B’ μέρος
– Να συνεχίσουμε μπρε Κων/ντή την κουβέντα απού αφήκαμε μεσόκενη οπροχθές, για τσι κλεψές και για τσι ληστείες, ήντα λες και του λόγου σου;
– Βεβαίως Διογένη, τέτοιες κουβέντες δεν τις παραιτούνε μεσόκενες. Είναι μεγάλη κουβέντα και πρέπει όχι μια και δύο, αλλά συνέχεια θα πρέπει να συζητιούνται μέχρι να βρεθεί κάποια άκρη.
– Ναι μαθές, ετσά το λέω και εγώ.
– Λοιπόν Διογένη, πες πως είσαι άτυχος και έρχεται αυτή η κακή ώρα σε σένα – Θεός φυλάξοι!- εκεί όπου κοιμάσαι και βλέπεις όνειρα γλυκά μια στιγμή στα μαύρα μεσάνυχτα ακούς να σου σπάει τις πόρτες ο ληστής, να μπαίνει μέσα άγριος με την κουκούλα σαν το φάντασμα και να κρατά κι ένα μεγάλο μαχαίρι, σαν αυτό που σφάζαμε τους χοίρους τα Χριστούγεννα, να ‘ρχεται σαν τον Χάρο από πάνω σου.
– Μάνα μου! Ευτυχώς που δεν είμαι καρδιακός αλλιώς ήθελε να πάθω συγκοπή!.
– Πόσοι δεν έχουνε αρρωστήσει ή έχουνε πεθάνει έτσι χάνοντας το βιος τους μιας ζωής και τον εαυτό τους;! Σου πατεί που λες το μαχαίρι στην καρδιά και σου λέει, “δείξε μου πού έχεις καλά κρυμμένα όλα σου τα λεφτά, τα χρυσαφικά και τις χρυσές λίρες!” (αυτές όπως ξέρουμε πάνε από γενιά σε γενιά).
– Ευτυχώς που τσι δωκα των κοπελιώ όταν τσι πάντρεψα.
– Εσύ του λες “δεν έχω πράμα μόνο μη με σφάξεις!”. Αυτός όμως σε δένει χέρια- πόδια σε κάνει μπαούλο στο ξύλο εν συνεχεία πιάνει την… κερά σου το Αυγιονιώ, τηνε δένει κι αυτή, της κολλά ξύλο σαν ταρκάλου και τηνε κάνει αγνώριστη! Βάζει το σίδερο στην πρίζα και προσπαθεί να της… σιδερώσει τα μάγουλα, αυτή η καλάγαθη λιποθυμά και πέφτει χάμω. Εσύ τι θα κάνεις;
– Εγώ ανε ζούσα ακόμη και είχα τουφέκι μα το Θεό ήθελε να τονε τουφεκίσω μια στη χέρα να μολάρει τη μαχαίρα.
– Ναι Διογένη αλλά όμως δεν είχες τουφέκι διότι το κράτος, ο υπουργός αυτός συγκεκριμένα, είναι σαν να υποστηρίζει τους ληστές.
Δηλαδή ποιο είναι το παράλογο, το εξωφρενικό. Οι ληστές να οπλοφορούνε, να παραβιάζουνε το ιερότερο πράγμα του ανθρώπου, το άσυλό του, να μπαίνουνε να σε δέρνουνε, να σε δένουνε, να σε σιδερώνουνε, να σε σκοτώνουνε μέσα στο σπίτι σου, να σου παίρνουνε ό,τι απόκτησες με κόπους μιας ζωής κι εσύ να μην έχεις το δικαίωμα να του κάνεις το ίδιο που σου κάνουν κι αυτοί;
Γιατί προστατεύουμε τη χώρα μας από τον εχθρό και είμαστε οπλισμένοι έτοιμοι στην ανάγκη να πυροβολίσουμε; Ποιος λέει ότι το σπίτι σου δεν είναι το ίδιο με τη χώρα σου και δεν πρέπει να το προστατεύεις; Μόνο αν είναι ανόητος.
-Ετουνονά απούπες εδά, μ’ άρεξε!…
Προτάσεις: Και μόνο να σου παραβιάσουνε το άσυλό σου όπου εκεί πρέπει να ζεις ελεύθερος, ήσυχος, ήρεμος, ασφαλής, χαρούμενος, απαραβίαστος, χωρίς φόβο και τρόμο, μαζί με την οικογένειά σου κ.λ.π. θα πρέπει να τρώνε δέκα χρόνια φυλακή!
Εκακοποίησε την οικογένειά σου, άρπαξε το βιο σου και σου πήρε Διογένη τα 30 χλ. τα οποία είχες πάρει από την τράπεζα για να μην τα χάσεις εκεί από τότε με τα κάπιταλ κοντρόλς που τα μάζευες σε όλη σου τη ζωή με τις στερήσεις σου, για να τα ‘χεις μια ώρα ανάγκης στα γεράματά σου -70 χρόνια μπρε δενε καλότρωγα και κακοπερνούσα για να τα βάλω λίγα – λίγα στους σάκους και να σε απειλεί κιόλας με πιστόλι ή μαχαίρι. Θα πρέπει να έχεις το δικαίωμα να τονε… ξεμαγαρίσεις από την κοινωνία! Και αν σου σκοτώσει το Αυγιονιώ σου ή κανένα μέλος της οικογένειας, θα πρέπει να δικάζεται με τη θανατική ποινή! Μόνο έτσι δεν θα το ξανακάνει άλλος.
Πολλοί δεν συμφωνούνε γιατί δεν έχουνε μπει στα σπίτια τους ακόμα…