Η ιστορία της ανθρωπότητας και μαζί της η ελληνική ιστορία, γνώρισε διαχρονικά μεγάλες επιδημίες, που άφησαν πίσω τους εκατόμβες. Στο κείμενο αυτό προβαίνομε σε μια σύντομη επισκόπηση όσων έπληξαν την Ελλάδα και τις συσχετίζομε κατόπιν με την σημερινή πραγματικότητα. Βεβαίως δεν είμαι ειδικός και μιλώ ως ένας απλός πολίτης.

1. Ο λοιμός των Αθηνών

Μια από τις πρώτες επιδημίες που καταγράφονται στην ελληνική ιστορία είναι ο λοιμός των Αθηνών. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα θανατηφόρα  επιδημία που εκδηλώθηκε στην Αθήνα το 430 π.Χ. Ήταν το  δεύτερο έτος του πελοποννησιακού πολέμου και οι Σπαρτιάτες πολιορκούσαν την Αθήνα. Καθώς μάλιστα οι Σπαρτιάτες έβλεπαν πολλές ταφικές πυρές κατάλαβαν ότι υπήρχαν πολλοί νεκροί, υπέθεσαν τι συμβαίνει, φοβήθηκαν τη μετάδοση του ιού και αποχώρησαν. Από τις αναλύσεις και τις περιγραφές των στοιχείων που μας παραδίδει ο Θουκυδίδης η καταστροφική αυτή επιδημία εξόντωσε το 1/3 του συνολικού πληθυσμού της Αθήνας που εκτιμάται ότι ανερχόταν γύρω στις 300.000. Μεταξύ αυτών ήταν και ο ίδιος ο Περικλής και ένα μεγάλο μέρος της ηγεσίας του στρατού ξηράς και του στόλου. Οι αντικαταστάτες τους ήταν κατά τον Θουκυδίδη ανίκανοι και έτσι ο πολιτισμός και η οικονομική άνθιση υποχώρησαν, η πορεία της Αθήνας άλλαξε, ο Χρυσούς Αιών ανακόπηκε και η Δημοκρατία των Αθηνών έσβησε άδοξα.

2. Πανώλη

Μια από τις πιο σημαντικές επιδημίες που γνώρισε η σύγχρονη Ελλάδα ήταν η επιδημία πανώλης (πανούκλας). Ήταν τον Οκτώβριο του 1828, λίγους μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον Ιωάννη Καποδίστρια.  Ο Καποδίστριας δεν υπήρξε μόνο ένας από τους καλύτερους πολιτικούς της νεότερης Ελλάδας, αλλά ταυτόχρονα και ένας άριστος γιατρός. Ήξερε λοιπόν τι πρέπει να πράξει και πώς να κινηθεί. Μεταξύ των πρώτων μέτρων που έλαβε ήταν ο αποκλεισμός των νησιών του Αργοσαρωνικού (της Ύδρας και των Σπετσών), βάζοντας τα δύο αυτά νησιά, στα οποία είχαν εμφανισθεί τα πρώτα κρούσματα, σε καραντίνα 40 μέρες. Ταυτόχρονα διατάχθηκε ο εγκλεισμός των υπολοίπων κατοίκων στα σπίτια τους και το κλείσιμο των ναών επ’ αόριστον. Εξ όσων γνωρίζω μάλιστα είναι ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που προβαίνει σε κλείσιμο των εκκλησιών. Η εκκλησία γνωρίζοντας ότι ο  Καποδίστριας ήταν καλός Χριστιανός δεν προέβη σε σοβαρές αντιδράσεις.  Έτσι περί το τέλος του Αυγούστου η επιδημία είχε κατασταλεί. Στα μέσα Δεκεμβρίου όμως η ασθένεια εμφανίζεται ξανά στα Καλάβρυτα και ακολούθησε ένα νέο κύμα εξάπλωσης της νόσου στην Αχαΐα και σε άλλες περιοχές. Κι εδώ, όπως και σε κάθε άλλη περιοχή, εφαρμόστηκαν αυστηρά τα ίδια μέτρα και η επιδημία αντιμετωπίστηκε. Τα λίγα κρούσματα που επανεμφανίστηκαν το 1829 μπόρεσαν να αντιμετωπισθούν εύκολα. Έτσι η επιδημία της πανώλης μπόρεσε να υπερνικηθεί.

