“Τα μεγάλα κακά δεν έρχονται απότομα, έρχονται σιγά σιγά” (λαϊκή σοφία).

Πολλοί λαοί, με ιστορία, έχουν εξαφανιστεί από το χάρτη. Εμείς οι Έλληνες με τα τόσα σφάλματα, από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι θαύμα ότι υπάρχουμε και συνεχίζουμε την ιστορική μας πορεία. Έχουμε εξάρσεις και κατορθώματα αλλά  και μικρότητες και ταπεινώσεις καταστροφών. Δύο επετείους μεγάλων στορφών και μεγάλου εθνικού πένθους έχει ο ελληνισμός. Την 13η Απριλίου 1204 που έπεσε η Κωνσταντινούπολη και υποδουλώθηκε η αυτοκρατορία στους Φράγκους σταυροφόρους και την 29η Μαΐου 1453 που έπεσε η Πόλη και καταλύθηκε η αυτοκρατορία από τους Τούρκους. Και οι δύο αλώσεις ήταν κοσμοϊστορικά γεγονότα, καθοριστικά, όχι μόνο για τον ελληνισμό αλλά και για τα Βαλκάνια, την Ευρώπη και τον κόσμο. Ο ελληνισμός με την τουρκική σκλαβιά των 400 χρόνων κινδύνεψε ν’ αφανιστεί.

Σώθηκε με την προσήλωσή του στην ελληνορθόδοξη παράδοση που του ‘δινε ψυχικές και σωματικές δυνάμεις. “Η ελληνορθόδοξη παράδοση, ορθόδοξη Εκκλησία, συντήρησε στους Έλληνες γλώσσα, πατρίδα, ένδοξο παρελθόν και ξαναχάρισε ακόμη την πολιτική ύπαρξη” έλεγε ο Καποδίστριας. Τα θεμέλια της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Ρωμανίας) ήταν η ελληνική γλώσσα, ο ελληνικός πολιτισμός και η Ορθοδοξία. Με ελληνικούς όρους διατυπώθηκαν τα δόγματα της Εκκλησίας.

Στην ελληνική γλώσσα γράφτηκαν τα ιερά της κείμενα. Ελληνική παιδεία είχαν οι πατέρες της Εκκλησίας. Όλοι οι λαοί της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: Ελληνες, Πόντιοι, Θράκες, Γαλάτες, Ίσαυροι, Κίλικες, Καππαδόκες, Σημίτες και Ινδοευρωπαίοι ζυμώθηκαν με τον ελληνισμό. Όλοι έγιναν συνειδητά Ρωμαίοι, ελληνορθόδοξοι πολίτες, με νέα εθνική συνείδηση και νέα πατρίδα τη Ρωμανία με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Αυτός είναι ο ιστορικός ελληνισμός με έπος τον Διγενή Ακρίτα, υπερασπιστή της Ρωμανίας.

Η υποδούλωση της αυτοκρατορίας στους Φράγκους σταυροφόρους το 1204, ο χωρισμός της σε φέουδα που δόθηκαν σε Φράγκους ηγεμόνες και ο Φράγκος βασιλιάς στην Κωνσταντινούπολη ήταν η αρχή του τέλους. Η Κωνσταντινούπολη ελευθερώθηκε αργότερα όπως και πολλά τμήματα της αυτοκρατορίας, όμως η δύναμη και η δόξα έσβησαν.

Το 1448 πέθανε ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η’ ο Παλαιολόγος, χωρίς απογόνους. Τον Μάριο του 1449 κλήθηκε ο αδελφός του Κωνσταντίνος στο θρόνο. Τον Φεβρουάριο του 1451 πέθανε ο σουλτάνος Μουράτ Β’ και τον διαδέχθηκε ο γιος του Μωάμεθ Β’ 21 ετών. Τι βρήκε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος 11ος ο Παλαιολόγος όταν ήλθε στην Κωνσταντινούπολη; Ελεύθερο το διαμέρισμα ήταν μόνο η Κωνσταντινούπολη, λίγα νησιά του Αιγαίου και η Πελοπόννησος που κυβερνούσαν οι δύο αδελφοί του, Θωμάς και Δημήτριος, αλλά σε διάσταση. Ο Δημήτριος μάλιστα είχε ζητήσει τη βοήθεια των Τούρκων. Οι κάτοικοι της Πόλης, σε μεγάλη διχόνοια λόγω του “εκκλησιαστικού” “Ενωτικοί – Ανθενωτικοί”. Η Πόλη κινδύνευε και οι κάτοικοι χωρισμένοι. Η Ενωση των Εκκλησιών ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών, είχε υπογραφεί στη Φερράρα της Φλωρεντίας το 1438-39.

