Την Ταϊβάν την γνώρισα από τα παιδικά μου κιόλας χρόνια, ως την χώρα «καταγωγής» των παιχνιδιών. Αν και τα περισσότερα παιχνίδια μου τότε ήταν αποκλειστικά δικής μου έμπνευσης και κατασκευής, εντούτοις, τα λιγοστά παιχνίδια του εμπορίου που έφταναν στα χέρια μου, αραιά και που, τα περιεργαζόμουν με περίσσεια προσοχή στην κάθε τους λεπτομέρεια.

Όλα τους έφεραν στο πίσω μέρος τους και σε κάποια αθέατη πλευρά την ίδια πάντα ένδειξη: «Made in Taiwan». (Κατασκευασμένο στην Ταϊβάν). Έτσι, είχα την αίσθηση τότε πως όλα τα παιχνίδια του κόσμου «κατάγονται» από κάποια μακρινή Ταϊβάν.

Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε, τα παιχνίδια εκσυγχρονίστηκαν, ο κόσμος άλλαξε, όπως άλλαξε και η χώρα «καταγωγής» των σύγχρονων παιχνιδιών. Σήμερα όλα τα παιχνίδια φέρουν πάλι το ίδιο αναγνωριστικό της χώρας κατασκευής τους, μόνο που τώρα διαβάζουμε: «Made in China».

(Κατασκευασμένο στην Κίνα). Σε κάθε περίπτωση πάντως, στην φαντασία ενός παιδιού, είτε του χτες είτε του σήμερα, είναι βαθιά χαραγμένη η εντύπωση πως τα παιχνίδια «κατάγονται» από την μακρινή Ανατολή. Μια εντύπωση όμως που ενοχλεί, ιδιαίτερα σήμερα, την όχι και τόσο μακρινή μας Δύση.

Έτσι, μετά από αρκετά χρόνια, η Ταϊβάν έρχεται και πάλι στο διεθνές προσκήνιο, αλλά αυτή τη φορά όχι για τα δικά της παιχνίδια, αλλά για τα «παιχνίδια» που αποφάσισε να «παίξει» η Δύση εις βάρος της, επί εδάφους της Ταϊβάν, με αναγνωριστικό έμπνευσης, «Made in USA». Αναφέρομαι φυσικά  στην πρόσφατη επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι, στην Ταϊβάν, που οδήγησε την Κίνα στα όριά της, αλλά και τις διπλωματικές σχέσεις Ουάσιγκτον-Πεκίνου στο ναδίρ.

Την περίεργη αυτή επίσκεψη μέσα στη νύχτα, αλλά και τα σκοτεινά της κίνητρα, επιβεβαίωσε ο χαμηλός έως και ανύπαρκτος φωτισμός που επικρατούσε στο αεροδρόμιο της Ταϊπέι, πρωτεύουσας της Ταϊβάν, τη στιγμή της καθόδου της κυρίας Πελόζι από το Προεδρικό Αεροσκάφος των ΗΠΑ. Τα διεθνή ΜΜΕ σχολίασαν σκωπτικά αυτήν την επίσκεψη, χαρακτηρίζοντας ως «ασυνάρτητη» την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, που κόντεψε να φέρει πολεμική σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν.

Κάποιοι μάλιστα διεθνολόγοι και πολιτικοί αναλυτές, επιστρατεύοντας και το ανάλογο χιούμορ – αναφερόμενοι στον αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν – αναρωτήθηκαν: «Μήπως τον… πείραξε ο κορονοϊός, που τον πέρασε και δυο φορές απανωτά;». Όμως εκείνος, όπως όλα δείχνουν, μάλλον πως δεν γνώριζε τίποτα για την συγκεκριμένη επίσκεψη. Διόλου απίθανο βέβαια για πρόεδρο των ΗΠΑ…

Ήταν όμως πράγματι μια απολύτως προσωπική απόφαση της κυρίας Νάνσι Πελόζι, να πραγματοποιήσει αυτήν την απερίσκεπτη επίσκεψη στην Ταϊβάν, ή ήταν ενήμερος ο Λευκός Οίκος; Η Αμερικανική κυβέρνηση πάντως κάτι τέτοιο το αρνείται κατηγορηματικά. Αραβικές διπλωματικές πηγές εξέφρασαν την άποψη ότι, ο Τζο Μπάιντεν, όχι μόνο γνώριζε, αλλά επιδίωξε αυτήν την επίσκεψη της κυρίας Πελόζι στην Ταϊβάν, προκειμένου να «δοκιμάσει» τα όρια του Πεκίνου.