3. Ισπανική γρίπη

Ξέσπασε το φθινόπωρο του 1918 και διήρκεσε  ως το χειμώνα του 1920. Η μεταδοτικότητα ήταν μεγάλη και πρόσβαλε περισσότερο άτομα ηλικίας 20 έως 40 ετών. Μεταξύ των συμπτωμάτων ήταν η δύσπνοια και ο πυρετός. Η εξέλιξη της ασθένειας ήταν πολύ γρήγορη. Δεν μπορέσαμε να εντοπίσομε στατιστικές με τους νεκρούς της χώρας μας, αλλά από πολλές περιγραφές προκύπτει ότι επικράτησε φρίκη. Από όσα γράφει στο έργο του ο Κωνσταντίνου Φαλτάιτς «Γρίπη στην Σκύρο», η συμφορά ξέσπασε ανήμερα του αγίου Δημητρίου και στα τέλη του Οκτωβρίου από τους 3.200 κατοίκους του νησιού είχαν νοσήσει οι 3000. Όπως περιγράφεται η κατάσταση ήταν οικτρή: άνθρωποι πεθαίνουν ξαφνικά εκεί που τρώνε, εκεί που κάθονται ή εκεί που προσεύχονται. Οι μητέρες, οι πατεράδες και οι γιαγιάδες  κουβαλάνε φέρετρα των παιδιών και την άλλη μέρα πέφτουν άψυχοι και εκείνοι. Το βασικό πρόβλημα είναι το κουβάλημα των νεκρών. Παιδιά μεταφέρονται μέσα σε σκάφες και κοφίνια, κόρες και παλικάρια πάνω σε σκάλες και πόρτες. Το νεκροταφείο γεμίζει, οι εκκλησίες το ίδιο.  Ανάλογη είναι η κατάσταση παντού όπου εξαπλώνεται ο ιός. Παντού επιβάλλονται μέτρα, όπως καραντίνα, κλείσιμο των σχολείων κλπ. Δυστυχώς δεν έχομε στοιχεία για τον αριθμό των νεκρών. Μερικά σκόρπια τηλεγραφήματα μας ενημερώνουν ότι υπάρχουν κρούσματα στο Βόλο, στην Άρτα, στον Τύρναβο και τη Λάρισα. Στην Πάτρα η επιδημία βρίσκεται σε έξαρση με 47 θανάτους ημηρεσίως και στα Ιωάννινα με 40. Κάποια άλλα στοιχεία μας ενημερώνουν ότι στις 10 Ιουλίου του 1918 έπληξαν το Βερολίνο 160.000 κρούσματα και στη Μεγ. Βρετανία  η γρίπη άφησε 220.000 νεκρούς. Στις Ηνωμένες Πολιτείες σημειώθηκαν πάνω από 550.000 θάνατοι, ενώ στην Ιαπωνία περί τα 250.000 θύματα και στις Ινδίες πέντε εκατομμύρια. Όλο το διάστημα που διήρκεσε πέθαναν περίπου 50 (σύμφωνα με άλλες μετρήσεις 100) εκατομμύρια άνθρωποι.