Ο αυτοκράτορας την είχε υπογράφει περιμένοντας τη βοήθεια του Πάπα. Ο λαός ήταν εναντίον του. Όταν ήρθε ο Κωνσταντίνος να βασιλεύσει, απέφυγε να στεφθεί αυτοκράτορας στην Αγιά Σοφία, φοβούμενος μήπως κατηγορηθεί ότι ανήκει στη μια ή την άλλη παράταξη. Η εχθρότητα μεταξύ Ανατολής και Δύσης αρχίζει το 1054 που έγινε το Σχίσμα των Εκκλησιών. Αυξήθηκε επικίνδυνα μετά την άλωση των σταυροφόρων, το 1204 και την κατάλυση της αυτοκρατορίας. Αυτό δείχνουν και τα λόγια της αδελφής του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου που αναφώνησε: “Καλύτερα να καταστραφεί η αυτοκρατορία του αδελφού μου, παρά η καθαρότητα της ορθόδοξης πίστης μας”.

Ακόμα και ο μέγας Δούκας, ύπατος του κράτους, όπως μας πληροφορεί ο χρονογράφος Δούκας, έλεγε: “Προτιμώ να βλέπω τους Τούρκους να κυβερνούν παρά τους Λατίνους. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος δεν αντιμετώπισε μόνο τη διχόνοια αλλά και τη διαφθορά των πολιτών. Αυτή τη μεγάλη πηγή διεκτραγωδεί ο δάσκαλος του Μάρκου Ευγενικού, Ιωσήφ Βρυένιος. Το σπουδαιότερο όμως απ’ όλα ήταν η αδιαφορία για τα κοινά και η παντελής έλλειψη αγάπης για την πατρίδα. Η πόλη είχε 50.000 κατοίκους από 500.000  παλαιότερα. Θα μπορούσαν δεκάδες χιλιάδες να πολεμούν τους Τούρκους.

Μόνο 4.000 έλαβαν μέρος και 3.000 μισθοφόροι. Στους εθελοντές ήσαν και πολλοί Κρήτες που ενώ είχε πέσει η Πόλη, αυτοί συνέχισαν να πολεμούν και ο Μωάμεθ τους σεβάστηκε και τους επέτρεψε να φύγουν με τιμές. Ο Κωνσταντίνος βρήκε άδεια τα ταμεία του κράτους. Στην έκκλησή του να βοηθήσουν οι πλούσιοι για να ‘ρθουν μισθοφόροι και να επισκευαστούν οι φθορές των τειχών, αυτοί αρνήθηκαν με τη δικαιολογία πως ήταν άποροι. Μετά την άλωση, οι Τούρκοι βρήκαν αμύθητους θησαυρούς, που θα μπορούσαν να εξοπλίσουν δεκάδες χιλιάδες μισθοφόρους και να μην πέσει ποτέ η Πόλη.

Παρ’ όλα αυτά τ’ ανυπέρβλητα εσωτερικά προβλήματα, παρά τη μεγάλη υπεροχή των Τούρκων με 160.000 επιτιθέμενους, με το τρομερό τηλεβόλο όπλο “Μπομπάρδα” που βομβάρδιζε και γκρέμιζε τα τείχη, παρά την πειθαρχία των Τούρκων, ύστερα από τη διαταγή του Μωάμεθ πως θα εκτελούνται όσοι δεν πολεμήσουν, παρά τον φανατισμό από τα κηρύγματα των “Μουλάδων” για τα αγαθά του παραδείσου στους σκοτωμένους και τις 3ήμερες λεηλασίες στους νικητές, η Πόλη άντεξε. Οι αμυνόμενοι, με τον θρυλικό βασιλιά Κωνσταντίνο, απέκρουσαν την πρωτουρκική επίθεση 7 Μαΐου 1453. Το ίδιο και τις άλλες επιθέσεις 12, 16 και 17. Το ίδιο και της αυγής της 29ης Μαΐου. Η κερκόπορτα άνοιξε το δρόμο της τραγικής συνέχειας.