Όταν όμως ο «κόκκινος δράκος» έδειξε τα δόντια του, ο Αμερικανός πρόεδρος φρόντισε να βγάλει απ’ έξω την ουρά του. Ο εκπρόσωπος πάντως του Λευκού Οίκου πήρε και επίσημα σαφή θέση κατά αυτής της επίσκεψης και μίλησε για «Μία Κίνα», τονίζοντας μάλιστα πως η Ουάσιγκτον δεν αναγνωρίζει την Ταϊβάν ως ανεξάρτητο κράτος.

Ποια είναι όμως η κυρία Πελόζι που μονοπώλησε την διεθνή επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα; Η 82χρονη γιαγιά με τα εννιά εγγόνια, θεωρείται σήμερα ως η ισχυρότερη και πιο επιτυχημένη Αμερικανίδα πολιτικός. Μετά από 35 συναπτά έτη στους διαδρόμους του Καπιτωλίου, κατάφερε να κερδίσει τον τίτλο της «βασίλισσας» του Δημοκρατικού Κόμματος και της Ουάσιγκτον.

Η Νάνσι ντ’ Αλεσάντρο Πελόζι, γεννήθηκε το 1940 στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ. Από τον ιταλο-αμερικανό πατέρα της Τόμας ντ’ Αλεσάντρο, κληρονόμησε και τις γνωριμίες με την νομενκλατούρα των Δημοκρατικών. Το 1987 εξελέγη για πρώτη φορά στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ και από τότε εκλέγεται ανελλιπώς.

Είναι παντρεμένη με τον Αμερικανό επιχειρηματία και μεγαλοεπενδυτή, Πολ Φράνσις Πελόζι, με τον οποίο απέκτησαν μαζί τεράστια περιουσία. Ο κύριος Πελόζι πόνταρε πριν από λίγο καιρό, κάπου τέσσερα εκατομμύρια δολάρια σε μετοχές της αμερικανικής πολυεθνικής εταιρείας τεχνολογίας «NVIDIA», τα μικροτσίπ της οποίας κατασκευάζονται στην Ταϊβάν. Λίγες μέρες πριν ανακοινωθεί η απόφαση της συζύγου του να μεταβεί στην Ταϊβάν, φρόντισε να «ξεφορτωθεί» τις αμαρτωλές μετοχές.

Η «Γριά Αμερικάνα Μάγισσα», όπως αποκάλεσαν την κυρία Πελόζι χιλιάδες ταϊβανέζοι διαδηλωτές, εκτελώντας αποστολή-«καμικάζι», ταξίδεψε στην διαφιλονικούμενη εδώ και 73 χρόνια «πυριτιδαποθήκη» της Ταϊβάν. Έφυγε λίγες ώρες αργότερα, αφήνοντας όμως πίσω της δεκάδες κινεζικά και αμερικανικά πολεμικά σκάφη και αεροσκάφη να συνεχίζουν να επιχειρούν στη θάλασσα της Νότιας Κίνας, στο πλαίσιο παράλληλων ασκήσεων, με πυραύλους και αεροπλανοφόρα. Ας ελπίσουμε πως θα δείξουν την απαιτούμενη αυτοσυγκράτηση οι δύο πλευρές και να μην οδηγηθούν στα χειρότερα.

Η εισβολή στην Ουκρανία μας δίδαξε ότι, κάποιες φορές ακόμα και η υπομονή των μεγάλων δυνάμεων εξαντλείται, ιδίως όταν οι προκλήσεις που δέχονται από τις ΗΠΑ (Ρωσία, Κίνα) έχουν να κάνουν με εδάφη που θεωρούνται από τις ίδιες πατροπαράδοτα, όπως η Κριμαία, το Ντομπάς και η Ταϊβάν.

