Με το που βρήκε ο άνθρωπος τον τροχό (μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις), μπήκε σε μπελάδες, δηλαδή να βρει τσάπες, φτυάρια, καρότσια, να κατασκευάσει υποτυπώδεις δρόμους για να μετακινείται και να μεταφέρει τα προϊόντα του. Ναι, αλλά οι μπελάδες του ήταν μικροί και διαχειρίσιμοι (πολύ λίγες οι ανάγκες και οι υποχρεώσεις του).

Πέρασαν κάποιες χιλιάδες χρόνια και η εξέλιξη ήταν μέσα στα ανθρώπινα όρια. Μέχρι και η γενιά μας είχε την ευτυχία ή δυστυχία να ζήσει τον τότε εξελιγμένο πρωτογονισμό. Τότε μαγείρευες λίγη λογική, λίγο συναίσθημα, λίγη τρέλα και όρεξη όση σηκώσει και έκανες ένα φαγητό, που έγλυφες και τα δάκτυλά σου.

Πριν τριάντα περίπου χρόνια γίνεται μια έκρηξη λογικής και συναισθημάτων. Μια τρομακτική εξέλιξη του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα τη δημιουργία πολλών γνώσεων. Η λύση όμως κάθε γνώσης δημιουργεί πολλά προβλήματα. Επειδή ο άνθρωπος δεν προλαβαίνει να λύσει αυτά τα προβλήματα, τεντώνεται το νευρικό του σύστημα και ζορίζεται η καρδιά. Όσο ερευνά, τόσο βρίσκει χάος και σιγά-σιγά αυτοκτονεί.

Μέχρι τότε υπήρχε ο ουρανός και η Γη, με τους θεούς, τους αγγέλους, τα θαύματα, τα παραμύθια, τα τραγούδια, ενώ τώρα έχει απομυθοποιηθεί όλο το στερέωμα. Η ζωή αναλώνεται σε ανάγκες και υποχρεώσεις. Εσύ δεν αντιμετωπίζεσαι πια σαν αξία, αλλά σαν μέσο για κάποιο σκοπό. Είμαστε θύματα των υπέρμαχων της εξέλιξης, που υποκινούνται από τις επιθυμίες τους να γίνουν αποδεκτοί από κάποια επιστημονική κοινότητα. Αν την κοπανούσε κάποιος παππούς μας από τον κάτω κόσμο και ερχόταν, θα τρελαινόταν και θα γύριζε τα μπρος – πίσω.

Γιατί αυτή η ρήξη με το παρελθόν; Γιατί να μην έχει λυθεί κανένα πρόβλημα παρά τις τόσες γνώσεις και εξελίξεις; Γιατί να υπάρχει τόση πείνα και δυστυχία; Γιατί ενώ παλιά προσπαθούσες να βρεις το δρόμο σου, τώρα σου προσφέρουν τους δικούς τους έτοιμους δρόμους και είσαι υποχρεωμένος να ανέβεις τον Γολγοθά σου, αν μπορέσεις και αν αντέξεις; Γιατί να είναι σωστά όσα πρεσβεύουν οι «αρμόδιοι» και συ να είσαι λάθος, αφού όλοι τη μια πονούμε, την άλλη πεινούμε και την άλλη κατουργιούμαστε;

Δεν θα είναι πια μεσολαβητής στο Θεό ο Δημητρός (χριστιανός), για το φίλο του το μαυριδερό τουρκάκι (μουσουλμάνος), που το σκότωσε το τραίνο στην προσπάθειά του να ανέβει και να φύγει με την ανταλλαγή των πληθυσμών το ᾽22: Παππού Θεέ, αν δεις να τριγυρνά έξω από το παλάτι σου ένα μαυριδερό τουρκάκι, πάρ’ το μέσα, είναι ο φίλος μου… Σε παρακαλεί ένας φτωχός μικροπωλητής του σταθμού… Αν ήσουνα περαστικός καμιά φορά από κει θα με θυμάσαι… (Λουντέμης).

Εκεί πού τώρα, γέρος πια, θα είχες μόνο τα προβλήματα των γηρατειών και της συνείδησής σου, είσαι πνιγμένος στις ενστάσεις, στις απορίες και τις ανασφάλειες.

Ουφ… συγχίστηκα πάλι. Αμφιβάλλω αν αύριο-μεθαύριο πορευθείς εν ειρήνει…

* Ο Μανόλης Σπανάκης είναι συν/χος  καθηγητής