Με τις εκλογές της 21ης Μαΐου διαμορφώθηκε στο πολιτικό σκηνικό ένα νέο τοπίο. Ουσιαστικά κερδισμένοι ήταν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, γιατί εξέπεμπαν έναν πολιτικό λόγο αξιόπιστο χωρίς διχαστικές προτάσεις. Έτσι η Νέα Δημοκρατία παρά την ηθική φθορά με τις παρακολουθήσεις και την τραγωδία των Τεμπών κατόρθωσε να πείσει ότι αποτελεί μια παράταξη που με σύνεση διαχειρίστηκε δύσκολες συγκυρίες και στα εθνικά θέματα και στην πανδημία και στο μεταναστευτικό πρόβλημα.
Άλλωστε με καθαρότητα και συμπληρωματικές προτάσεις το ΠΑΣΟΚ με τη νέα του ηγεσία στήριξε τις σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό παρά τα πολωτικά διλήμματα που τέθηκαν φάνηκε ότι είναι ένα κόμμα που και βαθιές ρίζες έχει στην κοινωνία και νέα στελέχη διαθέτει. Έπεισε επίσης ότι είναι μια αξιόπιστη δύναμη εξουσίας, ώστε να ισορροπήσει το πολιτικό σύστημα.
Όσο κι αν φαίνεται έκπληξη η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ ίσως ήταν φυσιολογική, αν κάνουμε μια αναδρομή στην τελευταία δεκαετία και παρακολουθήσουμε την πορεία του.
Όταν η αριστερά είχε μικρά ποσοστά ηγεμόνευε με τον πολιτικό της λόγο καλύπτοντας και τον ευρύτερο χώρο της κουλτούρας και του πολιτισμού με ευπρέπεια και καθαρό φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο υπήρξε προϊόν της οργής και της αγανάκτησης με αντιμνημονιακό και διχαστικό λόγο που παρέσυρε μια μεγάλη μερίδα μη ενημερωμένων πολιτών, αλλά και ως αντιπολίτευση εξακολούθησε να πολιτεύεται χωρίς αναστοχασμό με μηδενισμό και αλαζονεία.
Από ένα κόμμα με εσωκομματική δημοκρατία μετατράπηκε σε αρχηγοκεντρικό και συγκεντρωτικό. Η υποτιθέμενη γοητεία του αρχηγού του αυτή τη φορά δεν κατόρθωσε να εξαπατήσει. Η ίδια άλλωστε ήταν η πορεία και πολλών άλλων κομμάτων που σαν διάττοντες αστέρες προέκυψαν από την οικονομική κρίση.
Ο δεύτερος ηττημένος των εκλογών ήταν φυσικά τα κεντρικά τηλεοπτικά κανάλια που εξέπεμπαν ένα μονοθεματικό λόγο, χωρίς να επιτρέπουν να αναπτυχθούν οι προτάσεις των διαφορετικών κομμάτων και να φανούν καθαρά οι θέσεις τους. Το ίδιο συνεχίζουν και τώρα.
Δίκαια αναζητούμε μεγάλες δημοσιογραφικές μορφές που τίμησαν το ρόλο τους, οργάνωναν τον διάλογο και υπήρξαν πραγματικοί διαφωτιστές των πολιτών. Η έκπτωση αυτή στοιχίζει στην προσπάθεια αναβάθμισης της πολιτικής ζωής. Στις επόμενες εκλογές δεν αναμένονται μεγάλες ανατροπές.
Ο ανορθολογισμός πιθανόν να επιτρέψει να μπουν στη Βουλή κάποια ακροδεξιά ή ακροαριστερά κόμματα. Το γενικότερο όμως τοπίο δεν θα αλλάξει ουσιαστικά, απλώς θα υπάρξει αλλαγή των ποσοστών.
Δυστυχώς τα μεγάλα θέματα, όπως το μεταναστευτικό που θα εντείνεται συνεχώς, η τεχνολογική εξέλιξη που αλλάζει την καθημερινότητά μας, η ανάγκη ριζικών αλλαγών στη δημόσια διοίκηση και στο κράτος, αλλά και η προστασία των ευάλωτων ομάδων για μια πιο δίκαιη κατανομή των πόρων είναι μπροστά μας. Σ’ αυτά θα αναμετρηθούν, ελπίζω, με αντιπαραθέσεις, αλλά και με συναινέσεις οι φιλελεύθεροι και οι σοσιαλδημοκράτες, όπως γίνεται τον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο.
Πάντως ζούμε σε μια χώρα με τεράστιες αναπτυξιακές δυνατότητες και αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό. Όσοι διεκδικούν την ηγεσία και επαγγέλλονται την πρόοδο, αρκεί να συνειδητοποιήσουν ότι μακροπρόθεσμα κερδίζει η αλήθεια και ο συνετός λόγος και αυτή είναι η μόνη προοδευτική πρόταση.