«Πρέπει να κάνω μια καινούργια αρχή. Πίσω στην αφετηρία. Πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να κάνω το δυσκολότερο πράγμα στον κόσμο (αυτό που απέφευγα από καιρό): να πάψω να ελπίζω». Jonathan Coe.
Όταν τα πράγματα μένουν πάρα πολύ καιρό στάσιμα, κι η απραξία τείνει να σε καταβροχθίσει, καθότι «αργία μήτηρ πάσης κακίας», αποφάσισες να πάρεις την κατάσταση στα χέρια σου και να δράσεις.
Επηρεασμένος μάλιστα απ’ τα γεγονότα των ημερών, και τη θαρραλέα στάση της καπετάνισσας, η οποία μετά από αποκλεισμό ημερών του πλεούμενού της γεμάτου με πρόσφυγες, αποφάσισε να ελλιμενιστεί, κι ας φυλακιζόταν και διωκόταν η ίδια, από ένα κράτος ανάλγητο, ξενοφοβικό και ανήθικο.
Παρακολουθώντας λοιπόν τα γεγονότα της στιγμής και ακολουθώντας το ένστικτο, αποφάσισες να φύγεις και να κάνεις το ταξίδι-όχι αναψυχής-μα εύρεσης εργασίας, σε άλλο τόπο. Και σα να μη το φανταζόσουν, ταξιδεύοντας απ’ το νότο προς το βορρά, απάντησες ανθρώπους φιλικούς, φιλόξενους, οι οποίοι δίχως να σου χαϊδέψουν τα αυτιά, σε αγκάλιασαν.
Τα πράγματα ήθελαν συνεχή πάλη, αγώνα, μα ποιος νικά δίχως να αγωνιστεί; σκεφτόσουν.
Αφήνοντας πίσω φρούδες ελπίδες, αποδιώχνοντας την αίσθηση ότι θα υπάρξουν θετικές και επιθυμητές εξελίξεις, έτσι απ’ τη μια μέρα στην άλλη, ξεκίνησες για το βορρά και βρήκες δουλειά. Αν το πει κανείς δουλειά, υπηρεσία στον συνάνθρωπο θα το ’λεγες. Φροντίδα ηλικιωμένων, ανήμπορων και ξεχασμένων, σ’ ένα οίκο, για τα προσχήματα «ευγηρίας».
Έτρεχες απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ για τις ανάγκες τους, για να τους κάνεις να αισθανθούν ξανά άνθρωποι. Κι αυτοί απόμαχοι της ζωής, σε αποζημίωναν από θύμησες παλιές των δικών τους αγώνων, τότε που ικανοί είχαν πάρει τη ζωή στα χέρια τους, και άλλοι κατάφεραν πολλά άλλοι λίγα, όμως προσπάθησαν, αφήνοντας τις ελπίδες για τους άλλους, αυτοί έδρασαν.
Γιατί οι πιθανότητες, έμαθες, χωρίς δράση, πάντα είναι εις βάρος μας στη ζωή.
Κι έτσι η ζωή απέκτησε ξανά νόημα, η δράση θα προκαλούσε τα γεγονότα, κι εσύ θα ήσουν ο αποδέκτης εμπειριών πολύτιμων και παρ’ ελπίδα ικανών να σε κάνουν να συνεχίσεις να ζεις.