Χάρηκα που ο δήμαρχος Ηρακλείου Αλέξης Καλοκαιρινός στο χαιρετισμό του –σε πρόσφατη εκδήλωση που έγινε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου– είπε: «Με αφορμή τη μεγαλύτερη συζήτηση που γίνεται για το Τοπικό Πολεοδομικό Σχέδιο του Δήμου Ηρακλείου, άνοιξα εκ νέου μια συζήτηση που αφορά στη σκέψη για την απόκτηση ενός μουσείου, το μέγεθος του οποίου θα είναι αντίστοιχο της σημασίας του.
Όπως είναι ένα από τα πέντε σημαντικότερα μουσεία στον κόσμο, πρέπει να έχει το ανάλογο μέγεθος και τις ανάλογες υποδομές. Είναι μια συζήτηση που χρειάζεται βεβαίως να ωριμάσει, θέλει το χρόνο της αλλά θέλει και μια πεποίθηση. Αν βρούμε μια κοινή πεποίθηση μπορούμε να βαδίσουμε προς μια κοινή κατεύθυνση».
Για το θέμα αυτό έχω αναφερθεί σε άρθρα μου στην εφημερίδα «Πατρίς». Το πρώτο από αυτά δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 2.2.2001 με τίτλο: «Πολιτιστικό Κέντρο και νέο Αρχαιολογικό Μουσείο: δύο μεγάλα έργα που δικαιούται και πρέπει να απαιτήσει το Ηράκλειο».
Μετά, «πολλών βασάνων και κόπων» και περιπετειών, το Ηράκλειο απέκτησε το Πολιτιστικό του Κέντρο, χωρίς, όμως, να ενταχθεί στα ανάλογα Κέντρα στα οποία υπάρχει γενναία επιχορήγηση από το Κρατικό Προϋπολογισμό όπως συμβαίνει με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Ελπίζω η σχετική προσπάθεια του Δήμου για τη ένταξη του στις επιχορηγήσεις αυτές να καρποφορήσει.
Παραθέτω τα όσα αναφέρονταν για το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου στο άρθρο της 2.2.2001: «Εκτός, όμως, από το Πολιτιστικό Κέντρο υπάρχει και το θέμα του Αρχαιολογικού Μουσείου. Το σημερινό Μουσείο, πρωτοποριακό όταν κατασκευάστηκε, και υπό τη διεύθυνση διαπρεπών αρχαιολόγων που αφιέρωσαν μια ολόκληρη ζωή σ’ αυτό έχει προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στον Τόπο για πάνω από μισό αιώνα.
Τα μοναδικά στο κόσμο εκθέματά του, μαζί με την Κνωσό και τη Φαιστό, αποτελούν κυριολεκτικά μαγνήτες για τους τουρίστες οι οποίοι κατά εκατοντάδες χιλιάδες το επισκέπτονται κάθε χρόνο (και είναι γνωστό ότι το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου είναι ένα από τα πρώτα σε εισπράξεις από τα εισιτήρια εισόδου).
Από τότε, όμως, που κατασκευάστηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί πολύ μεγάλες πρόοδοι στην αρχιτεκτονική των μουσείων και στον τρόπο με τον οποίο εκτίθενται σ’ αυτά οι αρχαιότητες. Επιπλέον έχει πολλαπλασιαστεί ο αριθμός των επισκεπτών του.
Οι πρόοδοι αυτοί, σε συνδυασμό με τον πολύ μεγάλο αριθμό αρχαιοτήτων που, λόγω έλλειψης χώρου, δεν εκτίθενται καθώς και την ανάγκη μιας περισσότερο άνετης εξυπηρέτησης των χιλιάδων καθημερινών επισκεπτών, ιδιαίτερα στη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, επιβάλουν την κατασκευή ενός νέου σύγχρονου Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, πολύ μεγαλύτερου από το σημερινό, με αίθουσες προβολών, αίθουσες διαλέξεων, αναψυκτήρια, χώρους πάρκινγκ κλπ. Ενός, δηλαδή, Μουσείου εφάμιλλου των σύγχρονων ευρωπαϊκών.
Η ανάγκη κατασκευής ενός νέου Αρχαιολογικού Μουσείου είχε γίνει αισθητή ήδη από το 1985 και στην προεκλογική περίοδο του έτους εκείνου η τότε Υπουργός Πολιτισμού (η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη) είχε δηλώσει στο Ηράκλειο ότι θα κατασκευαζόταν το Μουσείο αυτό.
Έχουν ήδη περάσει 15 χρόνια από τότε και το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου όχι μόνο παρέμεινε μια απλή προεκλογική υπόσχεση, αλλά δεν συζητιέται καν.