4. Χολέρα-Ελονοσία

Ο κατάλογος με τις επιδημίες και τις πανδημίες  είναι μακρύς. Περιοριζόμαστε όμως να  μνημονεύσομε  ακόμη τη χολέρα και την Ελονοσία. Η πρώτη εμφανίστηκε τον Μάιο του 1854 στον Πειραιά, από Γάλλους στρατιώτες μεταδόθηκε στην Αθήνα και σε 15 μέρες μετά το πρώτο κρούσμα θέριζε τους Αθηναίους. Έκλεισαν σχολεία, καταστήματα και όλα όσα μπορούσαν να προκαλέσουν συνωστισμό. Δυστυχώς οι Αθηναίοι και οι Πειραιώτες έφευγαν στην ύπαιθρο και τα νησιά για να σωθούν και έτσι μετέφεραν τον ιό παντού. Η επιδημία σταμάτησε τελικά τον Δεκέμβριο του 1854, αφήνοντας πίσω της μόνο σε Αθήνα και Πειραιά περί τους 3.000 νεκρούς. Η ελονοσία (νόσος του έλους), γνωστή και ως μαλάρια  της μόνο σε Αθήνα και Πειραιά περί τους 3.000 νεκρούς.  Πρόκειται για λοιμώδες νόσημα που μεταδίδεται κυρίως από τσίμπημα κουνουπιού. Ενδημεί σε σχεδόν 100 χώρες, κυρίως της υποσαχάριας Αφρικής και της Ασίας. Η Ελλάδα θέτοντας σε εφαρμογή ένα μακροχρόνιο εντατικό πρόγραμμα κατάφερε να εκριζώσει τη νόσο πριν από μερικές δεκαετίες.

 

5. Σήμερα

Όποιος διαβάζει τα παραπάνω αντιλαμβάνεται ότι η επιδημία του κορωνοϊού δεν είναι η πρώτη ούτε και θα είναι η τελευταία της ανθρωπότητας. Ο κατάλογος είναι μακρύς και θα γίνεται συνεχώς μακρύτερος. Είναι επίσης προφανές ότι  η ανθρωπότητα δεν θα τελειώσει τόσο εύκολα με την πανδημία αυτή, η οποία φαίνεται θα μας ταλανίσει πολύ ακόμη. Η κατάσταση εξακολουθεί να είναι σοβαρή και παραμένει κρίσιμη. Όμως παρά τις μεγάλες δυσκολίες ως χώρα, πρέπει να μείνουμε ευχαριστημένοι σε σχέση με τα μαρτύρια  παλαιότερων επιδημιών που περάσαμε και σε σχέση με όσα πέρασαν και περνούν χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, του προηγμένου ευρωπαϊκού Νότου και των ΗΠΑ.

Διαπιστώνεται επίσης ότι από την εποχή του Καποδίστρια εφαρμόζονται μέτρα όπως, ο αποκλεισμός του χώρου που νοσεί, ο εγκλεισμός του υπόλοιπου πληθυσμού στις οικίες του, η αποφυγή μαζικών συγκεντρώσεων και ο συνωστισμός, καθώς και η μετακίνηση του πληθυσμού κυρίως από αστικές περιοχές προς τα νησιά και την ύπαιθρο. Πρόκειται για μέτρα που εφαρμόστηκαν και αυτή τη φορά  στην πατρίδα μας, με καλύτερη μάλιστα οργάνωση και γι’ αυτό τα αποτελέσματα υπήρξαν θεαματικά. Έτσι φαίνεται πως βαίνομε σιγά-σιγά προς το τέλος. Όμως, αυτό που συνάγεται από την παραπάνω ιστορική επισκόπηση είναι ότι με τις επιδημίες και τις πανδημίες δεν τελειώνει ποτέ κανείς τόσο εύκολα. Σχεδόν πάντα διαφεύγει μια αφανής εστία,  στην οποία επωάζονται οι ιοί και καθώς ο εχθρός είναι αόρατος επανεμφανίζεται ξαφνικά εκεί που δεν το περιμένεις. Αυτό συνέβη με όλες τις επιδημίες και ο κίνδυνος είναι ορατός κάθε στιγμή και σήμερα.

