Ο Κώστας Σημίτης είναι ο πρώτος που δοκίμασε τη συνταγή του υποτάσσω τα εθνικά συμφέροντα της χώρας μου στα εθνικά συμφέροντα των εταίρων (βαφτίζοντάς τα ευρωπαϊκό συμφέρον) με την ελπίδα πως όταν τελειώσει η καριέρα στην Ελλάδα θα του δοθεί κάποια υψηλή θέση στις Βρυξέλλες.

Το πρόβλημα, κατ’ αρχήν, είναι η λάθος επαγγελματική προσέγγιση.

Αν έχεις πουλήσει τον εαυτό σου ως ο «μάλιστα κύριε», ποιος θα σε πάρει για να πολεμήσεις για τις υποθέσεις του;

Δεύτερον, εάν αυτός που σε αντικαθιστά ως πρωθυπουργό έχει την ίδια τακτική με τη δική σου, τότε εξαφανίζεται, ο έτσι κι’ αλλιώς όχι και τόσο σημαντικός λόγος, να έχουμε έναν επιπλέον άνθρωπο να επηρεάζει του Έλληνες.

Έτσι την πάτησε μετά τις δεύτερες εκλογές που έκανε το 15 ο Τσίπρας, έτσι θα την πατήσει και ο Μητσοτάκης.

Όσο για τι άλλες επιτυχίες του Σημίτη, συνέχισε την εξάρτηση της Ελλάδα από δανεικά και επιδοτήσεις, καταστρέφοντας τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας.

Αντικατέστησε τον λαϊκισμό του Ανδρέα με τον «πεφωτισμένο» κρατισμό των «τεχνοκρατών», που παραμένει το ιδεώδες της πολιτικής μας τάξης.

Μετά από μια απλή και επιδερμική έρευνα το μισό του υπουργικό συμβούλιο βρέθηκε στα δικαστήρια και στις φυλακές για μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς.

Ποια είναι πολιτική παρακαταθήκη του Σημίτη; Ένας ακόμα αποτυχημένος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης, που ηγείτο κυβερνήσεων ιδιαίτερα διεφθαρμένων, ακόμα και για τα εξαιρετικώς τριτοκοσμικά δεδομένα της όλης περιόδου.

Η Ελλάδα συνέχισε την μεταπολιτευτική της πορεία ως μια ασήμαντη, παρακμάζουσα και ολοένα και πιο φτωχοποιημένη επαρχία των Βρυξελλών.