν για την καταστροφή που μας οδηγεί ο νεοφιλελευθερισμός, χωρίς όμως ελκυστική εναλλακτική κυβερνησιμότητας για την εφαρμογή της ή αν θα επιλέξουν την άμεση στον παρόντα χρόνο χρησιμότητα, με την εξεύρεση συμβιβαστικών επιλογών ικανοποίησης των παραπάνω αιτημάτων της πλειοψηφίας των «από κάτω».
Καμία από τις δύο επιλογές, αλλά και όποια τρίτη με τα ίδια κίνητρα και στόχους, δεν πρέπει να διεκδικεί το μονοπώλιο της αριστερής όχθης του ποταμού της Ιστορίας.
Από αυτή την παραδοχή πιστεύω ότι πρέπει να ξεκινά όποια προσπάθεια συνεννόησης, συνένωσης δυνάμεων, δημιουργίας μετώπων κλπ. του χώρου από ΝΔ έως ΚΚΕ.
Και φυσικά να μην ξεχνάμε ότι η ανατρεπτική, συγκρουσιακή, ακτιβιστική αριστερά των αγώνων στο «δρόμο», στο πεδίο, με μακροπρόθεσμη προοπτική και ηρωική «αδιαφορία» για την υπεροπλία του «ταξικού» αντίπαλου, θα υπάρχει πάντα, όσο υπάρχει ανήσυχη και ασυμβίβαστη νεολαία.
Σε αυτήν οφείλουμε, ως δημοκράτες πρώτα και μετά ως αριστεροί, ό,τι και αν επιλέγουμε, να υπερασπιζόμαστε τα δικαίωματά της στη διαμαρτυρία, την κινητοποίηση και την ελευθερία έκφρασης, χωρίς κρατική ή άλλη βία, αυταρχικές απαγορεύσεις και εκδικητικές διώξεις.
* Ο Κώστας Κασαπάκης είναι Γεωπόνος
(*) Στην Ελλάδα η Σοσιαλδημοκρατία, το άλλο μεγάλο ευρωπαϊκό αριστερό ρεύμα, πρωτοεμφανίστηκε με το ΚΟΔΗΣΟ και αμέσως μετά καταγγέλθηκε ως συντήρηση από το ΠΑΣΟΚ