Για να είναι κανείς πιο βέβαιος πρέπει να παρατείνει την καραντίνα ως το τέλος. Όμως υπάρχει μια Ελλάδα που πρέπει να επιβιώσει οικονομικά και συνεπώς οι Έλληνες πρέπει να εργασθούν. Έτσι κάποια στιγμή αρχίζουν οι ειδικοί να μελετούν την επιστροφή στην προγενέστερη κατάσταση. Κι αυτό πρέπει να γίνει σταδιακά και με σύστημα. Όπως η επιστημονική επιτροπή φρόντισε να εισαγάγει σταδιακά τα μέτρα, έτσι προβαίνει και τώρα  σταδιακά στην αποκλιμάκωσή τους. Κι εδώ αναγκαστικά κάνεις διάκριση του πληθυσμού σε ενεργό πληθυσμό και συνταξιούχους. Αυτοί η διάκριση είναι αναγκαία και για ένα πρόσθετο λόγο: Ο κορωνοϊός προτιμά συνταξιούχους. Πρέπει συνεπώς εμείς να προφυλαχθούμε περισσότερο και να ελευθερώσομε χώρο για τον ενεργό πληθυσμό. Δυστυχώς όμως έτσι όπως αντιδρά ο κορωνοϊός δεν μπορούμε να διευκολύνομε και τους εργαζόμενους προσέχοντας τα εγγονάκια μας, αφού αυτό ενέχει κινδύνους.

Αυτό που πρέπει να κατανοήσομε εμείς της τρίτης ηλικίας είναι ότι η χαλάρωση των μέτρων πρέπει να μας κάνει ακόμη πιο προσεκτικούς. Όσο δηλαδή ο ενεργός πληθυσμός βιώνει την χαλάρωση των μέτρων εμείς πρέπει να εντείνομε από μόνοι μας τα μέτρα, ο καθένας για τον εαυτό του, επειδή με τη χαλάρωση οι πιθανότητες επανεμφάνισης του ιού είναι μεγαλύτερες. Σε κάθε περίπτωση είμαστε πιο ασφαλείς στο σπίτι μας και αυτό πρέπει να αξιοποιήσομε.

Για όλους τους Έλληνες, ενεργούς και συνταξιούχους, κρίσιμα σημεία κατά την αποκλιμάκωση των μέτρων είναι οι χώροι μαζικών συγκεντρώσεων και γι’ αυτό πρέπει να προσεχθούν ιδιαιτέρως τα σχολεία και οι χώροι λατρείας. Ως προς τους χώρους λατρείας ο Γ. Ι. Πυργιωτάκης σε ένα καλογραμμένο άρθρο του χρησιμοποίησε έναν αλληγορικό  μύθο με τον οποίο έδινε απάντηση σε όσους επέμεναν να εορτασθεί το Πάσχα στους ναούς, παρά το συνωστισμό και τους κινδύνους που αυτός συνεπάγεται. Συμφωνώντας μαζί του θεωρώ ότι ήρθε η στιγμή που πρέπει να αξιοποιηθεί η «Κατ΄ Οίκον Εκκλησία», όπως θεολογικά χαρακτηρίζεται η κάθε οικογένεια πιστών. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να αξιοποιηθεί η ατομική προσευχή στους ναούς, εφόσον προσφερθεί η ευκαιρία. Το ίδιο θα είχε να πει κανείς και για τα σχολεία. Ώσπου οι συνθήκες δεν επιτρέπουν τη λειτουργία τους, να αξιοποιηθεί η διδασκαλία εξ αποστάσεως και η κατ’ οίκον μελέτη. Προέχει η υγεία και η ακεραιότητα όλων. Η μάθηση μπορεί να αναπληρωθεί εν καιρώ.

Τελειώνοντας, θέλω να υπενθυμίσω μια φράση που υπήρχε παλαιότερα πίσω από τα (φορτηγά κυρίως) αυτοκίνητα: ΤΗΡΕΙΤΕ ΤΙΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ! Αυτή είναι η μαγική λέξη όπως τη χαρακτήρισε  ο κ. Δημ. Τσιόδρας: Απόσταση. Το «τηρείτε τις αποστάσεις» πρέπει λοιπόν να γίνει στο εξής  πρόσταγμα στη ζωή μας. Θέλω να επισημάνω επίσης ότι σε αυτήν ειδικά την πανδημία οι γιατροί και οι υπηρεσίες υγείας κέρδισαν επάξια την εμπιστοσύνη μας και πολύ περισσότερο ο κ. Δημ. Τσιόδρας και όλη η επιστημονική επιτροπή. Ας συνεχίσομε λοιπόν να τους ακούμε και να ακολουθούμε τις οδηγίες τους.

*Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρ. Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης