«Παντέρμη Κρήτη» είχε τιτλοφορήσει ο Π. Πρεβελάκης το βιβλίο, στο οποίο καταπιάνεται με τη μεγάλη επανάσταση του 1866 στην Κρήτη, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τα συναισθήματά του για τα παθήματα του νησιού και τις θυσίες των κατοίκων του, μέχρι να πετύχουν την ποθητή απελευθέρωση και ένωση με τον κορμό της ελληνικής πατρίδας.

«Παντέρμο Ηράκλειο» τιτλοφορώ κι εγώ ετούτο το κείμενο, θέλοντας, επίσης, να εκφράσω τα συναισθήματά μου για όσα αντικρύζω στην πόλη όπου ζω, συναισθήματα θλίψης και αγανάκτησης, συνάμα όμως και αγάπης, για μια πόλη που σφύζει από ζωή κι όμως μοιάζει να έχει εγκαταλειφθεί και να μη μπορεί να βρει ένα βηματισμό που θα την οδηγήσει στην εικόνα μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής πόλης.

Τι είναι όμως μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη; Είναι η πόλη όπου οι πολίτες ζουν ευτυχισμένοι, γιατί έχουν λυθεί όλα τα προβλήματα που αφορούν τον κοινό τους βίο: άνετη κυκλοφορία, ασφάλεια, καθαριότητα, εύκολη πρόσβαση στις υπηρεσίες, πολιτιστικές δράσεις, ελεύθεροι χώροι, ταχεία εξυπηρέτηση των πολιτών κ.ά.

Ήδη στη χώρα μας υπάρχουν τέτοιες πόλεις, όπως π.χ. τα Τρίκαλα. Ισχύει αυτό για το Ηράκλειο; Η απάντηση είναι όχι, κυρίως στο θέμα της κυκλοφορίας, της ασφάλειας, της καθαριότητας και των ελεύθερων χώρων.

Προτού, όμως, περιγράψουμε την κατάσταση και για να μην είμαστε άδικοι, θα πρέπει να πούμε ότι στα τελευταία σαράντα χρόνια έχουν γίνει έργα που έχουν βελτιώσει την εικόνα της πόλης. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Η πόλη μας εξακολουθεί να ταλανίζεται από σημαντικά προβλήματα, τα οποία γίνονται ορατά δια γυμνού οφθαλμού.

Το Ηράκλειο είναι χωρισμένο σε δυο εμφανείς περιοχές:  το ιστορικό κέντρο και τις συνοικίες. Μπορούμε να πούμε ότι το κέντρο, ειδικά τα τελευταία χρόνια, αναπλάστηκε και η εικόνα του βελτιώθηκε σημαντικά, αν και πολλά μένουν να γίνουν ακόμη σε γειτονιές, όπως π.χ. αυτή της Αγίας Τριάδας. Αλλά και στο κέντρο το πρόβλημα της καθαριότητας και αυτό της κυκλοφορίας εξακολουθεί να υφίσταται.

Τα προβλήματα, ωστόσο, είναι τεράστια στις γειτονιές της πόλης, εκεί όπου κατοικεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της. Μια βόλτα είναι αρκετή, για να διαπιστώσει κανείς την ασχήμια και την αδιαφορία για τις γειτονιές αυτές.

Δρόμοι γεμάτοι με λακκούβες και επικίνδυνα «σαμαράκια», σκουπίδια πεταμένα εδώ κι εκεί, ξεχειλισμένους κάδους, βρόμικα πεζοδρόμια, αγριόχορτα δεξιά κι αριστερά των δρόμων και των πεζοδρομίων, αυτοκίνητα παρκαρισμένα στα πεζοδρόμια, φανάρια που δεν λειτουργούνε, πλήθος αδέσποτων ζώων που γίνονται θύματα των αυτοκινήτων και μένουν εκεί, στη μέση του δρόμου, τα πτώματά τους, χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί να τα μαζέψει, κ.ά.

Κι όλα αυτά σε μια πόλη με στενούς δρόμους, μια πόλη χωρίς ελεύθερους χώρους και χωρίς σχέδιο, γεγονός που κάνει τη ζωή ακόμη πιο δύσκολη.

Γιατί άραγε; «Τις πταίει;», για να θυμηθούμε και τον Χαρίλαο Τρικούπη. Γιατί η ιστορική πόλη του Χάνδακα, η πρωτεύουσα της Κρήτης από την Αραβοκρατία (9ος αιώνας) μέχρι και σήμερα, να μην μπορεί να γίνει μια πόλη άξια της φήμης και της ιστορίας της; Γιατί, αν διαβάσει κανείς π.χ. το βιβλίο του Τζουάνε Παπαδόπουλου «Τον καιρό της σχόλης», θα διαπιστώσει ότι ο Χάνδακας ήταν μια πόλη πλούσια κι ευτυχισμένη.

