Είχα λέει μεγαλώσει και μπορούσα μόνη μου χωρίς το χέρι της μητέρας να βγαίνω έξω από τον Αμπελούζο, όταν τον πολιορκούσε το καλοκαίρι.
Κατηφόρισα προς το κοιμητήριο, δεν ξέρω γιατί ένιωθα να αφρίζει η θάλασσά μου στο κοιμητήριο.
Παιδί ήμουν και εκείνο ήταν απλά ένα μέρος που έθαβαν τους νεκρούς, κι εγώ παιδί δεν είχα κανένα εκεί, καμία απώλεια στη μικρή ζωή μου, ήταν απλά ένα μέρος που έθαβαν τους νεκρούς των άλλων, αγαπημένο και μισητό ταυτόχρονα.
Γιατί τώρα στο όνειρό μου νιώθω να με κατακτά μια υπέρβαρη θλίψη;
Είμαι μεγάλη, ψηλή πάνω στα τακούνια, με ένα μακρύ μαύρο σατέν φόρεμα, κόκκινα μαλλιά και ένα εισιτήριο στο χέρι.
Δεν πήγαινα στο κοιμητήριο.
Εξάλλου η μητέρα έλεγε πάντα ότι όταν χαθεί ο ήλιος δεν το επισκεπτόμαστε ποτέ..
Έστριψα αριστερά και βρέθηκα σε ένα μέρος που έγραφε Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσαράς.
Κάθισα σε μια λευκή καρέκλα με την πλάτη στις απώλειες των άλλων.
Εγώ είμαι παιδί, επαναλαμβάνω, στο όνειρο μου δεν έχω απώλειες κι ας ονειρεύομαι ότι μεγάλωσα.
Ένας μικρός τρώει γλυκό βύσσινο από το βάζο… πόσες φορές το έχω κάνει! Κι ας έλεγε η μητέρα ότι ζαχαριάζει το σιρόπι έτσι!
Πίσω του μια σειρά κυπαρίσσια που μοιάζουν βυσσινιές με μια ταμπέλα που ανάβει Sold με κόκκινα γράμματα.
Ακούγεται μουσική και κάποιοι άνθρωποι με όμορφα περίεργα ρούχα και ρωσικά ονόματα έρχονται μέσα από τις ελιές.
Ω μα ναι! Είναι θεατρική παράσταση!
Τι όμορφο όνειρο!
Το Μουσείο που άκουγα ότι θα χτιστεί από την παιδικότητα μου, χτίστηκε τελικά και τώρα φιλοξενεί μια θεατρική παράσταση.
Μα γιατί νομίζω ότι αυτοί οι ηθοποιοί που χορεύουν, κινούνται, μουρμουρίζουν παιδικά δίστιχα που απευθύνονται σε εμένα;
Μιλάνε για απώλειες για κομμάτια που κουβαλάνε μέσα τους και έξω τους σαν τους κορμούς από βυσσινιές που βαραίνουν το βήμα τους, κι όμως συνεχίζουν να χορεύουν, απλά αλλάζουν τον ρυθμό.
Το πατρικό τους σπίτι είναι έτοιμο να χαθεί, οι βυσσινιές να κοπούν κι αυτοί κλαίνε, γελουν, λιποθυμούν, χορεύουν !
Εγώ δεν έχω βυσσινιές στον πατρικό μου κήπο, μόνο μια βερικοκιά και μια δίφορη λεμόνια. Μπορώ να την μυρίσω από εδώ…
Κάποιοι στα μπροστινά καθίσματα γελούν, όμως εγώ δεν μπορώ, έχω μουδιάσει…
Δεν έχω λέει πια πατρικό σπίτι και τα μεγαλώματα μου τα καταχτούν οι απώλειες…
Πίσω στο κοιμητήριο είναι και οι δικές μου, διπλωμένες ρυτιδιασμένες.
Έχουν πνίγει τα δάκρυα, όχι δε θα κλαίω και στα όνειρά μου…
Κανείς άνθρωπος ή πράγμα δεν ψήνεται στο ζουμί της αθανασίας.
Κι αν έχουμε εκατό αισθήσεις και όταν πεθαίνουμε πεθαίνουν μόνο οι πέντε και με τον θάνατο ενεργοποιούνται οι άλλες ενενήντα πέντε;
Κι αν υπήρξες παιδί που έτρωγες το γλυκό από το βάζο;
Κι αν ξυπνούσες στο παιδικό σου δωμάτιο με την μυρωδιά από τις λεμονιές και τις βυσσινιές;
Κι αν υπήρξες παιδί έζησες για μια στιγμή την αθανασία.
Κι αν σε νανούριζε η μητέρα κάθε βράδυ έζησες και την ευτυχία…
Κι αυτά δεν μπορούν να χαθούν γυρνούν ξανά και ξανά και ξανά βγάζουν άκρα και σου παίρνουν τους κορμούς της βυσσινιάς από τα χέρια!
“Ο Βυσσινόκηπος ” του Α.Τσέχοφ παρουσιάστηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσαράς στις 25 και 26 Αυγούστου 2023 στα πλαίσια της διοργάνωσης της Περιφέρειας Κρήτης “Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός “.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία, δραματουργική επεξεργασία: Δέσποινα Ντορίνα Ρεμεδιάκη,
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη,
Σκηνογραφία: Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη
Ενδυματολόγος, βοηθός σκηνογράφου: Λυδία Τράντα,
Κατασκευή κοστουμιών: Ευαγγελία Τσιούνη,
Κινησιολογία: Κατερίνα Φώτη,
Πρωτότυπη μουσική: Jan Van Angelopoulos,
Σχεδιασμός φωτισμών: Χρόνης Σαπουντζάκης,
Βοηθός σκηνοθέτριας: Νιόβη Δανέζη,
Φωτογραφίες, video: Χρήστος Συμεωνίδης,
Βιντεογράφηση προβών: Μαριέττα Γοντικάκη,
Ερμηνεύουν (με αλφαβητική σειρά): Κωνσταντίνος Γιουρνάς, Τίτος Γρηγορόπουλος, Μαρία Δαμασιώτη, Γιώργος Δικαίος, Νάντια Κατσούρα, Δέσποινα Κούρτη, Εμμανουέλα Μαγκώνη
Στο ρόλο του Φιρς ο μικρός Κωνσταντίνος Σαπουντζάκης.
Στη φωνή του Φιρς η Ειρήνη Γάλλου.