Ο εκδοτικός οίκος, ο συγγραφέας και, όταν πρόκειται για ξενόγλωσσο έργο, ο μεταφραστής αποτελούν αξιόπιστα κριτήρια για να επιλέξεις ένα βιβλίο. Κάποτε και οι κριτικές, παρόλο που σπανίζουν στη χώρα μας σήμερα ικανοί κριτικοί. Συχνά θεωρητικολογούν και η γλώσσα τους είναι ακατανόητη με όρους δύσκαμπτους, που συσκοτίζουν αντί να φωτίζουν τον αναγνώστη.
Το μυθιστόρημα «Εμμονή» από τον εκδοτικό οίκο ΠΟΛΙΣ σε μετάφραση της Κατερίνας Σχινά ευτύχησε, γιατί και ο εκδοτικός οίκος έχει αυστηρά κριτήρια και μας έχει χαρίσει πολύτιμα έργα και η Κατερίνα Σχινά έχει εμπειρία, γνωρίζει καλά τη γλώσσα μας και επιλέγει πάντα με αυστηρότητα τα έργα που μεταφράζει. Απόδειξη και το μυθιστόρημα αυτό, όπου χαιρόμαστε τον δροσερό της λόγο παρά τις πολυποίκιλες μεταφραστικές δυσκολίες.
Εμπλουτίζει άλλωστε τη νεοελληνική γλώσσα με πολλές νέες λέξεις από διάφορους επιστημονικούς κλάδους. Συγγραφέας είναι η Αντώνια Σούζαν Μπάιατ, Αγγλίδα, που σπούδασε φιλολογία και δίδαξε σε έγκριτα Πανεπιστήμια. Έχει τιμηθεί με αρκετά βραβεία και το συγκεκριμένο έργο κέρδισε το 1990 το βραβείο Booker.
Εμμονή βέβαια είναι η σταθερή προσκόλληση σε μια ιδέα, ένα σκοπό ή ένα πρόσωπο που εξιδανικεύουμε. Κάποτε φυσικά έχει τον χαρακτήρα ψυχοπαθολογικής εξάρτησης. Διακρίνει ιδιαίτερα πολλούς επιστήμονες που με πάθος αφοσιώνονται στο έργο τους, την έρευνά τους. Κάποτε δικαιώνονται κάποτε όχι. Έτσι όμως προχώρησε η επιστήμη σε πολλές κατακτήσεις.
Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα οργανώνεται σε δυο επίπεδα. Ένας μεταπτυχιακός, υποαπασχολούμενος ερευνητής, περίπου το 1950, που μελετά το έργο του ποιητή του 19ου αιώνα Ράντολφ Χένρι Ας, ο Ρόλαντ Μίτσελ, ανακαλύπτει τυχαία δυο άγνωστες επιστολές του ποιητή σε μια κυρία χωρίς όνομα. Εκπλήττεται και αρχίζει την έρευνά του. Συζεί συμβατικά και συντηρείται από τη Βαλ, μια συμφοιτήτριά του.
Απευθύνεται στη διευθύντρια του κέντρου γυναικείων σπουδών Μωντ Μπέιλι που γνωρίζει καλά το έργο και τη ζωή της Κρίσταμπελ Λαμότ, πιθανής παραλήπτριας των επιστολών. Εκείνη δέχεται να συνεργαστούν και να αναζητήσουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τη σχέση των δυο ποιητών του 19ου αιώνα. Έτσι προχωρεί η αναζήτηση που με υψηλή τέχνη μας χαρίζει απολαυστικές σελίδες.
Η σχέση των δύο ποιητών σιγά σιγά αποκαλύπτεται, αλλά παράλληλα προοικονομείται και ο έρωτας των δυο ερευνητών, που στις τελευταίες σελίδες ολοκληρώνεται. Ενσωματώνονται με δημιουργικό τρόπο ποιήματα, επιστολές και ημερολόγια χωρίς να χάνεται το νήμα της αφήγησης, καθώς περνάμε από τον 19ο στον 20ο αιώνα.
Η πλοκή προχωρεί με την τεχνική της αστυνομικής λογοτεχνίας. Η συγγραφέας στον πρόλογο αναφέρεται στον Ουμπέρτο Εκο και του αποδίδει τα εύσημα. Όμως το «Όνομα του ρόδου» και η «Εμμονή» είναι διαφορετικά και στο μύθο τους και στη λογοτεχνική αξία. Συχνά οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας αποτυγχάνουν ως δημιουργοί. Η συγγραφέας μας αποδεικνύει το αντίθετο. Διαβάζοντας τις επιστολές, τον δισταγμό, την ευγένεια και τη λεπτότητα της γραφής με τις αμοιβαίες αποσιωπήσεις, ζωντανεύουν τα πρόσωπα και η τραγικότητα της ζωής τους. Με την ίδια κομψότητα οικοδομείται η σχέση των δυο ερευνητών.
Όταν ο Ρόλαντ φιλοξενείται στο σπίτι της Μωντ και μπαίνει στο μπάνιο έμμεσα διαχέεται ένας ερωτισμός, αλλά και η Μωντ μετά θα θυμηθεί τον Φρόιντ και την άποψή του ότι η επιθυμία βρίσκεται στην άλλη πλευρά της απώθησης. Υπέροχο είναι το παραμύθι του ράφτη, το ποίημα Μελουζίνα, οι μυθολογικές αναφορές, αλλά και οι φυσιοδιφικές αναζητήσεις του Ας την εποχή του Δαρβίνου.
Στο μυθιστόρημα τίθενται πολλά ερωτηματικά για το έργο των δημιουργών. Γιατί πρέπει να δημοσιεύονται καθαρά προσωπικά γραπτά τους και πόσο δικαιολογημένη είναι η συλλογή και η έκθεση αντικειμένων της καθημερινής ζωής τους; Η γελοιοποίηση ενός Αμερικανού συλλέκτη εμπλουτίζει την αφήγηση.
Θα μπορούσα να πω ότι η «Εμμονή» ανοίγει νέους ορίζοντες στη γραφή του μυθιστορήματος. Τα μυστικά της γραφής και η απόλαυση ενός έργου απαιτούν κάποτε υψηλό γούστο και μια σχετική ενημέρωση του αναγνώστη. Προσωπικά χάρηκα ιδιαίτερα τη δεύτερη ανάγνωση και λυπούμαι, γιατί αδυνατώ να σας μεταφέρω τις ομορφιές που μου χάρισε. Άλλωστε το έργο κυκλοφορεί και καθένας μπορεί να το απολαύσει. Είμαι βέβαιος ότι δεν θα τον απογοητεύσει.
*Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος