Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες μιας ολοένα και περισσότερο κλιμακούμενης και άκρως επιθετικής ρητορικής, για την ώρα, από τον εξ ανατολάς γείτονα, η οποία στρέφεται ανοιχτά εναντίον της πατρίδας μας.
Η χρονιά που διανύουμε σε λίγο τελειώνει και με την έναρξη της νέας θα δρομολογηθούν οι εθνικές εκλογές και στις δύο ακτές του Αιγαίου Πελάγους, και μαζί με αυτές, να μην λησμονούμε ποτέ αυτή την παράμετρο, και στην ακόμη διαιρεμένη Κυπριακή μεγαλόνησο.
Ατενίζοντας προς τα πίσω χρονικά, η ελληνοτουρκική διαμάχη δηλώσεων και εντυπώσεων κατέλαβε σημαντικό μέρος τόσο στα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα της χώρας, όσο και στην εξωτερική μας πολιτική, στερώντας οπωσδήποτε τον απαραίτητο και πολύτιμο χρόνο από την κυβέρνηση ώστε να ασχοληθεί με την προσήκουσα προσοχή σε άλλα, επίσης κρίσιμα, ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι επί καθημερινής βάσεως στους τηλεοπτικούς μας δέκτες παρελαύνουν δημοσιογράφοι, διεθνολόγοι, στρατιωτικοί αναλυτές και υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί όλων των κλάδων των ενόπλων δυνάμεων μας, δίνοντάς μας την δική τους άποψη επί του επίμαχου συγκεκριμένου θέματος υψηλής, φυσικά, προτεραιότητας.
Όμως τι καταφέραμε και τι κερδίσαμε ως χώρα όλο αυτό το χρονικό διάστημα των λεκτικών αντεγκλήσεων; Περιληπτικά, η κυβέρνηση δραστηριοποιήθηκε και προχώρησε στη σύναψη των πολύ σοβαρών αμυντικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, καθώς και στο θέμα των αμυντικών εξοπλισμών οι οποίοι είχαν παραμείνει στο περιθώριο για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω της γνωστής πολύπλευρης κρίσης, μια διαδικασία η οποία συνεχίζεται και βεβαίως θα συνεχιστεί, όπως φαίνεται, για χρόνια ακόμη.
Και ενώ όλα αυτά ήταν απαραίτητα, η όλη κατάσταση με την γείτονα χώρα χαρακτηρίζεται από την πλήρη απουσία διαλόγου μεταξύ των υπουργών, τουλάχιστον, και την συνέχιση των γνωστών απειλών οι οποίες παρεμποδίζουν την προσέγγιση, τη σταθερότητα, και τις καλές σχέσεις δύο γειτόνων που είναι αναγκασμένοι από τη γεωγραφία να συνυπάρχουν. Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν, του λοιπού;
Αναμφίβολα στα υπουργεία μας υπάρχουν ανάλογα σχέδια και γίνονται πράγματα και διπλωματικές κινήσεις που φυσικά δεν κοινοποιούνται δημοσίως ή προκαταβολικά.
Ίσως όλα αυτά να λαμβάνουν χώρα και λόγω του ρωσικού αναθεωρητισμού που εκδηλώνεται στην Ουκρανία εδώ και πολλούς μήνες, ή της επελαύνουσας ενεργειακής κρίσης η οποία σίγουρα θα έχει κερδισμένους και χαμένους στο παγκόσμιο σκηνικό, όπως άρχισε εδώ και καιρό να διαφαίνεται.
Όμως, παρ’ όλα αυτά, εμείς ως χώρα οφείλουμε να καταστρώσουμε εθνική μακροπρόθεσμη στρατηγική στο συγκεκριμένο θέμα των ελληνοτουρκικών, με την συμμετοχή και την υιοθέτησή της από το φάσμα όλων των μεγάλων πολιτικών κομμάτων, η οποία δεν θα αλλάζει κατεύθυνση με την κάθε κυβερνητική αλλαγή!
Κι ακόμα, είναι καλές οι συμφωνίες που υπεγράφησαν με την πέραν του Ατλαντικού υπερδύναμη, αλλά πόσα κερδίσαμε άραγε από τις διευκολύνσεις που συνεχίζουμε σωρηδόν να προσφέρουμε σε όλα τα μήκη και πλάτη της επικράτειάς μας, πέραν κάποιων λεκτικών φιλοφρονήσεων;
Πόσο ευτυχείς μπορεί να είμαστε όταν ακούμε ή παρατηρούμε από μερίδα της αντιπολίτευσης να μην συμφωνεί με κρίσιμα αμυντικά νομοσχέδια, καθώς και με τα τρέχοντα εξοπλιστικά προγράμματα τα οποία, κατά τα λεγόμενά της, θα αλλάξει μόλις θα έρθει στην εξουσία;
Πόσο ωραίο φαντάζει πολλοί ευρωβουλευτές μας στα ευρωπαϊκά δρώμενα να δηλώνουν και να συμπεριφέρονται περίεργα, ωσάν να κατάγονται από την γειτονική μας χώρα, ή να προασπίζονται συμφέροντα άλλων χωρών; Είναι παράδοξο λοιπόν που ο Τούρκος πρόεδρος δίνει, κατά καιρούς, τις δικές του κατάλληλες οδηγίες προς τους Έλληνες ψηφοφόρους;
Θεωρούμε πως πολλά πρέπει να αλλάξουν σε όλα αυτά τα ζωτικής φύσεως εθνικά ζητήματα. Δεν είναι δυνατόν τα κρίσιμα προβλήματα του τόπου να επιλύονται με τις γνωστές συζητήσεις στη Βουλή με τους αρχηγούς των πολιτικούς κομμάτων να συζητούν δημοσίως για απόρρητα θέματα εθνικού περιεχομένου και το σπουδαιότερο χωρίς αντίκρυσμα!
Η έννοια της σύμπλευσης και της σύμπνοιας όσο το δυνατόν περισσότερων πολιτικών σε κάποια ζωτικής φύσεως εθνικά ζητήματα, είναι για τον τόπο και την εποχή μας, επιτακτική ανάγκη!
* Ο Γιώργος Σχορετσανίτης είναι χειρουργός και διευθυντής του χειρουργικού τομέα στο ΠΑΓΝΗ