-Μαρία, πού μένεις;
-Στο κέντρο. Είμαι παιδί του κέντρου! Απαντώ εγώ αυθόρμητα, δίνοντας ένα πλατύ χαμόγελο.
-Και πού βρίσκεις να παρκάρεις; Είναι η αμέσως επόμενη ερώτηση και το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό κάποιου, όταν ακούει τη λέξη κέντρο.
– Κι όμως βρίσκουμε! Ειδικά τα τελευταία χρόνια με τις μπλε θέσεις στάθμευσης στις γειτονιές του κέντρου, έχει βελτιωθεί κατά πολύ το θέμα της στάθμευσης. Εντάξει, δεν μπορώ να πω, είναι ένα βασανάκι η εύρεση πάρκινγκ, ειδικά γι’ αυτούς που κατεβαίνουν τη βόλτα τους ή πρέπει να πάνε σε κάποιον γιατρό, αλλά νομίζω έχουμε λιγάκι και την κακή συνήθεια να θέλουμε να παρκάρουμε ένα βήμα από το σημείο που θέλουμε να πάμε (με εξαίρεση βέβαια, για να σας προλάβω, άτομα που αντιμετωπίζουν κινητικά προβλήματα).
Παιδί του κέντρου λοιπόν και εγώ, ζώντας σε μια από τις πιο παλιές και ζωντανές γειτονιές της πόλης, κοντά στην Καλοκαιρινού και στο Ανωγειανό σχολείο, απολαμβάνω την ομορφιά της λέξης γειτονιάς, παρά την πολυπλοκότητα που κάποιες φορές παρουσιάζει.
Γειτονιές ζωντανές, σπίτια με μυρωδάτες και στολισμένες αυλές, παιδιά που ακόμη παίζουν στα σοκάκια έξω από τα σπίτια τους. Γειτονιές πολυπολιτισμικές, πολυμορφικές, που η αλήθεια είναι ότι όποιος δεν αγαπάει και πολύ τις συμπεριληπτικές γειτονιές – για να μιλήσω και με όρους παιδαγωγικούς- δε θα καταφέρει να περάσει καλά, να εγκλιματιστεί και να κυκλοφορεί ανέμελα στις γειτονιές αυτές.
Εμένα προσωπικά με γοητεύει αυτή η διαφορετική πλευρά του κέντρου, που σε κάποιους φαντάζει παρακμιακή, βλέποντας καμιά φορά πονεμένους μεθυσμένους στα καφενεία να τραγουδούν ζώντας το τώρα τους και πίνοντας τους καημούς τους. Οικογένειες Ρομά να σουλατσάρουν στους δρόμους, έχοντας όμως κατανοήσει και σεβαστεί τη συνύπαρξή τους με τους κατοίκους του κέντρου. Οίκοι ανοχής που δε θυμίζουν την παρακμιακή εικόνα μιας άλλης εποχής.
Αλλά είπαμε, δεν αντέχουν όλοι αυτές τις πολυπολιτισμικές και πολύπλευρες γειτονιές του κέντρου. Η αλήθεια είναι ότι κάνοντας μια βόλτα σε κάποια σοκάκια της παλιάς πόλης του Ηρακλείου, νομίζεις φευγαλέα ότι σουλατσάρεις στις παραγκουπόλεις της Αργεντινής και του Μεξικού, αλλά μπορώ να σας πω ότι τα τελευταία χρόνια αρχίζει και αλλάζει άρδην η εικόνα αυτή.
Όλο και πιο πολλοί φτιάχνουν τα παλιά σπίτια τους, οι περισσότεροι τα προορίζουν για Airbn, μένοντας όλο και περισσότεροι τουρίστες, οι οποίοι όμως αντικρίζουν μια θλιβερή εγκατάλειψη στα σοκάκια των γειτονιών. Σίγουρα έχουν γίνει προσπάθειες στις γειτονιές της Αγίας Τριάδας και του Λάκκου, αλλά γίνονται συνήθως από εθελοντικές ομάδες καλλιτεχνών που έχουν μεράκι να αναδείξουν αυτές τις κρυφές και όμορφες γωνιές του κέντρου.
Πρέπει λοιπόν η τωρινή Δημοτική Αρχή να λάβει σοβαρά υπόψιν τις ανάγκες των γειτονιών αυτών και να αναδείξει στο έπακρον τη μοναδικότητα του ιστορικού κέντρου του Ηρακλείου, όχι μόνο της Αγίας Τριάδας και του Λάκκου. Ειδικά τώρα που ολοένα και πιο πολλοί τουρίστες επιλέγουν αβίαστα να μείνουν στις γειτονιές αυτές.
Πρέπει ο Δήμος να αναδείξει αυτά τα όμορφα σοκάκια, να τα φωτίσει, να δώσει κίνητρα σε επιχειρηματίες να ανοίξουν μαγαζιά και καταλύματα, σε καλλιτέχνες να μεγαλουργήσουν σε τοίχους και πλατείες. Ως παιδί του κέντρου λοιπόν, πάντοτε εκεί, σε αυτές τις γειτονιές, όπως και στη δική μου, βρίσκω το δικό μου «κέντρο», που με ηρεμεί και μου προσφέρει χαρά και ανεμελιά!
Υ.Γ: Όσοι είστε παιδιά του κέντρου, πιστεύω θα ταυτιστείτε απόλυτα!
Η Μαρία Μαστοράκη είναι εκπαιδευτικός Γενικής Αγωγής