Όμως, εμείς σήμερα, αντί να προσπαθήσουμε να συμβάλουμε στην επίλυση των προβλημάτων, ώστε να ζούμε σε μια πόλη αντάξια της ιστορίας της, συσσωρεύουμε κι άλλα ή τα λύνουμε με ρυθμούς χελώνας. Φαίνεται ότι η Τουρκοκρατία και οι νοοτροπίες που δημιούργησε καλά κρατεί: όσοι κατοικούμε στο Ηράκλειο είμαστε συμβιβασμένοι με τη μιζέρια και την ασχήμια, μας αρκεί το έλαττον, ενώ πρέπει να επιζητούμε το μείζον.

Ο καθένας από εμάς ενδιαφέρεται για το ατομικό του καλό, το κοινό καλό δεν μας ενδιαφέρει, γι’  αυτό και δεν διαμαρτύρεται. Έχουμε βολευτεί στη μιζέρια και γι’  αυτό εύκολα πετάμε τα σκουπίδια μας έξω από τους κάδους, εύκολα παρκάρουμε όπου μας βολεύει, εύκολα ασχημίζουμε το περιβάλλον, όπως εύκολα χτίζαμε τα σπίτια μας όπου και όπως μπορούσαμε.

Αλλά, αν πολλές ευθύνες έχουμε εμείς οι πολίτες, που εξακολουθούμε να βρομίζουμε και να ασχημίζουμε την πόλη μας, πολύ μεγαλύτερες είναι οι ευθύνες που έχουν οι άνθρωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, αυτοί που εκ του νόμου και ως εκ της θέσεώς τους έχουν την υποχρέωση να υπηρετούν τους πολίτες που τους εξέλεξαν.

Η μεγαλούπολη που λέγεται Ηράκλειο αφέθηκε στο έλεος του Θεού, όταν αναπτυσσόταν κατά τη δεκαετία του εβδομήντα, και ουδείς φρόντισε για ένα σχέδιο που θα απέτρεπε την άναρχη δόμηση, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει αυτό το χάος που επικρατεί στις γειτονιές. Ποιος, αλήθεια, σεβάστηκε την πλούσια και μακραίωνη ιστορία της πόλης, ώστε να έχουμε σήμερα ένα Ηράκλειο αντάξιό της;

Παράδειγμα είναι τα τείχη της πόλης, το μεγαλύτερο οχυρωματικό έργο της Μεσογείου, που θα έπρεπε να έχει μια τύχη και μια απήχηση αντίστοιχη του μεγαλείου τους. Κι όμως εξακολουθούν να μην έχουν τύχει της αξιοποίησης που τους αρμόζει. Να μη θυμηθούμε και καταστροφές, όπως η κατεδάφιση του μικρού Κούλε ή του ναού του Σωτήρος στο Βαλιδέ Τζαμί (πλατεία Κορνάρου).

Δεν είναι σωστό ούτε δίκαιο να ισοπεδώνουμε τα πράγματα και να μην αναγνωρίζουμε όλα τα θετικά που έγιναν στο Ηράκλειο τα τελευταία σαράντα χρόνια, αποδίδοντας τα εύσημα στις εκάστοτε δημοτικές ηγεσίες. Αλλά, δυστυχώς, τις πιο πολλές φορές τα έργα που έκαναν δεν ήταν αρκετά, ώστε να βελτιώσουν σημαντικά την καθημερινότητα των Ηρακλειωτών.

Γιατί ο πολίτης θέλει να δει τη βελτίωση στην καθημερινή του ζωή:  στη μετακίνησή του, στην ασφάλειά του, στην καθαριότητα, στην πολιτιστική ζωή, στην εξυπηρέτησή του. Όλα αυτά, όμως, παρά τις βελτιώσεις, εξακολουθούν να είναι ζητούμενα. Το δείχνουν, εξάλλου, και τα προγράμματα των υποψηφίων δημάρχων, κάθε φορά που έχουμε δημοτικές εκλογές:  όλοι αυτά τα προβλήματα υπόσχονται να λύσουν.

Καθώς πλησιάζουμε, λοιπόν, και τώρα στις αυτοδιοικητικές εκλογές, οι νέοι δημοτικοί άρχοντες ας στρέψουν την προσοχή τους στη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, αποσκοπώντας στο να τους εξασφαλίσουν όχι απλώς το «ζην» αλλά το «ευ ζην». Το Ηράκλειο είναι πόλη μεγάλη, με πλούσιο παρελθόν και με ευοίωνο μέλλον. Πρέπει να φτάσει η ώρα που να μην το λέμε πια «παντέρμο» αλλά «ευτυχισμένο».