Η κυρία Πελόζι υποστηρίζει σθεναρά την Ουκρανία, προωθώντας μάλιστα στο Κογκρέσο την συνεχή χορήγηση οικονομικής βοήθειας και οπλικών συστημάτων που φτάνει τα 54 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι σήμερα. Την περασμένη άνοιξη η ισχυρή κυρία της Ουάσιγκτον ταξίδεψε στο Κίεβο, για να «εμψυχώσει» τον Ζελένσκι ώστε να μην υπογράψει τη συνθήκη ειρήνης με τη Ρωσία που «μαγειρευόταν» εκείνο το διάστημα. Σήμερα, μερικούς μήνες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές, στις οποίες προβλέπεται να καταποντιστούν οι Δημοκρατικοί, θυμήθηκε ξαφνικά την Ταϊβάν…

Η Κίνα θεωρεί ότι οι ΗΠΑ θέλουν να στήσουν μια κρίση στην «πίσω αυλή» της.

Η κινεζική ηγεσία πιστεύει ότι οι ΗΠΑ επενδύουν ιδιαίτερα στο να διαμορφώνουν συνθήκες γεωπολιτικών κρίσεων και εντάσεων με σκοπό τη φθορά των αντιπάλων τους. Κρίσεων που έχουν βεβαίως κόστος και δίνουν το πρόσχημα για κυρώσεις σε βάρος αυτών των αντιπάλων. Αυτό δεν κάνουν άλλωστε και στην Ουκρανία; Η στάση της Δύσης αποτελεί επιθετική κίνηση κατά της Ρωσίας.

Εάν λοιπόν οι ΗΠΑ απειλούν την ασφάλεια της Ρωσίας επιδιώκοντας την επέκταση της επιρροής του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, γιατί να μην μπορέσουν να κάνουν κάτι ανάλογο και στην περίπτωση της Ταϊβάν; Δηλαδή, να χρησιμοποιήσουν την Ταϊβάν ως μέσο άσκησης ακόμα μεγαλύτερης πίεσης στην Κίνα, καταγγέλλοντας την πολιτική της για τους περιορισμούς που επιβάλει σε θέματα δημοκρατίας και ελευθεριών, και αμφισβητώντας τα κυριαρχικά δικαιώματα του Πεκίνου επί της Ταϊβάν. Οι ΗΠΑ βεβαίως προσβλέπουν και στην τόνωση των πολιτικών εκείνων δυνάμεων στο εσωτερικό της Ταϊβάν που επιθυμούν την ανεξαρτητοποίηση, απορρίπτοντας κάθε προοπτική επανένωσης.

Τέτοιες στιγμές πάντως, είναι συχνά γεμάτες με κινδύνους κλιμάκωσης και ανεξέλεγκτης έντασης, που μπορεί να οδηγήσουν σε καταστάσεις με απρόβλεπτες συνέπειες.

Το ερώτημα είναι, εάν η αμερικανική ηγεσία στην παρούσα φάση θα επιθυμούσε να κλιμακώσει την αντιπαράθεσή της με την Κίνα, όπως ορισμένες φωνές δείχνουν να το θέλουν. Υπάρχουν όμως κι εκείνες οι φωνές από το αμερικανικό κατεστημένο, που θεωρούν ότι μια νέα εστία γεωπολιτικής αντιπαράθεσης είναι πέραν των δυνατοτήτων των ΗΠΑ, και για το λόγο αυτό αποδοκιμάζουν την κίνηση Πελόζι.

Ας ελπίσουμε να επικρατήσει τελικά η λογική, η ψυχραιμία και η νηφαλιότητα, και να μην ζήσουμε μια δεύτερη «Ουκρανία» στην Ταϊβάν. Γιατί αν συμβεί κάτι τέτοιο, τον Ωκεανό που περιβάλλει το τροπικό νησί, δεν θα έχουμε πλέον λόγο να τον αποκαλούμε… «Ειρηνικό»!