Την ανεκπλήρωτη υπόσχεση για την κατασκευή ενός νέου Αρχαιολογικού Μουσείου έχουν υποκαταστήσει σχέδια για επέκταση του σημερινού Μουσείου. Και αν ακόμα η επέκταση αυτή επαρκέσει για να εκτεθούν όλες οι αρχαιότητες που υπάρχουν (πράγμα πολύ αμφίβολο), και πάλι το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, τόσο με την επέκταση αυτή όσο και με τις όποιες βελτιώσεις έχουν γίνει σ’ αυτό μέχρι σήμερα η θα γίνουν στο μέλλον, δεν θα είναι το σύγχρονο Μουσείο που έχει ανάγκη η πόλη (και η χώρα) για να εκτεθούν κατά σύγχρονο και ελκυστικό τρόπο τα πολύτιμα εκθέματά και αποκτήματά του και για να επιτελέσει τις νέες λειτουργίες που αναλαμβάνουν τα σύγχρονα μουσεία».
Δυστυχώς, καμιά Δημοτική Αρχή, πριν από το 2002 και μετά από αυτό, μέχρι την εκλογή της νέας πέρυσι, δεν διεκδίκησε τη κατασκευή του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου.
Σε ορισμένα από τα άρθρα μου στην εφημερία «ΠΑΤΡΙΣ» μετά το 2002 αναφερόμουνα στη ανάγκη κατασκευής του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου. Η τελευταία αναφορά μου σ’ αυτό έγινε σε ένα άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 5.10.23 με τίτλο «Δεκαέξι προτάσεις για τη νέα Δημοτική Αρχή».
Μια από αυτές ήταν η ακόλουθη: «Διεκδίκηση τμήματος της έκτασης του αεροδρομίου και ανέγερση σ’ αυτήν ενός νέου σύγχρονου Αρχαιολογικού Μουσείου. Σε 4 χρόνια θα εκκενωθεί ο χώρος του αεροδρομίου. Πριν πουληθεί και αυτός ο χώρος Ο Δήμος Ηρακλείου να απαιτήσει την ανέγερση ενός νέου σύγχρονου Αρχαιολογικού Μουσείου στο χώρο του αεροδρομίου» Θα ήταν καλό να το πράξει η νέα Δημοτική Αρχή σε συνεργασία με την Περιφέρεια».
Η νέα Δημοτική Αρχή διεκδικεί, και ορθά, ένα σημαντικό τμήμα της έκτασης του αεροδρομίου Ηρακλείου όταν αυτό εκκενωθεί. Θα ήταν καλό αυτή τη διεκδίκηση να συνοδεύεται με τη απαίτηση στη έκταση που θα της παραχωρηθεί να κατασκευασθεί το νέο σύγχρονο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.
Για το σκοπό πρέπει να υπάρξουν ομόφωνες αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου και να διαβιβαστούν στα αρμόδια Υπουργεία. Δεν αρκεί, όμως, αυτή η απόφαση. Ταυτόχρονα ανάλογη ομόφωνη απόφαση πρέπει να ληφθεί και από την Περιφέρεια Κρήτης δεδομένης της σημασίας που έχει η κατασκευή του νέου Μουσείου όχι μόνο για τη Κρήτη και τη χώρα και τελικά για τον κόσμο ολόκληρο.
Παράλληλα με το Δήμο Ηρακλείου και την Περιφέρεια Κρήτης, την παραπάνω διεκδίκηση πρέπει να την υποστηρίζουν συνεχώς και όλοι οι επιστημονικοί φορείς του Ηρακλείου. Πολιτιστικοί σύλλογοι της πόλης θα πρέπει να τη στηρίξουν με τη συλλογή υπογραφών από τους δημότες Ηρακλείου και των άλλων Δήμων του Νομού Ηρακλείου.
Το ίδιο θα ήταν καλό να πράξουν οι Σύλλογοι Κρητών της Αττικής και άλλων Περιφερειών της χώρας καθώς αντίστοιχοι Σύλλογοι Κρητών σε κράτη όπου υπάρχουν και λειτουργούν. Με άλλα λόγοι απαιτείται μια πάνδημη υποστήριξη αυτής της διεκδίκησης.
Όλα τα παραπάνω πρέπει να γίνουν ΤΩΡΑ, πριν είναι αργά, δεδομένου ότι η Κυβέρνηση προτίθεται να ξεπουλήσει ολόκληρη την έκταση του αεροδρομίου σε ιδιώτες, όπως έκανε και για τη πρώην Αμερικανική βάση.
Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην: αντιπρόεδρος
της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