Η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις τρεις μεγαλύτερες παραγωγούς χώρες ελαιόλαδου στον κόσμο (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα), ενώ η Τυνησία πλησιάζει ακάθεκτη την τρίτη θέση.  Στον παρακάτω πίνακα βλέπουμε την τιμή και την ποσότητα κατά προσέγγιση του ελαιόλαδου από το έτος 2001 έως και το έτος 2016, με μέση τιμή 2,590625 € ανά λίτρο και μέση ποσότητα 325,5625 χιλ. τόνοι.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

* Η ποσότητα έχει στρογγυλοποιηθεί  για λόγους απλοποίησης  και αναφέρεται σε χιλιάδες τόνους και οι τιμές σε ευρώ.

Στο παρακάτω διάγραμμα βλέπουμε την πορεία της παραγωγής του ελαιόλαδου από το έτος 2001 έως και το έτος 2016. Σε αυτό παρατηρούμε τη μεγάλη μείωση της παραγωγής για το έτος 2013 με μόλις 135 χιλιάδες τόνους και τη μεγαλύτερη παραγωγή για το έτος 2004 με 435 χιλιάδες τόνους. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι σταδιακά μειώνεται η παραγωγή σε όλη τη χώρα κυρίως από το 2013 και μετά. Οι λόγοι μπορεί να είναι σταδιακή εγκατάλειψη των ελαιώνων, αλλαγή του περιβάλλοντος λάθος χειρισμοί του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης στο πρόγραμμα της δακοκτονίας ή κάποιος άλλος λόγος.

Βλέπουμε ξεκάθαρα πως υπάρχει μεγάλη αυξομείωση στην παραγωγή του αγαθού. Στην ουσία βέβαια η ποσότητα του προϊόντος μειώνεται, όπως έχουμε πει προηγουμένως, αυτό φαίνεται και στο παραπάνω διάγραμμα.

Τιμή ελαιόλαδου

Στο παρακάτω διάγραμμα βλέπουμε την πορεία της τιμής του ελαιόλαδου από το 2001 έως και το 2016. Το χαμηλότερο σημείο, όπως φαίνεται και στο διάγραμμα, είναι το έτος 2009 με τιμή ανά λίτρο 1,75 € και το υψηλότερο το έτος 2016 με 3,50 ευρώ ανα λίτρο. Οι τιμές αυτές αναφέρονται στον μέσο όρο της τιμής και όχι στην υψηλότερη τιμή του προϊόντος. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα, από το έτος 2010 και μετά, η τιμή του εν λόγω αγαθού  παρουσιάζει συνεχή άνοδο. Μόνο το 2015 παρουσιάζει μία μικρή πτώση, αλλά στην ουσία οι τιμές αυξάνονται. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν μόνο 2 μεγάλες “κοιλιές”, αυτές των ετών 2002-03 και άλλη μια το έτος 2009.

Αν υπολογίσουμε π.χ. τα έτη 2015-2016  τότε θα έχουμε (300-245/300)=0,183 ή 18,3%. Αυτό σημαίνει πως η ποσότητα του ελαιόλαδου μειώθηκε κατά 18,3 % ανάμεσα στα έτη 2015-2016, ενώ η τιμή αυξήθηκε (3,5-3/3)=0,167 ή 16,7%. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι ενώ η παραγωγή ανάμεσα στα έτη 2015 -2016 μειώθηκε περίπου 18,3 %, η τιμή  του αυξήθηκε μόνο κατά 16,7%.  Η διαφορά ανάμεσα στην τιμή και στην ποσότητα, οφείλεται κυρίως στην κακή οργάνωση όλου συνολικά του δικτύου (από την παραγωγή  έως και το ράφι της υπεραγοράς) του ελαιόλαδου. Δυστυχώς παραγωγαί γίγνονται.

Αυτό που θα μπορούσε να μειώσει την ψαλίδα της τιμής μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή και να προστατέψει το ελαιόλαδο από νοθείες είναι η εμφιάλωση του τελικού προϊόντος. Αν π.χ. στο ελαιόλαδο η εμφιάλωση ήταν 80%, αυτό σημαίνει ότι πχ το 2016 θα είχαμε 245χ80%= 196 χιλ. τόνους (το ελαιόλαδο έχει βάρος 0,915 — 0,918 ανά λίτρο) 196×0,916 = 179,536,000 εκατ. λίτρα , ελαιόλαδου να εξάγονται σε ολόκληρο τον πλανήτη, αυξάνοντας όχι μόνο την τιμή του ελαιόλαδου, αλλά και διασφαλίζοντας την ποιότητά του από τους καιροσκόπους που παραμονεύουν να αδράξουν την ευκαιρία και να επωφεληθούν. Αν τώρα υπολογίσουμε πχ 1,2 ευρώ ανά λίτρο επιπλέον της τιμής διάθεσης του προϊόντος από τους παραγωγούς στην αγορά (για εμφιαλωμένο πάντα), 196 χιλ.χ0,916χ 1,2=215,4432 εκατ. ευρώ επιπλέον στις τσέπες των παραγωγών όλης της Ελλάδος.

Το ποσό μπορεί να φαίνεται μικρό, δεν έχει, όμως, υπολογιστεί η πολλαπλασιαστική αξία του αγαθού συνολικά στην οικονομία (brand name, μεταφορά των προϊόντων, άτομα που χρειάζονται για συσκευασία, εξαγωγή, παραγωγή μπουκαλιών, κιβωτίων κ.ά.). Αν υπολογιστούν και αυτά, τότε η πραγματική αξία θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Για ποιο λόγο, όμως, όλα αυτά τα χρόνια δεν έγινε προσπάθεια ώστε οι παραγωγοί να απολαύσουν καλύτερες τιμές και οι καταναλωτές ασφαλέστερο και ποιοτικότερο προϊόν; Έχει σχέση με την άγνοια των παραγωγών; Ή μήπως συμφέροντα που τόσα χρόνια τους εκμεταλλεύονται; Ή μήπως ισχύουν και τα δύο; Το αποτέλεσμα, όμως, δείχνει ότι δυστυχώς κυρίως στην εμφιάλωση του ελαιόλαδου, τίποτα δεν έχει γίνει και ίσως να μην γίνει και ποτέ. Όλα εις βάρος των παραγωγών και των καταναλωτών. Αυτό που θα μείνει στο τέλος θα είναι περισκοπώ απότεροι κρατήσουσι.

 

* Ο Γεώργιος Ε. Καβρός είναι καθηγητής  στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Κρήτης,  Ηράκλειο Κρήτης